Ένας γέρος με μαδημένο κεφάλι, τορνεμένος ο κρόταφος με μια πληγή νήπια, σε κάτι γλώσσες πρωτάκουστες, ουρανικές κι ένρινες, αμίλητες για χρόνια στον τοίχο ψιθυρίζει – στεγνό παρακάλι «πώς είναι να μην κλίνεσαι πια; πώς είναι να μη μιλιέσαι;». Ο τοίχος πολύ σπάνια απαντούσε. Τον είχε ο γέρος μάλιστα φορτώσει με κάδρα και καδράκια, σκηνές […]