Ο τίτλος είναι πραγματικά εντυπωσιακός. Και αναρωτιέται κανείς: υπήρχαν ναζιστές στη Λατινική Αμερική; και ήταν τόσο πολλοί που βγάλανε και γνωστούς λογοτέχνες ή ποιητές; Η σκέψη καταρχάς πάει αυθόρμητα σε εισαγόμενους λογοτέχνες. Άλλωστε, τόσοι και τόσοι Γερμανοί κατέφυγαν σε χώρες όπως στην Αργεντινή, την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για να αποφύγουν τα δικαστήρια, και η τεράστια πλειοψηφία εξ αυτών την κρεμάλα. Φυσικά κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο▪ δεν θα διακινδύνευαν οι διάφοροι Άιχμανν και Μένγκελε, ακόμα κι αν είχαν καλλιτεχνικές ανησυχίες, να διακινδυνεύσουν δημοσιότητα και αναγνώριση, την ώρα που εκκρεμούσαν διεθνή εντάλματα σύλληψης εις βάρος τους. Οι εγκληματίες πολέμου αυτοί πήγαν τόσο μακριά για να λουφάξουν φυσικά, να κρυφτούν για να αποφύγουν τη δίκαιη τιμωρία τους. Πήραν ψευδώνυμα και μια σκανδαλώδη ανωνυμία για την οποία διαπλέχτηκαν πολλές δυτικές μυστικές υπηρεσίες δίνοντας τους ένα άτυπο συγχωροχάρτι και απασχολήθηκαν ως στελέχη ή απλοί εργαζόμενοι κυρίως σε επιχειρήσεις που έτρεχαν μέλη της εκεί προπολεμικής γερμανικής παροικίας. Άλλοι πάλι γίνανε μπράβοι τσιφλικάδων και άλλοι άνοιξαν δικές τους επιχειρήσεις. Ο γνωστός ταγματάρχης των Ες-Ες Όττο Σκορτσένυ, αγαπημένο παιδί του Χίτλερ, για κάποιο διάστημα χρημάτισε προσωπικός σωματοφύλακας της Εβίτας Περόν.
Όλοι έχουν πεθάνει πλέον και για κανέναν δεν ακούστηκε να έχει λογοτεχνικό έργο. Θα πει κάποιος “μα ο διοικητής του Άουσβιτς να γράψει διηγήματα;”. Ναι, το ότι είναι ένας εγκληματίας δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχει και καλλιτεχνικό ταλέντο, τέτοιο που να αναγνωριστεί από τους κριτικούς.
Προπολεμικά όμως; Λίγα πράγματα είναι γνωστά για το θέμα. Έχει αναφερθεί συγκέντρωση ναζιστών στο Μπουένος Άιρες το 1938 (με αφορμή το “Ανσλους”, δηλαδή την προσάρτηση της Αυστρίας στο Γ’ Ράιχ) με συμμετοχή περίπου είκοσι χιλιάδων ατόμων. Μεγάλο νούμερο, που υποννοεί την ύπαρξη κάποιου μαζικού εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος. Αυτό όμως, αν ακουστεί έτσι ξερά σαν είδηση, είναι παραπλανητικό. Η γερμανική παροικία στην Αργεντινή ήταν πολυάριθμη, σχεδόν ένα εκατομμύριο άνθρωποι. Λογικό είναι, απ’ την στιγμή που διατηρούσαν δεσμούς με την πρώην πατρίδα τους, κάποιοι να επηρεαστούν από το όλο κλίμα εκεί και η δημαγωγία του Χίτλερ να φτάσει μέχρι κάτω (σ.σ. κοιτώντας τον χάρτη φυσικά). Απ’ την άλλη, μπορεί μεν οι ντόπιες ελίτ των χωρών της Λατινικής Αμερικής να ήταν (και είναι) ρατσιστικές, όμως ο Ναζισμός γεννήθηκε στις ευρωπαϊκές συνθήκες και ήταν κάτι συγκεκριμένο: η πιο επιθετική, ρατσιστική, αντικομμουνιστική μορφή που πήρε ο γερμανικός ιμπεριαλισμός. Αντιθέτως, ο (ιταλικός) Φασισμός ήταν κάπως πιο “οικουμενικός”, με την έννοια ότι υιοθετήθηκε με διάφορες παραλλαγές από διάφορες αστικές τάξεις για να αντιμετωπίσουν το ανοδικό εργατικό κίνημα. Το ίδιο έγινε και στη Λατινική Αμερική με τη μορφή στρατιωτικών δικτατοριών. Που όμως δεν προσέγγισαν κάποια-έστω ιδιότυπη-φασιστική οργάνωση κοινωνίας (συντεχνιασμός κλπ). Ήταν αυταρχική διακυβέρνηση από τον στρατό, τακτικά διαλείμματα της χωλής λατινοαμερικάνικης αστικής δημοκρατίας, τα οποία συνέβησαν όχι μόνο για να αντιμετωπιστούν επαναστατικά κινήματα αλλά και σαν έκφραση αντιμαχόμενων φατριών εντός των κόλπων των ανωτέρων τάξεων. Και ακόμα πιο πεζά, πηγαίνοντας ειδικά στην μεταπολεμική εποχή, για να εξυπηρετηθούν απόλυτα τα συμφέροντα των Βορειοαμερικάνων και να μπλοκαριστούν προοδευτικές μεταρρυθμίσεις.
Οι δικτατορίες αυτές δεν είχαν άλλη ιδεολογία από την κλασική αστική, ακόμα και αυτές που κράτησαν δεκαετίες, όπως της Παραγουάης. Συνεπώς, δεν παρήχθησαν ιδεολόγοι φασίστες ή ναζιστές, άσχετα αν μερικοί από τα στελέχη των δικτατοριών ή και εκλεγμένοι πρόεδροι (πχ ο Χουάν Περόν της Αργεντινής) θαύμαζαν τον Φύρερ ή τον Ντούτσε. Οι διάφορες, δε, δολοφονικές παρακρατικές ομάδες που παρουσιάζονταν ως ναζιστικές δεν αποτελούσαν “κίνημα”. Κατά μια έννοια, ντύθηκαν φιλοναζιστικές για να δικαιολογήσουν στον εαυτό τους την αγριότητά τους. Στην πραγματικότητα, ήταν τσιράκια των πιο σκοτεινών κύκλων των κρατών και εθνικών αστικών τάξεων των λατινοαμερικάνικων χωρών.
Ούτε στις ΗΠΑ εκδηλώθηκαν τέτοια κινήματα. Εξάλλου, ο γερμανικός ιμπεριαλισμός ήταν ανταγωνιστής του αμερικάνικου. Η Ακροδεξιά δεν χρειαζόταν να πάρει άλλο χρώμα, εκεί υπήρχε η Κου Κλουξ Κλαν που ήταν αυθεντικά αμερικάνικη. Συν το γεγονός ότι η εκεί γερμανική παροικία είχε σημαντική κομμουνιστική και αναρχική παράδοση.
Έτσι, δεν έχει να περιμένει κανείς κάποια ανακάλυψη από αυτό το βιβλίο. Αυτό το λέει και ο ίδιος ο συγγραφέας Ρομπέρτο Μπολάνιο: Δεν υπήρχε ναζιστική λογοτεχνία στη Λατινική Αμερική, όλος ο κατάλογος με τις βιογραφίες ποιητών και πεζογράφων που παρουσιάζει είναι προϊόν της φαντασίας του. Όμως είναι ένας πολύ ενδιαφέρον κατάλογος, γιατί με τη δημιουργία τόσων φανταστικών χαρακτήρων ο Μπολάνιο μας μεταφέρει θαυμάσια στους καλλιτεχνικούς κύκλους των χωρών της Λατινικής Αμερικής. Κυριαρχεί η απόρριψη, αυτή είναι η γενική αίσθηση που βγαίνει από την πλειονότητα των “βιογραφιών”. Με ορισμένους χαρακτήρες, δε, καταπιάνεται περισσότερο, δίνοντας μια πιο συγκεκριμένη μορφή και ανάλυση της προσωπικότητάς τους, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να τονίσει ίσως ότι κάποιοι όντως ήταν ενδιαφέροντες ως άνθρωποι, παραπάνω από τον μέσο όρο των υπολοίπων που παρουσιάζονται.
Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί δεν είναι ναζιστές. Είναι εκκεντρικοί λογοτέχνες και ποιητές που σε κάποια φάση της ζωής τους ασπάστηκαν ακροδεξιές ιδέες διατυπωμένες και προσαρμοσμένες στα όρια της γελοιότητας και σχεδόν όλοι κατέληξαν ναυάγια της κοσμικής ζωής. Κάποιοι αναδείχτηκαν εντούτοις σε αναγνωρισμένους συγγραφείς αλλά οι περισσότεροι όχι. Κάποιοι δημοσίευσαν μια όλη κι όλη συλλογή και συμπεριελήφθησαν στον “κατάλογο” επειδή απλά φλέρταραν με την ακροδεξιά. Το κυρίαρχο της αφήγησης είναι ότι όλοι αυτοί, προερχόμενοι από ανώτερα ή μικροαστικά στρώματα της κοινωνίας, έγιναν φασίστες από δικού τους, ξέχωρα από τις κοινωνικές συνθήκες της Λατινικής Αμερικής. Άλλοι, για παράδειγμα, βρέθηκαν στις ευρωπαϊκές φασιστικές χώρες και γοητεύτηκαν από τη δημαγωγία των Χίτλερ-Μουσολίνι και άλλοι προσχώρησαν στο φασισμό απλά επειδή δεν γούσταραν τους κομμουνιστές. Δεν υπήρχε κάποιο ντόπιο κίνημα με κοινωνικά χαρακτηριστικά να τους επηρεάσει. Δηλαδή ήταν ατομικές τους και ιδιόρρυθμες ίσως επιλογές. Αλλά άκρως ενδιαφέρουσες. Όσο και παρανοϊκές.
Το “έργο” των συγγραφέων γίνεται πολύ αληθοφανές, χάρις στις αξιολογικές κρίσεις που κάνει γι αυτό ο Μπολάνιο, αλλά και λόγω της διαπλοκής κάποιων χαρακτήρων μεταξύ τους. Ορισμένοι γνωρίζονται μεταξύ τους και κάποιοι επηρεάζονται από ίδιες (πραγματικές) προσωπικότητες των γραμμάτων της Αμερικής, όπως πληροφορεί και ο μεταφραστής. Ξεχωρίζει η ματαιότητα της προσπάθειάς τους να αναγνωριστούν με δεδομένο ότι οι σαχλαμάρες που γράφουν οι περισσότεροι, είναι αδύνατον να γίνουν δεκτές, όχι μόνο από τους κριτικούς, αλλά και από το αναγνωστικό κοινό.
Το βιβλίο έχει χιούμορ και είναι πολύ καυστικό. Αυτό που κάνει είναι ουσιαστικά είναι να γελοιοποιεί τη ναζιστική ιδεολογία όπως αυτή εκφράστηκε στη φαντασία του συγγραφέα έξω από το “σώμα” της. Ένα αντίστοιχο βιβλίο δεν θα μπορούσε να γραφτεί στην Ευρώπη, για την Ευρώπη, εκεί που ο ναζισμός έγινε το συνώνυμο της απόλυτης φρίκης.
Μιχάλης Παπαχατζάκης. Γεννήθηκε το 1977, ζει στο Ηράκλειο. Η κάρτα του γράφει πολιτικός μηχανικός, γράφει όμως και η έδρα του είναι το μπλογκ του giati-baba.blogspot.gr
Ρομπέρτο Μπολάνιο - Η ναζιστική λογοτεχνία στην Αμερική – Άγρα, 2014
Μετάφραση: Κρίτων Ηλιόπουλος