Απόσπασμα από τις σελίδες: 24,25,26.
Ο ταξιδιώτης έριξε μια κλεφτή ματιά στον κατάδικο. Είχε το κεφάλι του κατεβασμένο, όσο ο αξιωματικός έδειχνε προς το μέρος του, και φαινόταν να έχει συγκεντρώσει όλη την προσοχή του μήπως και μπορέσει να μάθει κάτι πιο συγκεκριμένο. Όμως οι συσπάσεις των χοντρών και σφιγμένων χειλιών του έδειχναν, φανερά, ότι δεν είχε καταλάβει λέξη. Ο ταξιδιώτης θα ήθελε να διευκρινίσει πολλά πράγματα, αλλά στη θέα της όψης εκείνου του ανθρώπου περιορίστηκε να ρωτήσει μόνο: «Γνωρίζει την ποινή;». «Όχι», είπε ο αξιωματικός, και θέλησε να συνεχίσει τις εξηγήσεις του, όμως ο ταξιδιώτης τον διέκοψε: «Δεν γνωρίζει την ποινή που του επιβλήθηκε;». «Όχι», είπε πάλι ο αξιωματικός, έκανε μια σύντομη παύση σαν να περίμενε από τον ταξιδιώτη μια περαιτέρω αιτιολόγηση της ερώτησής του και έπειτα είπε: «Μια γνωστοποίηση αυτού του είδους είναι εντελώς περιττή. Θα τη μάθει πάνω στο σώμα του». Ο ταξιδιώτης δεν σκόπευσε να πει λέξη, μα ένιωσε το βλέμμα του κατάδικου προσηλωμένο πάνω του ˙ έμοιαζε να τον ρωτάει αν ενέκρινε τη διαδικασία όπως την είχε περιγράψει ο αξιωματικός. Για τον λόγο αυτό ο ταξιδιώτης έσκυψε πάλι μπροστά, ενώ προηγουμένως είχε γείρει πίσω, και ρώτησε: «Γνωρίζει τουλάχιστον ότι έχει καταδικαστεί;». «Ούτε αυτό», είπε ο αξιωματικός και χαμογέλασε καρτερικά, σαν να περίμενε να ακούσει από αυτόν κι άλλες τέτοιες παραξενιές. «Ούτε αυτό», επανέλαβε ο ταξιδιώτης και έτριψε το μέτωπό του. «Τότε αυτός ο άνθρωπος δεν γνωρίζει ποιά ήταν η γραμμή της υπεράσπισης». «Δεν του δόθηκε η δυνατότητα υπεράσπισης», είπε ο αξιωματικός με βλέμμα απλανές, σαν να αναφερόταν σε αυτονόητα πράγματα, που όμως η φύση τους θα μπορούσε, ενδεχομένως, να προσβάλει τον συνομιλητή του. «Θα έπρεπε, ωστόσο, να του δοθεί η δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του», είπε ο ταξιδιώτης και σηκώθηκε απ’ την καρέκλα του.
Μετάφραση: Βασίλης Τσαλής
Franz Kafka - Στη σωφρονιστική αποικία - Κίχλη, 2017