“Αυτό στο χέρι του το ‘παθε αργότερα. Και δεν έγινε έτσι όπως νομίζεις. Ο Γκαμπριέλ μεγάλωσε και με τα δύο του χέρια ακέραια. Εκείνα τα Χριστούγεννα, το χέρι υπήρχε, και θα υπήρχε για λίγες μέρες ακόμα. Για να το πω καλύτερα, αυτό που έγινε συνέβη λίγο μετά απ’ αυτό για το οποίο σου μιλάω. Αλλά… γιά στάσου: μου είπες ότι ήξερες για τα φορτηγά. Πως ήταν δυνατόν να οδηγεί αυτά τα μεγαθήρια με ένα χέρι; Όχι, όχι. Εκείνη τη μέρα, όταν ο Γκαμπριέλ κατέβηκε για πρωινό κι έμαθε ότι ο Κόνραντ ήταν νεκρός, είχε όλα τα δάχτυλα, ήταν αρτιμελής. Ο κόσμος είχε μαζευτεί γύρω από το ραδιόφωνο, θυμάμαι, όχι επειδή είχε μόλις μεταδοθεί η είδηση, αλλά επειδή είχαμε συνηθίσει στην ιδέα ότι εκείνο ήταν το σημείο συνάντησης για κάποια ζητήματα. Πόσο θα ‘θελα να μάθω τι απέγινε εκείνο το ραδιόφωνο! Ήταν ένα από αυτά τα Philips που μοιάζουν με ιατρική τσάντα, ό,τι πιο μοντέρνο εκείνη την εποχή, με το μικρό του διχτυωτό καντράν και τα ρέστα. Ο μπαμπάς μού είπε το νέο και μου ζήτησε να το πω στον Γκαμπριέλ. Ήξερε πόσο δεμένοι ήταν ο Γκαμπριέλ και ο Ενρίκε, όλοι το ήξεραν. Ήταν προφανές ότι ο Γκαμπριέλ θα ήθελε να παρευρεθεί. Σε μισή ώρα είχε τσιμπήσει κάτι για να μην ταξιδέψει με άδειο στομάχι, είχε πακετάρει, είχε φορέσει τα καινούργια του παπούτσια, ένα ζευγάρι μοκασίνια με δερμάτινες σόλες μαλακές σαν μωρουδένια επιδερμίδα, κι ήταν έτοιμος να ζητήσει από τον πρώτο άνθρωπο που έφευγε για την Μποκοτά να τον πάρει μαζί του. “Μα η κηδεία έγινε!” του είπε ο μπαμπάς. “Εδώ και μια βδομάδα!” Ο Γκαμπριέλ δεν του ‘δωσε σημασία, αλλά ήταν φανερό ότι είχε πληγωθεί. Είχε πεθάνει ο πατέρας του φίλου του, και κανένας δεν του το ‘χε πει, κανένας δεν τον είχε καλέσει στην κηδεία. Μου ζήτησε να τον συνοδεύσω, φυσικά, και το ‘κανε εκεί, μπροστά τον μπαμπά: τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη ενέπνεε ο Γκαμπριέλ , ακόμα κι όταν ήταν πολύ νέος. Τον ρώτησα γιατί πηγαίναμε, κι εκείνος μου είπε: “Τι θα πει γιατί πάμε; Πάμε για ν’ αποχαιρετήσουμε τον κύριο Κονραντ!” – “Μα τον έχουν ήδη θάψει, Γκαμπριέλ” ξαναείπε ο μπαμπάς. Κι ο Γκαμπριέλ: “Δεν πειράζει. Θα τον αποχαιρετήσουμε στο νεκροταφείο”.
[Σελ.133,134]
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Juan Gabriel Vásquez - Οι πληροφοριοδότες - Εκδόσεις Ίκαρος, 2015