
Σε αυτό το τεύχος του περιοδικού μας κάνουμε ένα μικρό αφιέρωμα στον συγγραφέα Κώστα Σταματίου, έναν αξιόλογο εκπρόσωπο της μικρής φόρμας που δεν κατάφερε να ολοκληρώσει το μεγαλόπνοο σχέδιό του. Ως έναν φόρο τιμής δημοσιεύουμε τις τελευταίες σελίδες από το ημερολόγιό του, αυτούσιες όπως βρέθηκαν στην δεξιά τσέπη του παντελονιού του, στον τόπο που άφησε την τελευταία του πνοή. Βολταίρου και Στρογκόνωφ γωνία, πλάι σ’ ένα παλιό συρμό του τραμ.
«5 Ιουλίου
Παρουσίαση στο Φεστιβάλ Βιβλίου. Κόσμος αρκετός, παρά τον χρόνο που πέρασε από την τελευταία έκδοση των διηγημάτων μου. Μια κάποια ικανοποίηση, αλλά τώρα πως προχωράμε;
Τεχνίτης της μικρής φόρμας, πελεκά μικρές στιγμές ρεαλισμού, μικροί κόσμοι αριστοτεχνικά δοσμένοι. Μια επανάληψη στην έννοια του μικρού. Λες και είναι ο αριθμός των λέξεων, των χαρακτήρων ή των σελίδων που σε κάνουν συγγραφέα. Διαφορετικά παραμένεις ένας απλός διηγηματογράφος. Ένας γραφιάς, απλά λίγο παραπάνω έντεχνος. Το είπε και η κυρία με την άψογη κόμμωση, καθώς χάιδευε απαλά τα χρυσά της κοσμήματα: «Περιμένουμε πολλά από εσάς κύριε Σταματίου! Είναι ώρα να μας χαρίσετε ένα μυθιστόρημα, κάτι τέτοιο ακούγεται..». Δεν μπόρεσα να διατυπώσω μια σαφή άρνηση, άλλωστε, όλοι αυτό περιμένουν από μένα.
Ξημερώνει. Με σκευάσματα και τσάι βαλεριάνας ο ύπνος δεν ζυγώνει. Ίσως πρέπει, τελικά, να επισκεφτώ έναν γιατρό. Το υποσχέθηκα στην Χριστίνα.
Εγώ κρατώ τις υποσχέσεις μου, θα την γράψω την μεγάλη μου ιστορία.
7 Ιουλίου
Ανυπόφορη ζέστη, πρώτος καύσωνας του καλοκαιριού. Θα κρατήσει μέρες λένε, δεν προβλέπεται πνοή δροσιάς. Η θεία Μαρίκα απέναντι, έχει σηκωθεί αξημέρωτα και ποτίζει τα λουλούδια της. Ένας ολόκληρος βοτανικός κήπος το μπαλκόνι της, αντίστιξη στην γκρίζα γειτονιά. Σχεδόν την ακούω να σιγοτραγουδά, ψιθυρίζει στα λουλούδια. Δεν θα το παραδεχτεί ποτέ, αυτά ανήκουν στον κόσμο των τρελών.
Ίσως πρέπει να γράψω για εκείνες στο μυθιστόρημα. Τη θεία, τη μητέρα, τη γιαγιά. Τις γυναίκες της ζωής μου και τις μικροαστικές τους διαδρομές. Εξαιρείται το Χριστινάκι. Ίσως να της δώσω τη φωνή της αφηγήτριας.
Όλο το βράδυ μου έστελνε απανωτά μηνύματα. Αύριο γυρίζει στη βάση της. Δεν είμαι σίγουρος αν θέλω αυτή την επιστροφή.
8 Ιουλίου
Το Χριστινάκι επέστρεψε με φόρα. Κατευθείαν από τον σταθμό λεωφορείων στην είσοδο της πολυκατοικίας μου. Χτυπώντας το κουδούνι, μια, δυο, τρεις φορές. Ξέρει ότι με ενοχλεί όταν έρχεται απροειδοποίητα. Πέρα από την αναμονή, όμως, νομίζω πως δεν άφησα να φανεί η ενόχλησή μου. Αφού έπλυνε τη σκόνη του δρόμου από το σώμα της, με πήγε και μένα σηκωτό στο μπάνιο. Η αλήθεια είναι ότι είχα απομακρυνθεί από το υγρό στοιχείο αυτές τις μέρες.
Πρότεινε να βγούμε έξω, φαινόταν να το έχω ανάγκη, επέμεινε. Το δέχτηκα αδιαμαρτύρητα. Προορισμός τα Πετράλωνα, στο Ζέφυρο. Δροσερή μπύρα κάτω απ’ τ’ άστρα μετά Κούνδουρου. Έπαιζε τη «Μαγική Πόλη», δεν το είχα δει, πως μου ξέφυγε αλήθεια;
Περπατήσαμε ως την Φραντζή, στα φανάρια της Συγγρού περάσαμε απέναντι. Κουκάκι κι έπειτα κατηφορίσαμε προς Πετράλωνα. Η ζέστη είχε κλείσει τους μισούς κατοίκους μέσα στα διαμερίσματά τους με τα κλιματιστικά να γρυλίζουν εν χορώ. Οι υπόλοιποι, στα μπαλκόνια τους, μόνοι ή με παρέα αναζητούσαν όση ποσότητα αέρα γλιστρούσε ανάμεσα στις πολυκατοικίες. Όπως κινούμασταν στον στενό δρόμο ακούγονταν απομακρυσμένες οι ομιλίες τους, λέξεις σκόρπιες, φράσεις μισές. Δευτερεύοντες ήρωες, με τις κοινότυπες μέρες τους να κυλούν μεταξύ μοναξιάς και γειτνίασης.
Η «Μαγική πόλη» ήταν μια αποκάλυψη. Πως και δεν την γνώριζα όλη αυτή την ιστορία; Κάθε μέρα περνώ από αυτόν τον δρόμο ανήξερος πως κάτω της κρυβόταν ένας ολόκληρος κόσμος. Τσάμπα και η Πάντειος..!
Σ’ ευχαριστώ Χριστινάκι. Θυμήθηκα ξανά γιατί σ’ ερωτεύτηκα. Ο κρυφός ενορχηστρωτής, ο παντογνώστης αφηγητής της ζωής μου.
12 Ιουλίου
Η ταινία είναι συνέχεια στο μυαλό μου. Πλάθω και αναπλάθω την περιοχή, γίνομαι ο γλύπτης των μορφών και ο αρχιτέκτονας των κτιρίων. Οι δρόμοι είναι από μόνοι τους μια έμπνευση. Κινήσεις, λέξεις και εικόνες του τώρα μπλέκονται με εκείνες του παρελθόντος. Ευτυχώς υπάρχει αρκετό υλικό να θρέψει τη φαντασία μου. Φωτογραφίες, άρθρα, ιστορικά τεκμήρια. Από τα παραπήγματα των προσφύγων, Ελλήνων και Αρμενίων, στις εργατικές πολυκατοικίες και πάλι από την αρχή με τους Σύριους του σήμερα.
Η αγρύπνια πλέον μοιάζει με προσόν. Πηγαινοέρχομαι στην περιοχή κάθε μέρα. Αφουγκράζομαι τους ήχους των ανθρώπων. Βοές καθημερινότητας, καημοί, χαρές και δάκρυα. Έχω γίνει ο ίδιος τα αυτιά των τοίχων. Οι αγαπημένες μου ώρες είναι οι μεσημεριανές, μες την ηρεμία η φωνή ενός μικρού παιδιού. Ή οι μεταμεσονύχτιες, ένα ζευγάρι αγαπιέται εν μέσω υποσχέσεων αιωνιότητας.
15 Ιουλίου
Ζήτησα από τη Χριστίνα λίγο χρόνο. Το ξέρει, το κατανοεί κι ας απογοητεύεται. Η παρουσία της θα με διέκοπτε, κρατώ μόνο την φωνή της στο κεφάλι μου, φωνή που αφηγείται, για να μην πω υπαγορεύει.
Ποιος μπορεί να διηγηθεί καλύτερα την ιστορία μιας διαδρομής; Ίσως οι άνθρωποι που έμειναν και μένουν στην μία άκρη και στην άλλη; Μήπως ο δρόμος που μετρά τα βήματα των περαστικών στο καθημερινό τους πηγαινέλα;
Τα κτίρια! Μιλάνε τα σπίτια. Αφηγούνται τις ιστορίες των κατοίκων τους. Καταγράφουν οι τοίχοι τις λέξεις και τις κινήσεις, πάνω τους αφήνονται αποτυπώματα οικειότητας κι απελπισίας. Κι αν είναι λεπτοί σαν το χαρτί, μοιράζονται τις ιστορίες των γειτόνων. Προοδευτικά, σ’ ένα αλλεπάλληλο ντόμινο.
17 Ιουλίου
Πρέπει να είμαι ο μόνος άνθρωπος στη γειτονιά, ίσως και στην πόλη ολόκληρη, που δεν τον επηρεάζει ο παρατεταμένος καύσωνας. Αντίθετα, ίσως η ακραία κατάσταση διευρύνει την συνείδησή μου.
Κατέληξα πλέον. Τα σπίτια θα είναι οι ήρωες μου, εκείνα που φιλοξένησαν πρόσφυγες κι εργάτες. Στα παραθυρόφυλλα των παραπηγμάτων κρύβονται παραμύθια και απομεινάρια συνταγών, οι τοίχοι των πολυκατοικιών ξερνούν τον ιδρώτα και την κούραση δεκαετιών. Γενιά τη γενιά, η παράγκα γίνεται κτίριο Μπάουχαουζ αισθητικής, η επείγουσα ανάγκη δίνει την θέση στην λειτουργικότητα και φτάνει ως την εγκατάλειψη.
Πως διηγείται ένα χαμόσπιτο, ποιος τύπος αφήγησης αρμόζει στον χάρτινο τοίχο; Αποσπασματικός, κοφτός σαν τις σταγόνες της βροχής πάνω στον τσίγκο. Μάλλον, το αυστηρό μέτρο θα ταιριάζει με τα μετέπειτα μικρά, τετράγωνα κελιά. Η φθορά του παρόντος, όμως, πρέπει να ρέει, όπως η υγρασία ξεφτίζει σταδιακά τα στρώματα των ασυντήρητων χρωμάτων.
20 Ιουλίου
Έχω σταθεί εδώ στο παλιό συρμό του τραμ πλάι από την μεταλλική κατασκευή. Έλεγαν πως προοριζόταν για καλλωπισμό, αλλά ήταν μόνο ένα πρόσχημα για να κρύβονται τα κτίρια από τους κεντρικούς δρόμους.
Θα δώσω εγώ φωνή στο άυλο που αφανίστηκε και σε αυτό που τώρα φυτοζωεί. Σε ό,τι έχει απομείνει από τις αισθήσεις του παρελθόντος στο παρόν και επιμένει λυγισμένο. Τι κι αν δεν υπάρχουν πλέον τα χαμόσπιτα; Αν ξύσεις την άσφαλτο, σκουπίσεις τη σκόνη, σκάψεις βαθιά στο χώμα, κάτι θα βρεις. Υπολείμματα ζωής, απώλειας, αντίστασης, ελπίδας.
Τα σπίτια τα φαντάζομαι ήρωες που μιλούν με τις φωνές τους σβησμένες. Μες στο μυαλό μου βλέπω γειτονιές, δρόμους και σοκάκια, δαιδαλώδεις διαδρομές. Αρχιτεκτονικές του χάους και του Μπάουχαουζ. Οικοδομήματα, λαβύρινθοι αναμνήσεων. Πολλαπλοί ήρωες, διευρυμένος χωροχρόνος.
Κουράστηκα με τη ρεαλιστική γραφή. Στο μυθιστόρημα θα δοκιμάσω τον μαγικό ρεαλισμό. Μαγικός ρεαλισμός καμωμένος από τσίγκο και τσιμέντο. Ύμνος στην συνοικία των περαστικών.»
Εδώ σταματά απότομα η καταγραφή των σκέψεων. Το άγχος της αποδοχής και ο πυρετός της γραφής, μας στέρησαν έναν αγαπημένο συγγραφέα. Η έμπνευση υποκλίθηκε στην καρδιά. Η σύντροφός του, την οποία ευχαριστούμε για την παραχώρηση του ημερολογίου, μας είπε πως ο Σταματίου πιθανόν είχε μέρες να κοιμηθεί, τριγυρίζοντας μες την ανυπόφορη ζέστη. Μεγάλη απώλεια, πάνω στον οίστρο της δημιουργικότητας. Κρίμα, δεν έχουμε να προσθέσουμε κάτι παραπάνω.
Η συντακτική ομάδα
Η Μίνα Μοίρου μεγάλωσε στην Αγία Άννα της Εύβοιας και μετά από μικρές περιπλανήσεις, ζει με την οικογένειά της στην Ικαρία. Είναι ψυχολόγος και Εκφραστική Θεραπεύτρια Μέσω Τεχνών, ενώ φοιτά στο ΠΜΣ Δημιουργική Γραφή του Ε.Α.Π. Εργάζεται στον χώρο της εκπαίδευσης και ειδικής αγωγής. Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά.