Ακούω τις κινήσεις του αέρα,
Καθώς συλλαβίζει με συρσίματα∙
Στο πέρασμά του τα φύλλα ανακατεύοντας,
Σαν πατέρας αμήχανος, τα μαλλιά νηπίων.
Καθώς ξυπνούν οι αναμνήσεις,
Κύματα σκάνε έξω, στην αμμουδιά.
Εγώ, στην αιώρα Γυναίκα γίνομαι
Με τα μάτια ανοιχτά.
Εκεί με βλέπω,
Σε όλες τις φωτογραφίες∙
Δεν κοιμάμαι- αγρυπνώ.
Πατάω σε βότσαλα – ερωτήματα
Κοιτώντας τον ουρανό, αναθεωρώντας:
Το φως λάμπει κι από την επιφάνεια.
Σε αυτό το επίπεδο, αναλογίζομαι τις κορυφές.
Όπως και να’ χει, ο χρόνος θα περάσει-
Ή πρέπει να πω: εγώ θα περάσω πάνω στον Χρόνο.
Τα γραπτά θα μένουν,
Θα γυρίζουν οι σελίδες,
Ενώ τα φύλλα θα πέφτουν.
Το βουνό θα στέκεται μετά-
Από εμένα
Που γεννήθηκα σαν ένα μυρμήγκι,
Για να σκάβει.
Ύπαρξη ελάχιστη,
Ελπίζοντας, προνοεί πριν τον χειμώνα∙
Την άνοιξη, μια στιγμή.
Η ποίηση ίσως να μιμηθεί τη φύση.
Αν και-
Η μίμηση ίσως να απέχει από τη λύση.
H Αλεξάνδρα Ελευθερίου γεννήθηκε το 1996 στη Λάρισα. Αποφοίτησε από το Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Φοιτά στο ΠΜΣ για τη Δημιουργική Γραφή στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Λατρεύει τη Λογοτεχνία.”