Αλέξανδρος Αδαμόπουλος “Για τον Γιάννη Χρήστου” Συνέντευξη του Απόστολου Θηβαίου με τον συγγραφέα

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
«Για τον Γιάννη Χρήστου»
Εκδόσεις Οδός Πανός. ISBN 978-960-477-658-0

Συνέντευξη του Απόστολου Θηβαίου με τον συγγραφέα.

Συζητώντας «Για τον Γιάννη Χρήστου»

Η αναφορά και μόνο του ονόματος του Γιάννη Χρήστου, του ιδιοφυούς εκείνου συνθέτη-φιλόσοφου που σκοτώθηκε πολύ νέος το 1970, προκαλεί πάντα ένα μαγνητισμό· ακόμα και σ’ ανθρώπους που δεν γνωρίζουν καλά το έργο του, ούτε πολύ περισσότερο τη ζωή του. Και δικαίως· μιας κι ο απλός αναγνώστης δεν μπορεί να έχει μια πλήρη εικόνα από πουθενά. 

Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει επιτέλους ένα ιδιαίτερα επιμελημένο βιβλίο στις ‘Εκδόσεις Οδός Πανός’.  Ο συγγραφέας Αλέξανδρος Αδαμόπουλος -που η μοίρα με τα διάφορα παιχνίδια που παίζει τον έφερε πολύ κοντά στον συνθέτη κι έζησε πολλά χρόνια μέσα στον κόσμο του- παρουσιάζει από πρώτο χέρι, ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο για τον καθένα· καθόλου εξειδικευμένο, σοβαρό όμως και απόλυτα τεκμηριωμένο με εντελώς άγνωστα ως τώρα ντοκουμέντα. Ένα μοναδικό ‘σπονδυλωτό χρονικό’ όπως το λέει ο ίδιος, γραμμένο με τρόπο γλαφυρό και τόσο έξυπνα στημένο, που κρατά τον αναγνώστη κοντά του απ’  την πρώτη ως την τελευταία σελίδα. 

1. Τι ‘εκόμισε εις την τέχνη’ ο Γιάννης Χρήστου; Τι είναι εκείνο που δικαιώνει τώρα· πενήντα χρόνια και, μετά τον θάνατό του ένα βιβλίο αφιερωμένο σ’ αυτόν;

Α.Α: Πιστεύω πως σε όλα του τα έργα -δημιουργώντας ό,τι πρόλαβε να δημιουργήσει- κατέθετε την ψυχή του. Και μάλιστα ολοκληρωτικά, δίχως όρια, με πείσμα και πάθος. Ήταν πάντοτε αληθινός κι εντελώς αυθεντικός σε ό,τι κι αν έκανε με έναν τρόπο μοναδικό, ολότελα δικό του. Κι αν κάτι είναι βαθιά αληθινό για έναν· είναι το ίδιο αληθινό και για πολλούς άλλους. Από εκεί και πέρα οι ειδικοί έχουν να πουν πολλά γι’ αυτή την εξαιρετική περίπτωση μουσικού. Εγώ απλώς, χωρίς να μπαίνω καθόλου σε μουσικολογικά χωράφια, μιας και το βιβλίο δεν είναι εξειδικευμένο και απευθύνεται στον καθένα, προσπάθησα να δώσω μια σχετικά πλήρη εικόνα του δημιουργού, του κοινωνικού και πολιτιστικού περίγυρου όσο ζούσε και κάποια απ’ τα ίχνη που άφησε μετά. 

2. Είμαστε σε θέση σήμερα, με τη μέτρια, μουσική μας παιδεία και τα ρηχά μας ερεθίσματα να νιώσουμε· έστω να ψυχανεμιστούμε, έργα όπως οι ‘Αναπαραστάσεις’;

Α.Α: Έχω την αίσθηση πως σε όλα τα θέματα το γενικό επίπεδό μας αντί ν’ ανεβαίνει πέφτει δυστυχώς. Ποιος γνωρίζει σήμερα εδώ, ας πούμε τον Anton Bruckner· διακόσια χρόνια μετά τη γέννησή του; Όχι το έργο· μα έστω το όνομα του μέγιστου αυτού συνθέτη; Ελάχιστοι. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να ασχολούμαστε μ’ αυτόν. Ούτ’ εμένα μ’ εμποδίζει να συγκλονίζομαι κάθε φορά που ακούω μια συμφωνία του· κάθε άλλο. Όπως πιστεύω ακράδαντα πως αν κάποιος τύχει κι ακούσει την ‘Αναπαράσταση III’ του Γιάννη Χρήστου· όχι απλώς θα ψυχανεμιστεί, μα θα νοιώσει πολύ βαθιά μέσα του κάτι εντελώς πρωτόγνωρο.  

3. Παραμένει επίκαιρο, αυτό το ‘βαρύ αίσθημα’ που εκπορεύεται από τη μουσική του Γιάννη Χρήστου; Μπορεί να αγκαλιάσει περισσότερο κόσμο ή μήπως μειώνεται μέσα σε τούτο τον αιώνα των θορύβων;

Α.Α: Ακριβώς αυτό: Ο αιώνας των θορύβων δεν την τρομάζει καθόλου, ούτε τη μειώνει τη μουσική του Γιάννη Χρήστου. Αντιθέτως· λες κι είναι γραμμένη γι’ αυτόν! Κι αυτό ακριβώς είναι το μεγαλείο του· διότι ήδη απ’ τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, είχε συλλάβει τα τεράστια προβλήματα και τα ασφυκτικά αδιέξοδα -ατομικά και συλλογικά- της τωρινής εποχής μας και κατάφερε με τον δικό του τρόπο να τα κάνει  έργα τέχνης. 

4. Οφειλή, θαυμασμός, ανάμνηση… Με ποιο εφόδιο κυρίως πορεύεται ετούτο το βιβλίο;

Α.Α: Τίποτε μόνο του κι όλα μαζί. Το ενδιαφέρον για μένα ήταν πως ναι μεν ζούσα τόσο κοντά, μέσα στον κόσμο του για πολλά χρόνια· χωρίς όμως να έχω απολύτως καμιά δεύτερη σκέψη στο πίσω μέρος του μυαλού: Δεν ήμουν μουσικός, μουσικολόγος, ιστορικός τέχνης, ούτε τίποτ’ απ’ όλ’ αυτά και δεν είχα καμιάν επιθυμία, έστω και κρυφή, να συνδυάσω τη ζωή μου με τη δική του, ούτε βέβαια να κάνω καριέρα μέσ’ απ’ τ’ όνομά του. Έκανα άλλα πράγματα, έγραφα άλλα πράγματα δημιουργώντας τον δικό μου κόσμο και ήμουν μια χαρά. Φυσικά, ο Γιάννης Χρήστου, δεν έπαυε να είναι ο πατέρας της γυναίκας μου. Άρα έβλεπα γνώριζα και ζούσα τα πάντα ‘εκ των ένδον’ όπως έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις, πράγμα που ήταν όντως μοναδικό. Κυριολεκτικά μάλιστα· καθώς έτσι που πέρασαν πια τα χρόνια, εκτός απ’ τα παιδιά του, είμαι ίσως ο μόνος άνθρωπος που έζησε και ξέρει κάποια πράγματα από πρώτο χέρι. Όλες αυτές τις εμπειρίες ζωής, καταθέτω με τρόπο όσο γίνεται απλούστερο, μα σοβαρό και τεκμηριωμένο, σ’ αυτό το βιβλίο μου ‘Για τον Γιάννη Χρήστου’, που και ο τίτλος του ακόμη είναι πολύ ενδεικτικός.    

5. Μπορεί να αντέξει η καρδιά του λαβωμένου κόσμου μας, την αμεσότητα και την τρομακτική ένταση του έργου του Γιάννη Χρήστου;

Α.Α: Αυτό είναι το ζητούμενο· αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα να μιλάμε έτσι άμεσα γι’ αυτόν. Θα πω μόνο κάτι που μου συνέβη τις προάλλες: Με αφορμή το βιβλίο, μου έλεγε μια παλιά φίλη, πως ο δεκαοχτάχρονος εγγονός της που δεν ήξερε καν ποιος είναι ο Γιάννης Χρήστου, έβαλε κι άκουσε τον ‘Πιανίστα’ -την ‘Αναπαράσταση III’ που λέγαμε πριν- και πραγματικά συγκλονίστηκε. Και τα ’χασε ακόμα περισσότερο όταν έμαθε τη χρονολογία δημιουργίας του έργου: 1968! Πώς είναι δυνατό; Του φαινόταν εντελώς αδιανόητο ότι το έργο αυτό, που του έφερνε λέει στο νου τωρινές εικόνες φρίκης από τη Γάζα,  δημιουργήθηκε πολύ πριν γεννηθεί ο ίδιος, πριν γεννηθεί η μητέρα του και όταν η γιαγιά του ήταν μικρό παιδί… 

6. Με δεδομένη την απόσταση των ανθρώπων της εποχής μας από το βάθος του έργου του Γιάννη Χρήστου, ποια είναι η ανταπόκριση του κοινού σε αυτό το εξαιρετικό βιβλίο;

Α.Α: Ευχαριστώ για τα καλά λόγια, μα νομίζω πως αυτό που είπα πριν είναι πολύ ενδεικτικό, καθ’ ότι πέρα για πέρα αληθές. Εξίσου ενδιαφέρον όμως για μένα είναι πως απλοί αναγνώστες, είτε ξέρουν για τον Γιάννη Χρήστου είτε όχι, βρίσκουν στο βιβλίο πράγματα που δεν εγνώριζαν. Κι ακόμα περισσότερο· που ένας καλός φίλος απ’ το Παρίσι, επεσήμανε -καθ’ ότι σκηνοθέτης ο ίδιος- τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο έχει γραφτεί το βιβλίο· καθώς ο αφηγητής συνδέει τη ζωή τού αφηγούμενου με τη δική του ζωή όπου χρειάζεται, προσθέτοντας έτσι στην αφήγησή του πολλά καινούργια στοιχεία. Το λέω αυτό γιατί πέρ’ απ’ όλα τ’ άλλα, όντως με απασχόλησε πολύ το στήσιμο όλου του βιβλίου, που δεν ήθελα να είναι ούτε μια ευθύγραμμη ρηχή βιογραφία ούτε ένα βαρετό μνημόσυνο, μα ένα ευχάριστο ανάγνωσμα.    

7. Ο Τσαρούχης περιγράφει τον Χρήστου σαν έναν τεχνίτη και όχι ως διανοούμενο. ‘Η διανόηση, λέει, πηγάζει από τη μουσική του’. Τι απ’ τα δύο ήταν; 

Α.Α: Εγώ νομίζω πως ήταν και τα δυο. Δεν είναι κατ’ ανάγκην αντίθετες έννοιες αυτά και το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Πιστεύω πως η πνευματικότητα δημιουργείται μέσα από την πράξη. Άλλωστε· γιατί λέμε για έναν σημαντικό καλλιτέχνη, έναν πραγματικό δημιουργό, πως είναι ‘μάστορας’ στην τέχνη του;  

8. Και η ‘Εταιρία Φίλων μουσικής Γιάννη Χρήστου’ που ιδρύσατε το 1984; Έκανε κάτι ουσιαστικό;

Α.Α: Ήταν μια μη κερδοσκοπική αστική εταιρεία, με σκοπό τη διάσωση και τη διάδοση του έργου του. Όλοι στους οποίους απευθυνθήκαμε δέχτηκαν αμέσως να συμμετάσχουν και δημιουργήθηκε ένας εντυπωσιακός κατάλογος μελών-‘φίλων’. Στα δέκα περίπου χρόνια που ήταν ενεργή νομίζω πως έγιναν σημαντικά πράγματα: Η μετάφραση και έκδοση του καθαρά μουσικολογικού βιβλίου της Anne Martine Lucciano για τον Γιάννη Χρήστου, η έκδοση του νεανικού ‘Prélude et fugue pour deux pianos’ στον εκδοτικό οίκο Νάκα, εκπομπές και παρουσιάσεις στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, η κυκλοφορία δύο δίσκων LP τότε, με τελευταία έργα του και με την πρώτη ηχογράφηση το ορατορίου ‘Μυστήριον’, αλλά και -κυρίως- η Πρώτη Παγκόσμια εκτέλεση της ‘2ης Συμφωνίας’, καθώς και η ‘Μουσική του Φοίνικα’ με την ‘Εναντιοδρομία’ στο Ηρώδειο, η παρουσίαση της ‘1ης Συμφωνίας’ και των ‘6 T. S. Eliot songs’ υπό τη διεύθυνση του Μάνου Χατζιδάκι, η τιμητική παρουσίαση του ορατορίου ‘Πύρινες Γλώσσες’ στο φεστιβάλ σύγχρονης μουσικής της Βαρσοβίας -όπου ο μέγας και τρανός Κριστώφ Πεντερέτσκι, ενθουσιασμένος χειροκροτούσε όρθιος- και βέβαια ο πολύ σημαντικός κύκλος ‘Brahms, Schönberg, Christou’ στο Αμβούργο, όπου παρουσιάστηκαν όλα σχεδόν τα τελευταία έργα του από Γερμανούς εκτελεστές.   

9. «Μουσική είναι τα βήματα των απλών ανθρώπων, μια κίνηση, ένα σύμβολο» λέει ο ίδιος σε μια συνέντευξή του. Τελικά τι ήταν η μουσική για τον Γιάννη Χρήστου; 

Α.Α: Πολύ απλά θα έλεγα πως ήταν οτιδήποτε άκουγε γύρω του· ακόμα κι ό,τι αισθανόταν βαθιά μέσα του και πάσκιζε με τον ιδιοφυή δικό του τρόπο και με πολύ μεγάλη μαστοριά να το κάνει συγκεκριμένο έργο τέχνης. Αυτό ακριβώς συζητούσαμε μια φορά με τον αείμνηστο πρόεδρο Κωνσταντίνο Τσάτσο, που γνώριζε πολύ καλά τον Γιάννη Χρήστου και διατυπώνει στο βιβλίο εξαιρετικά ενδιαφέρουσες σκέψεις γι’ αυτόν.    

10. Και το μεγαλεπήβολο εκείνο τουριστικό καλλιτεχνικό σχέδιό του στα Φανά της Χίου; 

Α.Α: Εντελώς διαφορετική ιστορία· στο άλλο άκρο: Όπου βλέπουμε πώς ο αφοσιωμένος στο έργο του συνθέτης, θέλει να παίξει και ρόλο δαιμόνιου επιχειρηματία, δημιουργώντας ένα μεγάλο τουριστικό συγκρότημα όπου φιλοξενούνται και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Πρωτοφανές για τη Χίο το 1970· μέσα στη χούντα. Δεν πρόλαβε να το υλοποιήσει. Μου έκανε ωστόσο μεγάλη εντύπωση πόσο καλά ενημερωμένος ήταν ο εκδότης Χρήστος Λαμπράκης -που επίσης εγνώριζε καλά τον Χρήστου- και πόσα άκρως ενδιαφέροντα λέει γι’ αυτόν στη μακρά, φιλική συζήτησή μας.

11. Λέτε στο τέλος του βιβλίου: ‘Θα προτιμούσα αντί για οτιδήποτε άλλο ν’ ακούσω επιτέλους το ‘Μυστήριον’· που δεν έχει ακουστεί ποτέ στη χώρα’. Θα μπορούσε αυτό  και μόνο να συνιστά τον απώτερο σκοπό σας; 

Α.Α: Δεν είχα ούτε έχω κάποιον απώτερο σκοπό· αν και δεν θα ήταν άσχημα να γινόταν κάποια στιγμή στη χώρα μας, εξήντα χρόνια μετά τη σύνθεσή του, η πρεμιέρα του ορατορίου ‘Μυστήριον’.  Απ’ την μεριά μου είμαι ικανοποιημένος που το βιβλίο υπάρχει και μπορεί καθένας αν θέλει να το βρει και να το διαβάσει· ευχάριστα, ελπίζω. Κι αν κάποιοι ειδικοί στο μέλλον, θελήσουν να κάνουν σοβαρότερη έρευνα, χωρίς μυθώδεις υπερβολές και μεγάλα λόγια, ακόμα καλύτερα.   

©Αλέξανδρος Αδαμόπουλος
Αθήνα 29 Οκτωβρίου 2024
alexadam48@hotmail.com
Αναδημοσίευση από «Στάχτες»

 

 Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο ΕΚΠ, σκηνοθεσία, κλασική κιθάρα στην Αθήνα και παρακολούθησε μεταπτυχιακά –Sociologie Politique– στη Σορβόννη. Υπήρξε ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος τής μη κερδοσκοπικής ‘Εταιρείας Φίλων Μουσικής Γιάννη Χρήστου’. Διετέλεσε μέλος και γενικός γραμματέας τού δ.σ τού Εθνικού Θεάτρου.
Οι συλλογές διηγημάτων του «Δώδεκα και ένα ψέματα» και «Ψέματα πάλι» κυκλοφόρησαν στη Γαλλία Γερμανία Ολλανδία Τουρκία Ινδία. Το θεατρικό «Ο Σιμιγδαλένιος» παρουσιάστηκε αγγλικά στο Wesley College τής Μελβούρνης, τουρκικά στο Κρατικό Şehir Tiyatro τής Κωνσταντινούπολης, ενώ εδώ έχει ανέβει σε πάνω από 85 διαφορετικές παραγωγές (Εθνικό Θέατρο, Κ.Θ.Β.Ε, πολλά ΔΗΠΕΘΕ κ.α.)
Άλλα έργα: «Το τσιγάρο και η γιόγκα», «Οχιναιλέγοντας», «Ίναχος ο γιός τού Ωκεανού», «Τα όχι τού ΝΑΙ», «Οι Δαιμονισμένοι», «Auguste Rodin Διαθήκη», «Ο Αδάμ και το μήλο», «Ο κύκλος που δεν κλείνει», «Χύμα», «Για τον Γιάννη Χρήστου».