Χάρης Μελιτάς | Μαύρο γυαλιστερό ή μωβ | Εκδόσεις Μανδραγόρας

Γράφει ο Θεοχάρης Παπαδόπουλος  

 

Στις μέρες μας εκδίδονται αρκετές ποιητικές συλλογές, όπου η κοινωνική ποίηση είναι σε πρώτο πλάνο. Η κοινωνική κρίση και η παρακμή της σύγχρονης κοινωνίας έχουν εμπνεύσει αρκετούς ποιητές. Όμως, υπάρχουν και κάποιες ποιητικές συλλογές με κοινωνική ποίηση, που ξεχωρίζουν λίγο περισσότερο.
  Μία από αυτές είναι και η ποιητική συλλογή του Χάρη Μελιτά: «Μαύρο γυαλιστερό ή μωβ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μανδραγόρας». Ο Χάρης Μελιτάς γράφει σε ελεύθερο στίχο. Η ποίηση του είναι λιτή και περιεκτική. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι το στυλ της ποίησής του είναι αυστηρά προσωπικό. Αυτό το στυλ χαρίζει στα ποιήματα έναν εσωτερικό ρυθμό, που τα κάνει να διαβάζονται αβίαστα.
  Κάθε ποιητής έχει τα πρότυπά του. Δηλαδή, κάποιους παλιότερους ποιητές, που θαυμάζει. Αν δεν είχε, δεν θα ήταν ποιητής. Ο Χάρης Μελιτάς δεν διστάζει να αναφερθεί στο πρότυπο, που θα ήθελε να είναι. «Ήθελα να ‘γραφα όπως η Γώγου / όμως είμαι πολύ κοντός για να την φτάσω», θα πει ενώ η μετριοφροσύνη του αγγίζει τα όρια της αυτοάρνησης: «Ήθελα να ‘γραφα όπως η Γώγου / να μην καμώνομαι πως είμαι ποιητής.»
  Ένα θέμα, που απασχολεί τον ποιητή είναι ο πόλεμος. Ο Χάρης Μελιτάς θα πάρει την θέση ενός δημοσίου υπαλλήλου σε εμπόλεμη χώρα, που τραυματίστηκε σοβαρά και θα μπορούσε να είχε πεθάνει. Κι ενώ, πιο πάνω τον είδαμε να γράφει για την Γώγου, εδώ ο ποιητής γράφει μια άτυπη απάντηση στον Σαχτούρη: «Εγώ δεν είμαι στρατιώτης ποιητής. / Δημόσιος υπάλληλος στον θάλαμο οκτώ. / Αύριο, είπαν / θα μου κόψουνε το πόδι.»
  Ένα στοιχείο, που κάνει την ποίηση του Χάρη Μελιτά πιο άμεση είναι η χρησιμοποίηση του πρώτου προσώπου. Ο ποιητής αυτοσαρκάζεται με τραγική ειρωνεία σε ένα ποίημα, που ο άνθρωπος, που ξεπουλήθηκε παρομοιάζεται με ληγμένο προϊόν. Θέλει να ξεφύγει, αλλά είναι αργά, αφού ξεπουλήθηκε. «Λογάριαζα να σπάσω το γυαλί / αποκηρύσσοντας το κύρος της βιτρίνας», γράφει ο Χάρης Μελιτάς για να καταλήξει: « “Μην βαυκαλίζεσαι”, είπε το σελοφάν. / “Σε λίγο λήγεις”.»
   Η ποίηση είναι πάντα επικίνδυνη για τους ισχυρούς. Ο ποιητής, που κυοφορεί ένα ποίημα μπορεί να τους ανησυχήσει ακόμα και σε συνθήκες εγκλεισμού: «Το μόνο σίγουρο: εγκυμονώ κινδύνους.» Ο ποιητής δεν συμβιβάζεται ακόμα και αν ο δρόμος, που ακολουθεί είναι μοναχικός και σκληρός: «Αν ό,τι μ’ αρρωσταίνει / είναι ποίημα / έστω κι αν πέσει ο πυρετός / δεν υπογράφω.»
  Η τραγική ειρωνεία είναι ένα στοιχείο, που συναντάμε συχνά στην συγκεκριμένη ποιητική συλλογή. Σε ορισμένα σημεία έρχεται μετά από πικρές διαπιστώσεις: «Είπα να γράψω για τον ήλιο. / Τον σκοτείνιασαν. / Είπα να γράψω για το δέντρο. / Το ξερίζωσαν.», γράφει ο Χάρης Μελιτάς, για να καταλήξει: «Εντάξει / είπαμε αφαίρεση στην ποίηση / αλλά με μέτρο.»
Φτάνοντας στο ακροτελεύτιο ποίημα της συλλογής διαβάζουμε σκληρούς στίχους, που ορθώνουν ανάστημα ενάντια στις γυναικοκτονίες, που τον τελευταίο καιρό έχουν πολλαπλασιαστεί: «Νιώθω γυναίκα ρε! / Είμαι γυναίκα! / Σε προκαλώ / να με σκοτώσεις εν ψυχρώ / όπως εκείνη / και την άλλη / και την άλλη.»
  Συμπερασματικά, η ποιητική συλλογή του Χάρη Μελιτά «Μαύρο γυαλιστερό ή μωβ» είναι ένα πολύ δυνατό έργο, που συγκινεί και μιλάει κατευθείαν στην καρδιά του αναγνώστη.

ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Παρακάτω παραθέτουμε ενδεικτικά δυο ποιήματα:

ΕΚ-ΠΟΙΗΣΗ

Πωλούμαι στα ψυγεία της ψυχής
ολόκληρος ή σε μικρά τεμάχια
στα ράφια του μεγάλου σούπερ-μάρκετ.
Λογάριαζα να σπάσω το γυαλί
αποκηρύσσοντας το κύρος της βιτρίνας
να πουληθώ μισοτιμής
στις λαϊκές
στα γήπεδα
στους μουσικούς του δρόμου.

«Μην βαυκαλίζεσαι» είπε το σελοφάν.
«Σε λίγο λήγεις.»

ΤΟ ΛΑΘΟΣ

Όσο κι αν πάσχιζε να μη φανερωθεί
στο βάθος ένιωθε πως ήταν λάθος.
Και τι δεν έκανε να το ξεφορτωθεί;
Το διαιρούσε στους πολλαπλασιασμούς
το αφαιρούσε κάθε βράδυ
απ’ τις προσθέσεις.
Μα πριν προφτάσει να το σβήσει οριστικά
το λάθος τρύπωνε κρυφά
κοινός παράγοντας σε κάθε πράξη.
Με τα πολλά, σκαρφίστηκε αλλού να το φορτώσει.
Το ξόδευε στα όνειρα, το πόνταρε στα ζάρια
το δόλωνε στους έρωτες, το έριχνε στις κάλπες.
Άδικος κόπος, παραμόνευε παντού.
Τόσο μικρό. Τόσο φτηνό.
Σχεδόν αμελητέο.
Κανένας δεν θα το ‘βρισκε ποτέ.
Κι όμως τον πρόδωσε προχθές στην Εθνική.
Είπαν πως βγήκε απ’ τον δρόμο κατά λάθος.