Στον δειλινό σου ίσκιο
τριγμοί και θροΐσματα.
Ο καρπός σου κόκκινος
μικρός – σάρκα τραχιά
με μιαν επίγευση δέρματος,
χειλιών στεγνωμένων·
τον έκοψα κι είδα το σπασμό
να ιδρώνει στους ανθούς,
να καταβαίνει στους βλαστούς
απ’ τους διάφανους
νευρώνες των φύλλων.
Δίστασα, κι αν σε τράνταξα,
ήταν για κάθε σου παλιά
κι άγνωστη ρίζα – φυλλορρόησες.
Μ’ ένα κάποιο σκίρτημα
τύλιξες γύρω μου κλαριά…
κλαρόφυλλα γιασεμιού.
Στην πρώτη συστροφή σου
σε τράβηξα ψηλά,
μα το χώμα πέτρωσε·
πέτρωσαν κι οι ρίζες σου βαθιά,
όσες πια συγγένευαν μαζί του.
Η βοή των χυμών σίγησε
(μύριζες τριανταφυλλιά τώρα).
Μ’ αγκίστρωσες και πόνεσα
ως το νέο μου τράβηγμα:
μια παύση στον άρρυθμο
βαθύ σου παλμό
μόλις ξεκίνησαν
τ’ αγκάθια σου να σπάνε…
Έκοψα για τον κήπο μου
ένα απ’ τα κλαδιά σου.
Εκεί μόνο γνώριζα το χώμα.
*Μαζί με τη βραχοτριανταφυλλιά και τη ροδή δαμασκηνή ανήκει στην οικογένεια Ροδίδες (Rosaceae)· συγγενεύει με τον ίασμο (Jasminum).
Ο Νίκος Ι. Τζώρτζης κατάγεται από την Κριτσά. Γεννήθηκε στον παρακείμενο Άγιο Νικόλαο Λασιθίου Κρήτης, όπου κατοικεί και εργάζεται. Η πέμπτη ποιητική του συλλογή τιτλοφορείται: Αναψηλάφηση, Β΄ (Κέδρος).