Στέλιος Ταλέβης | Δύο Παιδιά

© Alexander Rodchenko

~ για τον Ραγιάν απ’ το Μαρόκο,
για τον Ανδρέα απ’ την Ελλάδα ~

Αποβάθρα τρένου.
Φτερουγίσματα ακούγονται από ψηλά.
Δύο αγόρια στέκονται και περιμένουν
το ένα πλάι στ’ άλλο.
Το ένα είχε μείνει πέντε μέρες σ’ ένα πηγάδι,
και παρ’ όλες τις προσπάθειες του κόσμου
για να το ανασύρει απ’ την παγίδα αυτή
ο χρόνος δεν στάθηκε αρωγός.
Βάθος και σκιές και μετά εδώ.
Το άλλο είχε μείνει πέντε χρόνια
σ’ αυτήν την αποβάθρα ακίνητο
βλέποντας συνεχώς άλλους
να καταφτάνουν και να φεύγουν.
Μόλις πριν λίγο είχε καταφέρει να περπατήσει.
Τα οστά του, εκείνα μιας αλλοτινής ζωής,
που τόσο είχαν περιπλανηθεί
μέσα στην αλλόκοτη φθορά
είχαν επιτέλους βρεθεί
και κάποιος θα τα φρόντιζε
και θα τα ξεκούραζε
και θα άφηνε ένα λουλούδι ανάμεσά τους.

Ακούγεται το σφύριγμα του τρένου.
Τα δύο αγόρια κοιτάζουν το ένα το άλλο με νόημα.
Εκεί που πάνε δεν υπάρχουν
ο φόβος, ο ζόφος κι ο εγκλεισμός.

Η αμαξοστοιχία φτάνει, οι πόρτες ανοίγουν,
τα παιδιά δίνουν τα χέρια και επιβιβάζονται.

 


Ο Στέλιος Ταλέβης γεννήθηκε στο Περιστέρι το 1992. Σπούδασε Ανθρωπιστικές Επιστήμες, απασχολήθηκε ως νηπιαγωγός και βιβλιοθηκάριος, ενώ σήμερα εργάζεται σε γραμμή κοινωνικής υποστήριξης. Έως τώρα έχει εκδώσει ανεξάρτητα δύο ποιητικές συλλογές: «Τα ποιήματά μου» (2012) και «Έντεκα νυχτερινά» (2021). Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να περπατάει στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, ν’ ανακαλύπτει συνοικιακά μεζεδοπωλεία και να μεταφράζει ποιήματα της Έμιλυ Ντίκινσον.