Blue σκετς
«Και εσείς για ψυχανάλυση; Αφού δεν λύνεται τίποτε, αφήστε τα. Εμένα που με βλέπετε, επισκέπτομαι το ιατρείο τρία χρόνια. (χαμηλόφωνα) Φοβάμαι την αταξία. Για να καταλάβετε λοιπόν, προχθές νοσηλεύτηκα επειδή λέει, άφησα τα κλειδιά μηχανικά και ο ήχος του βάζου δεν ήταν εκεί. Και όλα έλειπαν ή καλύτερα ζούσαν πια στο σκοτάδι και μόνο σχήματα, ένας κόσμος με χαλασμένες γεωμετρίες, φανταστείτε. Πού να σας τα λέω, πέρα από τα έξοδα, -τον έχουμε τον τρόπο μας, μην νομίσετε πως είμαστε τίποτε πειναλέοι, σαν αυτούς που ρυθμίζουν και βάζουν δόσεις και τέλος πάντων, καλύτερα να μην ξεστομίζει κανείς τόσες αμαρτίες-, με παραφουσκώσανε με ένα σωρό φάρμακα και τώρα την ώρα που ζητώ τον έρωτα, το σάκχαρο πέφτει και γίνεται συντρίμμια, όλα σταματούν και εγώ ζω φυλακισμένη σε ένα σώμα, το πιστεύετε κύριε; (πάλι χαμηλόφωνα) Μην διστάζετε. Να μιλάτε. Το πρώτο βήμα είναι η παραδοχή. Το λέει και ένας Αμερικάνος κλινικός, δεν θυμάμαι το όνομά του, πάντως κάτι κλασσικό, σαν να λέμε τάδε Κλάρκσον. Σταθείτε! (κάνει πως θυμάται) Ναι, Κλάρκσον! Σαν εκείνη την αγενέστατη που κόρναρε με το κλάξον της, να είδατε τι παράξενα παίζει το μυαλό; Έπρεπε να σας γνωρίσω, να σας πω τον πόνο μου για να καταλήξω να θυμηθώ, -είμαι χαμένη πια!-, την αιτία της σημερινής μου επισκέψεως. Σας ευχαριστώ! Από καρδιάς! Και για να δείτε τι πράγμα είναι αυτή η Ρωξάνη, το όνομά μου βρε, σας χαρίζω το τελευταίο τεύχος του «Ψυχανάλυση, μπορείς και μόνος» που έκανε θραύση. Φανταστείτε εγώ αναγκάστηκα να συγκρατήσω ακόμη και το πεσμένο μου σάκχαρο για να εξασφαλίσω το τελευταίο αυτό τεύχος. Ο κύριος Ν. έχει μεγάλη καρδιά και κράτησε τον λόγο του. Εγώ έφτιαξα την φούστα μου και στραβοπατώντας πήγα ευτυχισμένη με το τεύχος ως το τέλος του δρόμου. Ο κύριος Ν. έκανε διαρκώς πρόστυχες χειρονομίες και σφύριζε, όπως κάνουν στα δελφίνια, να δείτε σε λίγο θα κάνω μια στροφή και θα χιμήξω για ένα του χάδι. Όμως έτσι νομίζει εκείνος. Εγώ θα τον κάνω κομμάτια, θα βγω από την άλλη του πλευρά, θα τον κόψω που λένε στα δύο. Μα είναι και εκείνο το χάδι που αν θέλετε την γνώμη μου, αυτό ακριβώς συγκράτησε το επικίνδυνο σάκχαρο. Να δείτε τι αγώνα έκανε, τι προσπάθειες φιλότιμες κατέβαλα για να μην διακόψω τον έρημο τον κύριο Ν. που όλο έφτανε. Ακόμη τον περιμένω. Δικό σας λοιπόν! Το τεύχος δηλαδή. Γιατί όλα τα άλλα βρήκαν και απόψε τον δρόμο τους. Θέλω να πω εγώ βρήκα τι γυρεύω, εσείς ακούσατε μερικά από τα παράλογα αυτού του κόσμου. Ωραία που είστε εδώ (κοιτάζει τριγύρω, όλα βαμμένα γαλάζια με κόκκινα τα άνθη από τις γλάστρες και όλα θολά σαν μουσικές ακαθόριστες), θέλω να πω εδώ μέσα μπορεί κανείς να ψυχαναλυθεί, να πει μια κουβέντα με έναν άνθρωπο. Αλήθεια σας είπαν πώς λέγεται ο ιατρός; Είμαι κιόλας καλύτερα, τα φίδια κρυφτήκανε στις φωλιές τους. Σας έχω πει για αυτά; Μερικές φορές ανεβαίνουν στα μαλλιά μου, χτίζουν καθρέφτες και ουρανούς και ελπίδες. Ένας τέτοιος όγκος μπορεί να σου πάρει την ζωή κύριε. Μα εμένα η βιογραφία μου είναι από καιρό γραμμένη. Εγώ που λέτε, πέθανα από ανεύρυσμα πριν από χρόνια. Και τώρα γυρίζω στα στενά, με την πρόφαση της ψυχανάλυσης γυρεύω παρηγοριά, έτσι μόνη που έμεινα να γυρνώ στην πόλη, η φούστα μου σκέτο βαμβάκι, ίδια σύννεφο και οι αρθρώσεις μου που πονάν όπως παλιά. Μόνο αυτό απέμεινε κύριε, όλα τα άλλα σβήσανε και εγώ μες στα liberty που αγάπησα, μονός αριθμός τότε και τώρα.»
Έπειτα φύσηξε πολύ, το στενό σαρώθηκε και εγώ έκλεισα τα μάτια μου. Να μην δω, όχι δεν κάνει όταν ανακατεύεται ο καιρός. Πρέπει τότε να σταματάς κάθε κουβέντα, όπως όταν βλέπεις να σκοτώνουν έναν αθώο. Εκείνη η γυναίκα είχε φύγει. Μόνον εκεί που καθότανε είχε απομείνει ένα σημάδι, σαν κάποιος να καιγόταν. Παράξενα πράγματα συμβαίνουν καμιά φορά στο γαλάζιο μου στενό μα τούτο ήταν μια κορυφή και το κορίτσι εξαίσιο, έργο του Παλεστρίνα.
Απόστολος Θηβαίος