Κόμποι, κόμποι
αποδομημένη ευτυχία.
Έσκυψες να πιεις νερό
από το γόνατό μου
ιδρώτα βρήκες
άλας και όνειρο.
Το γόνατό μου έχει μια τρύπα
το χέρι σου περνάει από την άλλη
μηνύματα ξεχασμένα.
Κάτω από μια σκιά αν ξαποστάσω λίγο
το σώμα μου θα αναστηθεί
και θα με λένε Λάζαρο
θαμμένο
σε κατασκευασμένη σταύρωση ελευθερίας.
Κουβαλάω ένα σταυρό
στις τρύπες των γονάτων μου
ήτανε, μάλλον, τα καρφιά τους.
Ο δρόμος κρανίο τόπος ανεκπλήρωτων επιθυμιών,
εκπληρωμένων προδιαγραφών.
Σωστά καμωμένη, ολόκληρη
κόμπους και τρύπες.
Στην εργασία μου, σταυρο-φορεία
χωρίς περιθώρια.
για άλλο θάνατο
απ’ τον καθορισμένο.
Αντί βιογραφικού:
Λεξι-πλάθω
Αντίγραφο εαυτού
Ον ποιητικότερο