Υακίνθη Στρατοπούλου | Κάτι σαν οικειότητα

© Υακίνθη Στρατοπούλου

Τα κλειδιά γυρίζουν
o ήλιος στενός, ταλαίπωρος μετρά
οι μετρήσεις αναπαύουνε την σκέψη απ΄ την περιέργεια
πάνε χρόνια που επιμένει να σε τυφλώνει
ανάμεσα σε τρύπες, ασπίδες
στα κρυφά
αχνίζουν οι πνοές του δρόμου που περπάτησες ξανά
σκυφτός.
Ένας ουρανός, μαύρος, χύνεται σε μερικά εκατοστά δέρμα
χωράει τα δάχτυλά μου κι έπειτα τα χέρια μου ως τους αγκώνες
ξεθάβω γραμμές που καμπυλώνουν το σκοτάδι του
τις αγκαλιάζω καθώς ένα παιδί φωνάζει τ’ όνομα μου
τους οφείλω μια παύση ή έστω ένα πανί λευκό να υποκρύπτει συμφιλίωση
σφίγγω τις λέξεις όπως τους αξίζει
δίνω μορφή στο έναστρο χάος
πρέπει τώρα να λογοδοτήσω πως ανακάλυψα μονάχη τα σχοινιά
αναγκαίο επουράνιο κακό, πάντα με υποδέχεσαι
εκ των υστέρων.
Γίνομαι μικρή, 
στριμώχνω το σώμα μου όπως όπως
χαράζω τις αισθήσεις με τα νύχια πάνω σε καθρέφτες
στο πρόσωπό μου
στο πρόσωπό μας
η ασφάλεια της νύχτας κατευνάζει τις κινήσεις τους
η μυρωδιά απ΄ το θυμάρι τεντώνεται σαν τόξο
κοιλιά λαιμός – κοιλιά λαιμός
μια μεταμόρφωση που δεν ανήκει πουθενά
γονάτισε μπροστά μου,
θα στην εξημερώσω.
Για ποιον στ’ αλήθεια πολεμήσαμε, αναρωτιόμαστε καθώς
τα χέρια μας σωπαίνουν
τα χέρια μας μεγάλωσαν στα δάχτυλα την ομορφιά του πόνου,
τα χέρια μας κοιμούνται
ωστόσο ένα παιδί κραυγάζει τ’ όνομα μου πιο δυνατά από τη λέξη μάνα
τρέχω μακριά μα όχι από φόβο
βρίσκω ένα σπίτι που μοιάζει στο σπίτι μας
άγνωστοι θρυμματίζουν τα παράθυρα για ν’ αντικρίσουν τι
για φαντάσου
τ΄ απομεινάρια μας στο πάτωμα να τους αντανακλούν την λέξη τίποτε
φορέσανε τα ρούχα μας, παράξενα κινούνται στην καταχνιά των διαδρόμων
η γειτονιά που στόλιζε την μοναξιά μας φώτα στεγνά, πινακίδες χιλιοκοιταγμένες
η γειτονιά νεκρή,
νοικιάσαμε την απουσία όσο όσο
κι η γειτονιά νεκρή.
Ε να, μπορώ κι εγώ να κλάψω τώρα πια για κάθε πέτρα που διψά
να την ποδοπατήσεις
μ’ όσα απ΄ τα δάκρυά μου γίνανε πουλιά
μεταναστεύσανε τυλίγοντας στα πόδια τους τις εκπνοές που φύλαγα
για τη δική μου αναμέτρηση
ποιος θαρραλέα πρώτος θα μου πει πως χάσανε το δρόμο 
(θα ορκιζόμουνα πως γράψαν μια λεπτή γραμμή ολόισια στο χάος)
όλο ευθεία κι έφτασα
εκατομμύρια φτερά, κανένας πεθαμένος  
κι έμεινα πάλι να απορώ πως
κάθε χαράδρα που ανασαίνει τρυφερότητα μοιάζει στο σπίτι μας
πως σίγουρα πια
την ανακούφιση του κυματισμού, την αισθάνεσαι πριν το κύμα φτάσει
και πως η λύση του πετάγματος μάλλον είναι απλή, όσο απλό είναι
το πράσινο της φτέρης καθώς μαραίνεται 
μια καθημερινή γύρω στις δέκα ενώ ακούς να σε φωνάζει η ζωή  
με το μικρό σου μόνο.

 


Η Υακίνθη Στρατοπούλου ζει και εργάζεται στην Αθήνα μοιράζοντας παράλληλα τον εαυτό της σε καμβάδες και λέξεις.