De nocte et De poesi
Κάτω από την απειλή
-Μαχαίρι και σφιγμένες γροθιές-
Πως αν ξανακοιτάξεις
Τη φιλενάδα τού ιδιοκτήτη στα μάτια
Ξέκωλο σε κωλόμπαρο με τα βυζιά στη φώρα
Και ο χειρότερος μάλλον
Ο πιο σύνθετος πειρασμός στην έρημο
Θα σε κάνουν τ’ αλατιού οι μαντραχαλάδες
Κάτω από τέτοια λόγια τού αέρα
Που δεν έγιναν πράξη
Αν και συνήθως δε λείπουν τα κότσια
Στους κουμπωμένους με καινούργια φιξάκια
Και νυχτοβάτες
Αγγέλους να σε σηκώνουν στα σύννεφα σα
Γλώσσες θηλυκές που λατρεύουν τη σάρκα σα
Χιλιάδες πουλιά που διαβάζουν τις σκέψεις σου
Χώνοντας τη φωνή σου στο λαρύγγι τους –
Όλ’ αυτά ή άλλα τόσα παράδοξα
Είναι λες και συμβαίνουν στ’ αλήθεια
Καθώς μια βουτιά μακρινή στα βάθη
Μέσα σε ξένα τρεχάματα• γι’ αυτό χρειάζεται
Ut pictura poesis
Σε άχρωμους καιρούς η ποίηση• καμιά δόξα
Κανένα στεφάνι• φωνάζεις μόνο έναν τυχαίο στίχο
Και τα βουνά αποκρίνονται• έτσι
Περνάς αλώβητος τους γκρεμούς των ανθρώπων
Και από γενιά σε γενιά τ’ αγεφύρωτα χάσματα
Ίσως μέχρι να σε καταπιεί
Μια νύχτα ξαφνική για τα καλά η άβυσσος•
Ρογήρος Δέξτερ
Μελίγηρυς
Κοιμούνται μόνοι οι ουρανοί
Όπως κοιμούνται μόνοι οι φόβοι των ανθρώπων
Ξάγρυπνοι στα στρωσίδια
Όπως ξαγρυπνούν οι ελπίδες των κοριτσιών
Που πλάγιασαν τη μοναξιά τους πλάι σε πρίγκιπες βιαστές
Να τις ορέγονται τάχα οι ποιητές
Που για μία αιωνιότητα
Κολυμπούν στο πέλαγος των παραισθήσεων
Φερμένοι αέρηδες που καταλάγιασαν
Στα επίνεια των πόλεων
Σεργιανίζοντας στις πόρτες τους
/Οι γυναίκες πόρνες
Σαν μάνες που έχασαν παιδιά
Να τους πλένουν τα πόδια
Να τους φιλούν τα χέρια
Κι ένας μαύρος πύργος να υψώνεται
Στην άκρη της θάλασσας
Κάθε που χαιρετούν τα καράβια
Χορτασμένοι αγοραίο στίχο
/Μένοντας πίσω
Το αίμα σου ρίχνω στις φλέβες μου
Και ατενίζω τη δοσοληψία·
Αγέρωχη ομορφιά μέσα σε τόση αδικία
Άσε τα πουλιά
Να κλέψουν τη λυρική φωνή σου
Ut pictura poesis
Στ’ αλήθεια
Κι άλλο τίποτε πιο δικό μου
Δεν έχω δει
Από τούτο το σφετερισμό.
Θεοδώρα Βαγιώτη