Pillowboat / Μαξιλαρόβαρκα
Γιὰ τὸν Ἐμμανουὴλ
Διένυσες μὲ ταχύτητα & κομψότητα ἄφατη / Τὸ Ἀπὸ Ἐκεῖ Ἀπ᾽ Ὅπου Ἐρχόμαστε στὸ Πέρα Ὅπου Πᾶμε / & διέπλευσες τὸν Ὠκεανὸ τοῦ Ἤχου / Μιὰ μὲ ταξίμια ἀδρὰ τοῦ Μάρκου / Μιὰ μὲ μίνιμαλ συγχορδίες / & ψελλίσματα τοῦ Vincent Gallo / & πρόσφερες στὸ Θέατρο / Σῶμα & Ψυχὴ / Καθὼς ἡ φύση Σου ἡ ἀληθινὴ / Ἕνα ἀνάθημα ἦταν
Ἤξερες βαθιὰ / Ὅτι ἀπὸ τῆς Παιδικῆς Ἡλικίας τὸν Λαβύρινθο / Μόνον οἱ ἄτολμοι στέργουν νὰ ξεφύγουν / Κι Ἐσὺ ἤσουν ἀπὸ πάντα / Ταμένος στὰ Ὀρύγματα τοῦ Θάρρους / Παλλόμενος ἀενάως / Ἀπὸ ἰδέες & ἐγχειρήματα & σχέδια / ῾῾Κάνουμε σχέδια γιὰ τὸ παρελθόν᾽᾽, λέγαμε / Φτιάχνουμε γιὰ τὸ μέλλον μιὰ σχεδία / Μ᾽ ὅλο μας τὸ ἔχει / Στὸ ἀπόλυτο παρὸν
Στὸν ἐνεστώτα χρόνο ἔνοικοι / Κι ἔτσι μοῦ δίδαξες / Πάντα μὲ ἀβρότητα ἀπαράμιλλη / Ξακουστή εὐγένεια / Πῶς τοὺς στυλογράφους μου νὰ μὴν ταλαιπωρῶ / Πῶς ἕνα σεντούκι μὲ τιμαλφῆ μποροῦμε νὰ τὸ κάνουμε δικό μας / Ἤδη ἀπὸ τὸ μακρινὸ 1976 / Καὶ τὰ χρόνια τ᾽ ἀλησμόνητα / Στὸ ὀχυρὸ τῆς Ὁδοῦ Τήνου
Μὲ τὰ δάχτυλά Σου τὰ ἀἐρινα / ἀλειμμένα μὲ κινέζικη κρέμα ἀναλγητικὴ / Ἀπομάκρυνες, ἕνα συνταραγμένο χάραμα, / Τὸν σουβλερὸ πόνο στὸ μέτωπό μου / Ὕστερα ἀπὸ μιὰ κραιπάλη ποὺ δὲν ἄντεξα ὅσο τὶς ἄλλες / Τὸ 1978 / Πάντα θὰ Σὲ εὐγνωμονῶ γι᾽ αυτὸ / Καὶ τώρα, πρόσφατα / Στῆς Κυψέλης τὴ Λαϊκὴ τῆς Τρίτης / Νὰ ψωνίζω καὶ νὰ βράζω σέσκουλα μοῦ ἔμαθες
Στὴ Νέα Ὑόρκη / ῾῾Σὰν μαγεμένο τὸ μυαλό μου φτερουγίζει᾽᾽ μ᾽ ἕνα μπαγλαμαδάκι ἔψαλλες / & εὔμορφα δελέασες τὸν Robert Wilson / Πολλὰ νὰ Σοῦ ἐμπιστευτεῖ / Πάντα ἔχω στὸν τοῖχο μου / Ἀπ᾽ τη δεκαετία τοῦ ἐνενῆντα / Τὴν άφίσα μὲ τὸν Burroughs / Ποὺ τόσο γενναιόψυχα μοῦ δώρισες / Μειδιῶντας & λέγοντάς μου τὴν ἱστορία της
Μαξιλαρόβαρκα / Ναί, Pillowboat / Ἤθελες νὰ βαφτίσεις τὸ Κόκκινο Πλεούμενο / Ἕνα λαμπρό καΐκι / Ποὺ θά ᾽κανες δικό Σου / Γιὰ νὰ κινήσεις πρὸς τὸ νησάκι / Μὲ τὰ κοράλλια / Παίζοντας / Καθὼς πάντα ἔπαιζες / Μὲ μιὰ συνύφανση ἐμπνευσμένη / Καὶ τόσο μπροστὰ / Ἀνάμεσα σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ Δύση / Ἀνάμεσα στὴ Ὕλη & στὴν Ἐξαΰλωση
Μαξιλαροπόλεμος / Στρωματσάδα / Κονάκι / Πρόσφορο / Ξιφασκία / Ὀθόνη / Κονσόλα / Ἔτσι μεγάλωσες /Αὐτὰ διακόνησες / Κατοικῶντας μὲ ἐμμονὴ νοήμονα / Καὶ ριψοκίνδυνα εὐαίσθητη / Στῆς Φιλίας & στῆς Ἀγάπης & στοῦ Ἔρωτος τὰ Μέλαθρα / Παίκτης & Ρέκτης αἰώνιος τοῦ Sublime / Τοῦ Ὑψηλοῦ, Λατρεμένε Ἐξάδελφε & Φίλε
Σοῦ τάζω / Μιὰ μέρα τὸ κεφάλι μου νὰ ξυρίσω / Νὰ φορέσω νιτσεράδα & γαλότσες / Νὰ βγῶ στ᾽ ἀνοιχτὰ μ᾽ ἕνα πλεούμενο / Ποὺ Pillowboat θὰ τὸ λένε / Καὶ μῆνες νὰ τὴ βγάλω / Μὲ σοκολάτες ἀμυγδάλου / Μὲ τὰ ἔπη τῶν Swans & τῆς Ρεμπέτικης Τετράδας / Μαγειρεύοντας κοχλιοὺς γιὰ τὴ Μυρτιά, τὸν Άντρέα, τὴ Χριστιάνα, τὸν Μάριο, καὶ τὴ Μαρία
Γιῶργος-Ἴκαρος Μπαμπασάκης
Ἐρωτευμένη Κυψέλη, 19. 12. 2020
Ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης (Απρίλιος 1960) είναι συγγραφέας και σιτυασιονιστής.