Γράφει ο Ελευθέριος Μακεδόνας
Όταν η Γη πήρε φωτιά [The Day the Earth Caught Fire] (1961) – Val Guest (Ηνωμένο Βασίλειο)
Η ανθρώπινη απερισκεψία και ανοησία είναι αυτές που κυριαρχούν στην αριστουργηματική ταινία τού Val Guest Όταν η Γη πήρε φωτιά, η οποία έρχεται από το παρελθόν, να μας προειδοποιήσει για ένα ίσως όχι και τόσο μακρινό, αλλά οπωσδήποτε εφιαλτικό μέλλον.
Ο Πίτερ Στένινγκ είναι ένας δημοσιογράφος της Λονδρέζικης Daily Express, η ζωή και η καριέρα του οποίου έχουν πάρει την κατιούσα μετά από έναν ατυχή γάμο. Έκτοτε, έχει παραδοθεί στον κυνισμό, τη μεμψιμοιρία και το ποτό, στο οποίο τον συντροφεύει συχνά ο μοναδικός του φίλος από την εφημερίδα, ο Μπιλ Μαγκουάιρ.
Σε δεδομένη στιγμή, γίνεται γνωστό ότι οι δύο υπερδυνάμεις – ΗΠΑ και ΕΣΣΔ – έχουν προχωρήσει ταυτόχρονα σε πυρηνικές δοκιμές πρωτοφανούς ισχύος, ως αποτέλεσμα των οποίων οι κλιματικές συνθήκες ανά τον πλανήτη αρχίζουν να αλλάζουν δραματικά. Περιοχές με παραδοσιακά ψυχρά κλίματα γνωρίζουν μία πρωτόγνωρη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας τους, συνοδευόμενη από τροπικά φαινόμενα, όπως ισχυρότατες καταιγίδες και κυκλώνες, ενώ σε άλλες, παραδοσιακά άνυδρες και με μεγάλες εκτάσεις ερήμου, καταγράφονται έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες.
Η Αγγλία και το Λονδίνο ανήκουν στην πρώτη κατηγορία χωρών. Η θερμοκρασία αρχίζει να ανεβαίνει με φρενήρεις ρυθμούς. Ο κόσμος στην αρχή φαίνεται να το διασκεδάζει. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία τής πόλης και της χώρας, που μπορεί κανείς να περάσει τη μέρα του στις ηλιόλουστες πλαζ που ξεφυτρώνουν παντού στις όχθες τού Τάμεση, κάνοντας μπάνιο και ηλιοθεραπεία. Γρήγορα, ωστόσο, η κατάσταση εκτραχύνεται. Οι υψηλές θερμοκρασίες επιφέρουν γενική ξηρασία. Η ταχύτατη εξάτμιση των νερών τού Τάμεση απελευθερώνει μεγάλες ποσότητες υδρατμών και, πολύ συχνά, το Λονδίνο βυθίζεται σε μία πυκνή ομίχλη που θυμίζει περιοχές τού Αμαζονίου. Τεράστια προβλήματα προκαλούνται στην κίνηση των οχημάτων και στη μετακίνηση των πολιτών. Ισχυρότατοι κυκλώνες πλήττουν την πόλη, αφήνοντας στο πέρασμά τους συντρίμμια, ενώ πολύ συχνά ξεκινούν φωτιές λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας, των ισχυρών ανέμων και της λειψυδρίας. Σύντομα, η έλλειψη του νερού είναι καθολική. Ο στρατός επεμβαίνει. Αρχίζουν τα συσσίτια νερού για τους πολίτες. Ο Μπιλ, ενώπιον των συναδέλφων του, διατυπώνει μία απίστευτη προσωπική του εικασία: οι ταυτόχρονες πυρηνικές δοκιμές των δύο υπερδυνάμεων έχουν μετατοπίσει τον άξονα της Γης κατά ορισμένες μοίρες, με αποτέλεσμα να έχει επέλθει αυτή η δραματική αλλαγή στις κλιματικές συνθήκες στο μεγαλύτερο μέρος τού πλανήτη.
Σε μία από τις ‘αποστολές’ που του αναθέτει ο εκδότης του, ο Πιτ πρέπει να επιχειρήσει να έρθει σε επαφή με στελέχη τής Βρετανικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας και να αποσπάσει χρήσιμη πληροφόρηση. Διαπληκτίζεται τηλεφωνικά με την Τζίνι, μία νεαρή κοπέλα που μόλις έχει πιάσει δουλειά στη γραμματεία τής υπηρεσίας και αρνείται σθεναρά να τον συνδέσει με οποιοδήποτε από τα υψηλόβαθμα στελέχη της. Στην πορεία, οι δυο τους ερωτεύονται και η Τζίνι θα του δώσει το πολυπόθητο ‘λαβράκι’ που ο Πιτ ψάχνει απεγνωσμένα. Αποκαλύπτεται, ότι μέχρι στιγμής, οι αρχές κρατούσαν με νύχια και με δόντια μυστικό από τον πολύ κόσμο ένα τρομακτικό γεγονός: οι ισχυρότατες εκρήξεις που προκλήθηκαν από τις ταυτόχρονες πυρηνικές δοκιμές των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, δεν μετατόπισαν απλώς τον άξονα της Γης κατά ορισμένες μοίρες, όπως είχε εικάσει αρχικά ο Μπιλ, αλλά έχουν αλλάξει την ίδια την τροχιά της, με αποτέλεσμα τώρα η Γη να κατευθύνεται πρόσω ολοταχώς προς τον ήλιο. Στην καλύτερη περίπτωση, είναι ζήτημα λίγων μηνών, ώστε η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας να είναι τέτοια, ώστε να μην είναι δυνατόν να συνεχιστεί η οποιαδήποτε μορφή ζωής πάνω στον πλανήτη.
Επικρατεί απόγνωση και χάος. Οι εντάσεις μεταξύ των ανθρώπων αυξάνονται. Καταγράφονται βίαια επεισόδια από ομάδες νεαρών που επιδίδονται σε ξέφρενα γλέντια, σε πλιάτσικο και σε επιθέσεις σε σπίτια και ιδιοκτησίες. Ολόκληρες περιοχές τής πόλης έχουν γκετοποιηθεί. Μπροστά στο αναπόφευκτο επερχόμενο τέλος, πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι το μόνο που τους μένει να κάνουν στον λίγο διαθέσιμο χρόνο που τους απομένει, είναι να παραδοθούν σε κάθε λογής ακραίες και παράλογες ηδονικές απολαύσεις.
Τελικά, μπροστά στον κοινό κίνδυνο, όλες οι χώρες τού πλανήτη αποφασίζουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Ομόφωνα, καταλήγουν σε ένα κοινό σχέδιο, το μοναδικό που δείχνει να έχει κάποιες, έστω απειροελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας: θα προκαλέσουν αντίστοιχες με τις αρχικές πυρηνικές εκρήξεις σε συγκεκριμένα σημεία τής Γης, ευελπιστώντας να καταφέρουν να την επαναφέρουν στην αρχική της τροχιά και να ανακόψουν την πορεία της προς τον Ήλιο.
Ο Πιτ, η Τζίνι κι ο Μπιλ βρίσκονται στο αγαπημένο τους μπαρ, όπου πίνουν ίσως το τελευταίο τους ποτό. Η αντίστροφη μέτρηση στο ραδιόφωνο έχει αρχίσει. Λίγο πριν ο εκφωνητής φτάσει στο μηδέν, ο Πιτ ζητάει από τον Μπιλ να είναι αυτός που θα γράψει το τελευταίο άρθρο για την εφημερίδα. Βγαίνει από το μπαρ, έξω στο σεληνιακό τοπίο των πυρακτωμένων δρόμων ενός ερημωμένου και μετα-αποκαλυπτικού Λονδίνου και κατευθύνεται, με μεγάλη δυσκολία λόγω της ανυπόφορης ζέστης, προς το γραφείο. Εκεί, διαπιστώνει ότι η μηχανή του είναι χαλασμένη. Τηλεφωνεί σε κάποιον συνάδελφό του και αρχίζει να του υπαγορεύει το άρθρο που επρόκειτο να γράψει ο ίδιος:
“Ο άνθρωπος λοιπόν έσπειρε τον άνεμο και θέρισε θύελλες. Ίσως τις επόμενες ώρες να σβηστεί η ανάμνηση του παρελθόντος… και κάθε ελπίδα για κάποιο μέλλον. Και όλα τα έργα τού ανθρώπου θα χαθούν στη μεγαλειώδη φωτιά… η οποία τον γέννησε. Αλλά ίσως στον πυρήνα τής φωτιάς αυτής… στην οποία καταδίκασε τον κόσμο του… υπάρχει μια καρδιά που νοιάζεται γι’ αυτόν παραπάνω απ’ ό,τι ο ίδιος του ο εαυτός. Και αν ο άνθρωπος έχει μέλλον, όσο σκληρός κι αν είναι… όσο περήφανος κι αλαζόνας στο κυνήγι τής εξουσίας… ας αποφασίσει να το ζήσει με αγάπη… γιατί γνωρίζει πολύ καλά πώς να το κάνει. Τότε ίσως έρθει ξανά η στιγμή που θα πει πως το φως είναι όμορφο… και τι ευχάριστο θέαμα είναι να ατενίζεις τον ήλιο.”
Στο τέλος τής ταινίας δεν μας αποκαλύπτεται η τελική έκβαση του τελευταίου ίσως πυρηνικού εγχειρήματος της ανθρωπότητας. Σήμερα, κάτι παραπάνω από μισό αιώνα μετά, ενώ πιθανότατα βρισκόμαστε πιο κοντά από ποτέ στον εφιάλτη που τότε προέβλεψε ο Val Guest ως ένα πιθανό μεν, αλλά μακρινό σενάριο επιστημονικής φαντασίας, ενώ πλέον οι κλιματικές αλλαγές που έχουμε επιφέρει στον πλανήτη με την απερίσκεπτη δράση μας θυμίζουν ήδη σε πολλά σημεία αυτές που επικρατούν στο Λονδίνο και στον κόσμο που περιγράφει η ταινία κι ενώ διαθέτουμε πια μία συνολική πυρηνική ισχύ αρκετή, όχι απλά για να αλλάξει την τροχιά τής Γης, αλλά και του ίδιου του Ήλιου, αποδεικνύονται ιδιαίτερα παρηγορητικές οι πραγματικά όμορφες, ποιητικές φράσεις τού Πιτ και το ανθρωποκεντρικό κι ελπιδοφόρο τους μήνυμα.
Οφείλουμε βέβαια, να θέσουμε και ορισμένους πρόσθετους περιορισμούς σ’ αυτές του τις φράσεις, απαραίτητους εάν θέλουμε να βρισκόμαστε όσο το δυνατόν πιο κοντά στην πραγματικότητα: καμία απολύτως ένδειξη – πέρα από τις υποκειμενικές ελπίδες και τις ιδέες τού καθενός – δεν διαθέτουμε μέχρι σήμερα, για την ύπαρξη της οποιασδήποτε ‘καρδιάς,’ η οποία να ‘νοιάζεται’ για τον άνθρωπο ‘παραπάνω απ’ ό,τι ο ίδιος του ο εαυτός’, όπως κι αν εννοούσε ο Val Guest αυτήν την ‘καρδιά’. Ο άνθρωπος βρίσκεται σήμερα, – όπως υπήρξε και πάντα άλλωστε, – εντελώς μόνος του ενώπιον του Ήλιου και, κυρίως, του ίδιου του τού εαυτού. Και, φυσικά, είναι ακόμη πιο βέβαιο, ότι ο άνθρωπος δεν γνωρίζει καθόλου καλά πώς να ζήσει το παρόν του – πόσο μάλλον το μέλλον του, όπως μας λέει ο Πιτ – με ‘αγάπη.’ Και πάλι, με ό,τι μπορεί να εννοεί ο Πιτ, ο Val Guest ή ο καθένας από ‘μάς, με την ομολογουμένως πιο κακομεταχειρισμένη λέξη που διαθέτουμε. Τέλος, αν θέλουμε να μείνουμε προσηλωμένοι στα γεγονότα τής μέχρι τώρα πορείας μας, το σενάριο της ταινίας τού Val Guest είναι πολύ πιθανό να γίνει πραγματικότητα σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον και, προσωπική μας εκτίμηση είναι, ότι αν τελικά επιβεβαιωθεί, δυστυχώς δεν θα είμαστε σε θέση να επαναφέρουμε τη Γη στην αρχική τροχιά της μέσω και νέων πυρηνικών εκρήξεων.