18 Απριλίου
Μέρα Εικοστή Τέταρτη
I am the question that cannot be answered
I am the lover that cannot be lost
Yet small are the gifts of my servant the soldier
For time is my offspring, pray, what is my name?
Μέχρι ποιο ποσοστό ο Χριστός ήταν άνθρωπος, και μέχρι ποιο Θεός;
Όλοι μας έχουμε τον προσωπικό μας Θεό.
Η ώρα περνάει αργά σήμερα.
Δεν ήθελα να γράψω, μέχρι τη στιγμή που έγειρα στη μπανιέρα και έριξα καυτό νερό πάνω μου.
Είναι ντροπή, σκέφτηκα, να γνωρίζουν και να σέβονται τον Χριστιανισμό, όλοι αυτοί που δεν ακολουθούν το δόγμα του, παρά αυτοί που διατείνονται πως το ακολουθούν, χωρίς βέβαια να ξέρουν τί και γιατί το ακολουθούν.
Ο μικρός, στο τέλος της ‘Θυσίας’, του Tarkovski, λέει : Γιατί, Πατέρα, στην αρχή ήταν ο λόγος και τώρα δεν είναι;
Τί απέγινε ο λόγος σου, αυτός που έγινε φανερός στον άνθρωπο με τον εξανθρωπισμό του Θεού;
Ποιός θυσιάζεται σήμερα;
Ο άνθρωπος ή ξανά ο Θεός;
Το δυστύχημα, βέβαια, είναι ότι πεθαίνουν οι μανάδες μας.
Κι η απώλεια αυτή, είναι η απώλεια της ρίζας.
Η αγάπη μεταξύ των ανθρώπων, είναι η μοναδική συμμετοχή στο Θεϊκό, και είναι η απόλυτη ποιητική κατάσταση, η οποία καταργεί τον θάνατο.
Η χάρη μιας γυναικείας μορφής, μας συνεπαίρνει.
Εύθυμος, ο νέος, όπως στην ακμή της παιδικότητάς του, προχωρά στην Άνοιξη, ως Άνοιξη ο ίδιος.
Και κοιτάζει.
Του ανήκει αυτός ο κόσμος.
Και κανένας τοίχος δεν τον συγκρατεί.
Έτσι κινείται ο κόσμος, κι η φέρελπις ψυχή των ανθρώπων.
Να ζουν, οι Θεοί, πάνω μας, σ’ έναν άλλο κόσμο;
Οι νύχτες, έχουν γίνει θετές βασίλισσες.
Τα χείλη λάμπουν, και μιλάνε για τα μακρινά.
Κ εγώ, είμαι το πολύχρωμο βιβλίο, μ’ εικόνες και ιστορίες, στο στέρνο σου πάνω.
Και θα βάλω εκεί την ψυχή μου να ξεκουραστεί, όπως το ζώο μέσα στη λόχμη.
Και θα δω :
Το παιδί στον κήπο
Όλα τα τοπία
Grodel
Το σούρουπο
Το σπίτι στην ομίχλη
Τον αιώνιο Ιουδαίο
Την Σικελία
Να φωνάζεις στα σύννεφα
Ένα πρωινό να πέφτει πάνω στο φρέσκο χιόνι
Την απόκρημνη πλαγιά
Το αίνιγμα της επιθυμίας
Την ομελέτα στο πιάτο, χωρίς το πιάτο
Το Άγγελο του Μιλέ
Τον Γουλιέλμο Τέλο
Τον ιππότη της ζωής
Την γυναίκα με το κεφάλι από τριαντάφυλλα
Τον ίδιο τον ύπνο
Τις πνοές της Πενθεσίλειας
Τις σειρήνες
Των καθρέφτη των άστρων
Τις μεταμορφώσεις της χελώνας
Την ιστορία της νύχτας
Τα μονοπάτια της Ιθάκης
Τον Βεζούβιο
Τα μάτια της Κίρκης
Την ωραία Ελένη
Την Άνω Ιερουσαλήμ
Την χώρα των Αγγέλων
Εμένα στο πλήθος να διακλαδίζομαι
Το 1917
Το 1936
Το 1944
Την τροπική βλάστηση της μελλοντικής μέρας
Ναι! Ναι! Ναι! Ναι! Ναι!
Ναι! Ναι! Ναι! Ναι! Ναι!
Τα ίδια τα όνειρά μας, θα μας σώσουν στο τέλος.
Μαζεύω τους σπόρους μου και ανασταίνομαι.
*Ο Αντρέας Μαντάς είναι Ηθοποιός και Καταστασιακός.