Απόστολος Θηβαίος | Πρόπλασμα

© Robert Frank

Ο χρόνος
που τρέφεται
με ξύλα, χρώμα και
κουρέλια θυμίζει το
αθώο αρπαχτικό ζώο
που δεν μπορεί
να νιώσει το κακό
που σπέρνει γύρω του.
Είναι ένα αίσθημα γλυπτό
που κυλά.

 

Το μνημείο του αγνώστου, πολιτικού κρατουμένου αναμένεται να εγκαινιαστεί αύριο βράδυ. Ύστερα ακολουθεί ένα μεσημεριανό γεύμα μετά κυριών στο ωραίο εξοχικό κέντρου του Μιχαλάκου. 

Το μνημείο απεικονίζει δυο ελάχιστες, ανθρώπινες μορφές, ιδιαιτέρως αληθοφανείς κάτω από ένα σύμπλεγμα αντενών ή αόριστα, ένα σύστημα κάθετων και οριζόντιων συρμάτων που καταλήγουν στην σκληρή επιφάνεια του βράχου. Ο ίσκιος πέφτει πάνω τους και κάπως τις μεγεθύνει. Όμως στα αλήθεια, μπορεί να συμπεράνει κανείς και για αυτό να τους λυπηθεί από τα βάθη της καρδιάς  του πως η ύπαρξή τους η ίδια συνδέει την μοίρα της με όσα γράφουν οι πέτρες.

Το μνημείο θα παρουσιαστεί αύριο βράδυ, νωρίς. Και ποιος δεν προσκλήθηκε για αυτήν την ανείπωτα αλτρουιστική τελετή. Ο δήμαρχος της κοινότητας, ο πρεσβευτής του μουσείου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μια σειρά από εξέχοντες επικεφαλείς προεδρείων, – καμιά κατώτερη βαθμίδα δεν πρόκειται να παρευρεθεί-, πριμαντόνες που θα τραγουδήσουν μερικά μελωδικά αποσπάσματα από τις άριες, άνθρωποι που ξεβράζουν τα ρεύματα, κοινοί τυχοδιώκτες, κηφήνες στην υπηρεσία της αυτού μεγαλειότητας εξουσίας, επιχειρηματίες, εκπρόσωποι της στρατιωτικής ηγεσίας, όλων ανεξαιρέτως των σωμάτων που κείτονται απόψε στις ακτές των νησιών, ωραία κορμιά, σιωπηρά και αιώνια. Οι μεγάλες τους στολές, φορτωμένες παράσημα και διακριτικά σχολεία πολέμων θα σου κόψουν την ανάσα.

Ο στρατηγός που διέταξε την εξόντωση του τοπικού πληθυσμού συνελήφθη απόψε, τρεις δεκαετίες μετά την τέλεση εκείνων των εγκλημάτων. Ο εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή του, δίχως να αναγνωρίζει κανένα ελαφρυντικό. Ωστόσο, δήλωσε πως συμπάσχει μαζί του, αφού τον καιρό της μέγιστης σοφίας αυτός χάνει οριστικά τον εαυτό του και τούτο είναι σκληρό. Μερικοί επιζώντες δεν χειροκρότησαν, όμως στάθηκαν για λίγο εμπρός του και χαιρέτησαν στρατιωτικά, εμφανώς συγκλονισμένοι, αδειανά κοστούμια, με τερατώδη σημάδια στους καρπούς, κάτω από τα μάτια, εκεί που χτυπά η τρομερή και πανέμορφη φλέβα της ζωής.

Όλοι θα βρίσκονται εκεί, άκαμπτοι, συγκλονισμένοι, κάτω από το φεγγαρένιο ισοδύναμο του Λεοπάρντι, ένα μονάχο κούφωμα στην καρδιά του ουρανού, πάει να πει μια κόχη αδειανή, με λίγο φως και χιλιάδες αστέρια. Την ώρα των αποκαλυπτηρίων οι φωνές θα σωπάσουν  και ένα σπουδαίο βήμα για την ανθρωπότητα θα έχει εκπληρωθεί . Ακόμη ένα, κύριε, σε αυτόν τον αργό βηματισμό, καθώς ο κόσμος κερδίζει την ηλικία και την σοφία του με τις χιλιετίες, πέφτοντας, ριγώντας, κλαίγοντας, εξορμώντας ως την άκρη της σκέψης, ως εκεί που κοιμούνται οι θεοί.

Την ώρα εκείνη σε όλες τις φυλακές της χώρας, σε κάθε καταυλισμό, σε κάθε απομόνωση, σε κάθε προωθημένο  φυλάκιο οι κρατούμενοι θα χτυπήσουν ρυθμικά τα μεταλλικά τους σκεύη ώστε ένας εκκωφαντικός ήχος, ξένος και αλλιώτικος για τις ζωές μας, δίχως λόγια, ψύχραιμος ήχος και συγκλονιστικός να πληγώσει ανεπανόρθωτα τις καρδιές μας. Φανταστείτε, δεκάδες πρόσωπα πίσω από κιγκλιδώματα με σφιχτά χείλη  σαν κάδρα μισοτελειωμένα , ψυχές όμορφες που καίγονται, που καίγονται.

Κύριε η νύχτα θα πέσει, τ΄άστρα θα γίνουν μετεωρίτες και ευχές κάτω στο στερέωμα αυτού του κόσμου. Και το μνημείο, – ω είμαστε τόσο περήφανοι για αυτό-, θα απομείνει ολομόναχο με τους σπουδαίους συμβολισμούς του. Και όλοι εκείνοι που άλλοτε χτυπούσαν μια χορδή στο ηχείο του κόσμου , με το παγωμένο τους βλέμμα  θα συνεχίσουν στην μοναξιά τους. Και ίσως κάποτε να χαμογελάσουν, συλλογιζόμενοι πως ύστερα από την τρομερή ζωή τούς προσμένει η ομορφιά και πρόσωπα φωτισμένα, κρίσιμοι και μοιραίοι δρόμοι χαραγμένοι εδώ και αιώνες από μια άλλη τάξη ανθρώπων.

Το μνημείο θα στέκει ολομόναχο στο μέσον της πλατείας. Σε κάποιο φιλμ θυμάμαι ο σκηνοθέτης είχε πετύχει στο ακέραιο αυτήν την γιορτή που λίγο λίγο μελαγχολεί και παλιώνει. Βλέπεις, από εκείνο που ήταν κάποτε ένα όνειρο, δεν θα απομείνει άλλο από ένα κορίτσι με βαμμένα από το σπίρτο χείλη, με ρόδινες παρειές, ακριβώς όπως την αγάπησε κάποτε ο νεαρός εραστής της. Κανένα πλήθος, καμιά εξτραβαγκάντζα την νύχτα, μονάχα εκείνη που από το πουθενά απαγγέλει μερικά ονόματα. Η βροχή δυναμώνει, μα δεν την τρομάζει. Η βροχή διαθέτει μια αρχαία και σοφή ηλικία και είναι άκακη και δίκαιη σαν όλα τα θαυμαστά πράγματα.

Φιλίπ, Παρίσι, Ισιντόρ, Εκουαδόρ, Ναχμέ Βηρυτός, Αϊσέ, Αθήνα, Ρομπ, Ουάσιγκτον, Αλέξανδρος, ξανά Αθήνα, τίποτε δεν την νικά και η φωνή της δυναμώνει, δεν μπορεί από κανέναν θάνατο να δαμαστεί. Λόρα, Δουβλίνο, ο στρατός άνοιξε πυρ και το κορίτσι σκορπίστηκε στην άνοιξη, Κατερίνα, Βελιγράδι, νικημένα κτίρια με στεντόρειες προσόψεις, Ουνάλ, Τραπεζούντα, σειρά μου ατέρμονη. Ορισμέ μου απρόσιτε.

Απόστολος Θηβαίος