ΑΠΟΛΛΩΝΙΑ
Οδός Πανεπιστημίου. Στα μέσα της μεγάλης λεωφόρου, εκατό μέτρα πριν καταλήξει στη στρογγυλή πλατειά με τις πέντε διασταυρώσεις, υπήρχε ξεχασμένο ένα οικόπεδο ορθογώνιο. Όλοι πίστευαν ότι ήταν δημόσια έκταση ,πολλοί επέμεναν ότι θα γίνει κάποια στιγμή πάρκο, μια μικρή όαση για τις καυτές καλοκαιρινές μέρες και νύχτες που τα γύρω κτήρια επέτειναν με την αποπνικτική ζεστή που συσσώρευαν. Οι ιδέες για την αξιοποίηση του πολλές. Όλοι προσδοκούσαν κάτι για αυτό το χορταριασμένο μισό στρέμμα άγονης γης. Επί δεκαετίες άδειο, προκαλούσε πάντα εντύπωση που τίποτα δεν είχε φυτρώσει. Πρώτα χόρτα, μετά θάμνοι λογιών λογιών και τελικά διάσπαρτα δέντρα θα ήταν το αναμενόμενο. Τα νερά της βροχής στράγγιζαν σε κάθε δυνατή νεροποντή, παρασέρνοντας σπόρους, φύλλα, αποτσίγαρα.
Στην νότια γωνιά του οικοπέδου, έστεκε μοναχικό ένα μικρό ξωκλήσι κτισμένο με ακανόνιστα λαξευμένες πέτρες και μικρά τοξωτά ανοίγματα που επέτρεπαν στο λιγοστό φως να εισέρθει. Ένα ιωνικό κιονόκρανο στήριζε την αγία τράπεζα από λευκό μάρμαρο Πεντέλης. Η αψίδα του ιερού φιλοξενούσε τη μορφή της Παναγίας με τον Χριστό στην αγκαλιά της. Ο πιο προσεκτικός παρατηρητής διαπίστωνε ότι ο Υιός δεν ήταν το σύνηθες βρέφος αλλά παιδί μεγαλύτερης ηλικίας. Τι ενέπνευσε τον καλλιτέχνη κανείς δεν το γνωρίζει . Ίσως με αυτόν τον τρόπο ήθελε να ξεγελάσει τον αδαή φιλότεχνο προσκυνητή, να κρύψει με έναν αντιπερισπασμό την μέτρια ικανότητα να σχεδιάσει μορφές αντάξιες της δόξας τους. Το έργο με όλες τις ατέλιες του σε κέρδιζε με την αυθεντικότητα του και την ειλικρινή πρόθεση του καλλιτέχνη να εκφράσει την αγωνιά και την πίστη των ανθρώπων μιας εποχής γεμάτης πείνα και φόβο. Κεριά και ένας απέριττος πολυέλεος στο ταβάνι δημιουργούσαν την απαραίτητη συναισθηματική φόρτιση.
Η μαρμάρινη επιγραφή στο υπέρθυρο, μαρτυρούσε ότι ο ναός είχε οικοδομηθεί το 1797. Σύμφωνα με τις πηγές όλο το οικοδομικό τετράγωνο, αποτελούσε μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Οι κάτοικοι του λεκανοπέδιου και της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας υπό το βάρος της υψηλής φορολογίας, δώριζαν ότι κομμάτι γης τους ανήκε, στην εκκλησία που για αυτό το λόγο μέχρι σήμερα κατέχει τεράστιες εκτάσεις μέρος των οποίων παραχωρήθηκε για την ανέγερση κοινωφελών ιδρυμάτων. Ένα άλλο μέρος χρησιμοποιήθηκε για κτήρια με σκοπό την είσπραξη ενοικίου. Η εκκλησία απαλλαγμένη από την φορολογία όπως όριζαν τα φιρμάνια, εκχωρούσε σε ακτήμονες εκ νέου μέρος της γης προς συντήρηση αυτών και των οικογενειών τους. Για την κατοχύρωση της περιουσίας οι τοπικοί επίσκοποι έκτιζαν μικρά ναϊδρια. Μια τέτοια περίπτωση ήταν και το εκκλησάκι.
Το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης που το οικόπεδο αποτελούσε μέρος της, όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του νεοσύστατου κράτους, είχε πουληθεί σε ιδιώτες. Ότι απέμεινε ήταν το ορθογώνιο αυτό κομμάτι γης που αντιστεκόταν σθεναρά στις ορέξεις όσων προσδοκούσαν να πλουτίσουν από την πώληση αυτού του φιλέτου στο κέντρο της πόλης. Ο νέος σταθμός του μετρό απέναντι από το Πανεπιστήμιο, σε απόσταση δηλαδή λίγων μέτρων από το οικόπεδο, είχε καταστήσει τη περιοχή πόλο έλξης τραπεζών και άλλων επιχειρήσεων που αναζητούσαν διαρκώς χώρο για να στεγάσουν τις όλο ένα αυξανόμενες οικονομικές και εμπορικές τους δραστηριότητες.
Περιμετρικά, ψηλά κτίρια μοντέρνα ή απλά αδιάφορα, κέρδιζαν σε γόητρο με το ύψος τους και τις μεγάλες γυάλινες επιφάνειες. Μάλλον αταίριαστα στο ζεστό κλίμα και το αρχιτεκτονικό ιδίωμα της πόλης. Σε μια ατέρμονη αναζήτηση ταυτότητας αυτή η πόλη. Εγκλωβισμένο από τους τσιμεντένιους γίγαντες, το εκκλησάκι έδειχνε ακόμα πιο μικρό αλλά επίσης και πιο γοητευτικό. Αποτελούσε ένα τοπόσημο και ενθύμιο μιας εποχής και ενός τρόπου ζωής που σιγά σίγα έφθιναν. Ζητούμενο της νέας αντίληψης πραγμάτων η οικονομική ευρωστία, η συσσώρευση πλούτου ως μέτρο ευζωίας και επιτυχίας.
Ο πάνω όροφος του κτηρίου που έβλεπε στην είσοδο του ναού, αντανακλούσε το βράχο της Ακρόπολης. Το μνημείο έλαμπε και το λευκό μάρμαρο ακτινοβολούσε το μεγαλείο της διανοητικής σύλληψης και την επιδεξιότητα των λιθοξόων. Την τουριστική περίοδο η επιχείρηση που στεγαζόταν εκεί, μια διαφημιστική, φρόντιζε με σχολαστικότητα τον καθαρισμό των υαλοπινάκων από την σκόνη και τους ρύπους. Τι καλύτερη διαφήμιση για την ίδια άσχετα αν το μοντέλο λειτουργίας και οι στόχοι της ουδεμία σχέση είχαν με τις αρχές και ιδέες με μετρό τον άνθρωπο που εξέπεμπε σε όλο τον κόσμο ο Παρθενώνας.
Αιωρούμενοι με συρματόσκοινα δυο συνήθως εργάτες, με κινήσεις γρήγορες και με μεγάλη μαστοριά επιτελούσαν τον έργο τους. Οι Τράπεζες και πολυεθνικές εταιρίες είχαν συμφωνήσει να σβήνουν το βράδυ τις ταμπέλες στις προσόψεις τους σεβόμενοι το αρχαίο κάλλος που αν μπορούσαν βέβαια θα το έβγαζαν στο σφυρί. Ένα τέτοιο προϊόν άξιζε το βάρος του σε χρυσό. Οι προσκυνητές και περαστικοί έριχναν λοξές ματιές γεμάτες ένοχη υπερηφάνεια.
Ο παπάς λόγω δυσκολιών, λειτουργούσε μόνο ανήμερα της γιορτής του, της Μεταμορφώσεως. Ήταν συνήθεια χρόνων όσοι κάτοικοι διέμεναν ακόμα στο κέντρο, να φέρνουν κεράσματα και κρασί. Ψωμί με προζύμι και αντζούγιες κυρίως, πίτες, συνταγές του τόπου καταγωγής τους. Και φυσικά καρπούζι, πεπόνι με τυρί. Ένα πρόχειρο παζάρι στήνονταν με κάθε είδους μικροπράγματα, λιχουδιές και παιχνίδια. Λιβάνι, τσίκνα και οχλαγωγία. Όταν επέτρεπαν τα οικονομικά της ενορίας πλήρωναν μουσικούς να συντροφεύουν τις παρέες και ο χορός δεν αργούσε να στηθεί. Ο τζερτζελές κρατούσε μέχρι το μεσημέρι.
Η αριστερή λωρίδα της λεωφόρου, ιδίως ανήμερα της πανήγυρης έκλεινε επί ώρες. Ηλικιωμένοι που δυσκολεύονταν να περπατήσουν, περαστικοί που ευλαβικά άναβαν ένα κερί στα γρήγορα, ταξί, προσκυνητές από άλλες περιοχές. Οι ψαλμωδίες αντάμωναν με τους θεούς και δαίμονες που με αγανάκτηση εκτόξευαν οι οδηγοί. Όταν ιδίως η γιορτή έπεφτε εργάσιμη μέρα, η υπομονή τους εξαντλούνταν με γεωμετρική ταχύτητα. Με περισσή ντροπή και έκπληξη όταν διαπίστωναν την αιτία της καθυστέρησης, κάποιοι από αυτούς έκαναν τον σταυρό τους και συνέχιζαν την πορεία τους.
Και του χρόνου
*****
Ο Φοίβος Σταμπολιάδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1977. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Καποδιστρικό Πανεπιστήμιο και Μέσα Επικοινωνίας στο Πάντειο. Έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο στο Τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου του Lancaster. Ασχολείται τα τελευταία 20 χρόνια με την φωτογραφία. Έχει συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και την Κύπρο. Έργα του έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό Φωτογράφος και στον ιστότοπο ifocus.gr. Διηγήματα του έχουν δημοσιευτεί στα ηλεκτρονικά περιοδικά λογοτεχνίας monocleread.gr, tovivlio.net και hartismag.gr. Αγάπα τα μακρινά ταξίδια με την μοτοσυκλέτα, μελετά λογοτεχνία, ψυχολογία και βυζαντινή αρχαιολογία. Ασχολείται με το σχέδιο και την χαρακτική.