Όρσα Δρετάκη | Η κρυφή αλμύρα

© Jose Afonso Furtado

Στην αιώρα της νύχτας κρέμεται η σκέψη. Πιασμένη απ’ τον καπνό οπτασίας απούσας. Από το τώρα, το χτες και το αύριο. Δίχως χρόνο πορεύεται τ’ άστρο της σιωπής. Μπλεγμένο στα μαλλιά κάποιας νεράιδας. Που ξέφυγε από τη πάχνη. Και στοιχειώνει τις στιγμές. Του σκοταδιού και των Ερινύων του Έρωντα. Που έχασε το ξίφος του. Μέσα σε πληγή παλιά. Τόσο παλιά, όσο η νύχτα πριν γεννήσει το φως. Όσο η εντροπία πριν γεννήσει τη νύχτα. Όσο το άπειρο πριν γεννήσει το πεπερασμένο. Όσο εσύ πριν χαθείς. Όσο εσύ πριν βρεθείς. Στα μονοπάτια που περιμένουν τα βήματά σου. Κύματα που πανε αντίθετα. Όχι προς κάποια ακτή. Μα βαθιά πίσω στο πέλαγο. Αποζητώντας την ελευθερία του απεριόριστου. Αυτού που δε καταλήγει. Μα που αενάως αρχίζει. Μέσα στη καταχνιά και στην καταιγίδα, δειλή ηλιαχτίδα. Στο λιόγερμα. Τότε που όλα σωπαίνουν. Εκτός από ένα μονάχο αηδόνι. Που λέει το πιο όμορφο τραγούδι του. Σε σένα που ο Μορφέας σε άφησε γι’ απόψε. Χαμένο στο αλάβαστρο του νου. Που έχει μια λάμψη παγωμένη. Όπως μια ξεθωριασμένη ομορφιά. Σε χρόνους άλλους. Ανελέητη σκέψη. Ψάχνεις διαρκώς τον απόντα δρόμο. Αυτόν που άφησε τις ψυχές εκτεθειμένες στο βλέμμα της Μέδουσας. Τότε που ένα ανεπιθύμητο μήνυμα έκαψε τη τελευταία σου γόπα. Τότε που οι καιροί γύρισαν τα όνειρά σου. Σελίδα, σελίδα. Προς την αρχή. Σελίδα, σελίδα πριν από την αρχή. Εκεί που οργανώνονταν το αύριο. Στις εσχατιές του πόνου. Ως νύχτα που ξεχάστηκε σε μιαν άκρη του Έρωντα. Και την χτυπούν απ’ όλες τις μεριές τα κύματα των άστρων. Δίνοντάς της το τελευταίο τσιγάρο τους. Πριν τη σκοτώσει το αδέκαστο φως της αυγής. Πέλεκυς παλιός πάνω στις ρίζες. Εκεί που ξεκουράζονται τ’ αγρίμια μαζί με τους ασκιανούς τους. Εκεί που ξεκουράζεται η αλμύρα. Που ξέφυγε από το βλέμμα σου. Καθώς κοιτούσες τα γεράκια. Να αιωρούνται πάνω στη ψυχή σου. Εκεί που δεν ξέρεις που τελειώνει ο ουρανός και αρχίζει το πέλαγος. Κρυφή αλμύρα η σιωπή σου. Μπροστά στα εκκωφαντικά άστρη. Γραφή, ως ανάγλυφο δάκρυ των οριζόντων. Των χαμένων στη πολύβουη συνάθροιση του νου και της ψυχής. Που γλεντάνε, αντικριστά χορεύοντας. Με τον ρυθμό του ευ. Ασκομαντούρα ο λόγος, στο εσωτερικό σου ψιθύρισμα. Εκεί που όλα είναι αλήθεια. Που όλα έχουν γίνει. Ακόμα και αυτά που θα γίνουν, έχουν γίνει μέσα σου. Τότε που ‘γίναν αδερφοποιτοί οι Κένταυροι με τις ιέρειες της καταχνιάς σου. Και τι ειρωνεία. Κάνει πολύ κρύο στις αρχές του καλοκαιριού. Όλες τις νύχτες. Για ν’ ανάψει το σκοτάδι καίγεται η σιωπή.

* * * * *


H Όρσα Δρετάκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών. Έχει εκδώσει τα βιβλία: Το Άλικο Μπλε (Γαβριηλίδης 2016). Τότε που το σκοτάδι και το φως αγαπήθηκαν (Γραφομηχανή 2015). Στο θρόισμα του φεγγαριού (Γαβριηλίδης 2013). Το μπαχάρι της αυγής (poema 2013). Χάιδεψε ο άνεμος το φως (Βόλος 2011).
Έχει δική της περιοδική στήλη «Λέξεις πίσω από τον μύθο», στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα. Από το 2013 μέχρι σήμερα έχουν δημοσιοποιηθεί 92 άρθρα της.