Απόστολος Θηβαίος | Eντυπώσεις από την Κάρεν Στόουν

Η Κάρεν Στόουν δε μένει πια εδώ

Φρίουλι, 1975,
ρημαγμένα σπίτια
και
σκόνη στα έπιπλα

  

Για την αγαπημένη Κάρεν Στόουν,ιέρεια της οδού Κυψέλης, μες στην καρδιά των πιο μυθικών καλοκαιριών μας που αντέχουν. Που αντέχουν.

 

Η Κάρεν είχε ξαναδεί αυτό τ΄αγόρι στο φημισμένο μουσείο του Τέξας. Η Κάρεν αγαπά πολύ τα όμορφα αγόρια και έχει γνωρίσει κάμποσα από αυτά στην πατρίδα της. Όλα τα φωνάζει Αντίνοους και πεθαίνει. Νύχτες ολόκληρες ποζάρει για τα παιδιά που αγαπησε με φόντο την φωτισμένη Υόρκη. Με φόντο μια μικρή σκηνή, απομεινάρι του κόσμου η Κάρεν προσπαθεί να αντέξει τον χρόνο. Όλο το φως γεννιέται μες σε διαλυμένους κηροστάτες. Και η Κάρεν, καθώς γερνά και γίνεται ανάμνηση, ξαθωριάζουν μαζί της μεγάλες, θρυλικές πολιτείες, μαγικές σκηνές.

Υπήρξε θαυμάσια ηθοποιός, ένα αστέρι από εκείνα που γεννιούνται μια φορά μονάχα. Ζει μόνη στην Ρώμη, σ΄ένα περίφημο διαμέρισμα κοντά στον ναό της Αφροδίτης. Στην Ρώμη βρέχει πάντα και έχει ομίχλες που κρύβουν την ομορφιά της για πάντα. Η Κάρεν απόψε χωρίζει με τον Πάολο που τόσο την αγάπησε και  αυτό το Σαββατόβραδο γίνεται μεμιάς ωραίο, τραγικό και έντονο. Στα ηχεία παίζει έναν σκοπό για μια καταδικασμένη αγάπη. Ο Πάολο μοιάζει ομορφότερος από ποτέ. Φορά τ΄ακριβά υφάσματα που του χάρισε η Κάρεν και ονειρεύεται πως κάπου τον περιμένει μια σπουδαία καριέρα. Για εκείνον όλη του η ζωή μοιάζει αφοσιωμένη σε αυτό το όνειρο και στις κυρίες μιας κάποιας ηλικίας, σαν την Κάρεν ας πούμε ή τα κορίτσια στις χρωματολιθογραφίες που προσεύχονται, που προσεύχονται πριν χαθούν για πάντα.

Κάρεν, είστε τόσο όμορφη, μια αρχαία θεότητα πριν τις θυσίες. Άραγε είστε μεγαλόψυχή, άραγε Κάρεν θα βοηθήσετε ένα φτωχό, ρωμαϊκό αγόρι που ονειρεύεται πως φτιάχνει την ρημαγμένη του ζωή. Όλα φωνάζουν πως σε αγαπάω Κάρεν, όλα, το νερό, αυτή η πόλη, τα κτερίσματα και οι προμετωπίδες του Ελέους. Δεν μπορώ, όχι, δεν μπορώ να ΄μαι τρυφερος μαζί σας Κάρεν, επειδή η τρυφερότητα φαντάζει το επιστέγασμα ενός ακλόνητου χρόνου και εγώ δεν έχω χρόνο Κάρεν, θέλω ν΄αγαπηθώ τώρα, αυτήν τη στιγμή, δίχως όρους. Κάρεν, θα μείνετε για πάντα μαζί μου; Κοιτάξτε το αλμανάκ Λαμέρ γράφει για σας, ένα σύντομο βιογραφικό της καριέρας σας. Ξέρετε πόσοι διαβάζουν αυτό το περιοδικό, πόσοι θα μάθουν για το μυθικό σας πρόσωπο; Μα δεν καταλαβαίνω γιατί συναντηθήκαμε σε αυτόν τον σταθμό, δεν καταλαβαίνω γιατί η Ρώμη βρέχει πέτρινες καταιγίδες, γιατί πονούν τα μάτια μου Κάρεν.  

Η Κάρεν στέκει σε μια άκρη του τραπεζιού. Τα πενήντα και βάλε χρόνια της λάμπουν σε όλη την σκηνή, σε όλο τον κόσμο. Τα πράγματά της, το λευκό νυχτικό της και  ίσκιοι ανάμεσα στο φιλί και χρόνια μετά από εκείνο. Οι φίλοι της προσπαθούν να την κάνουν να πονέσει, οι φίλοι της σκοτώνουν κάθε νύχτα τον Πάολο εκεί εμπρός στα μάτια της, όλα τ΄αγόρια φωνάζουν μες στον ύπνο τ΄ονομά της. Όλα τ΄αγόρια βαδίζουν πλάι της σαν πειρασμός, όλες οι νύχτες περνούν από μέσα της. Είναι χαρταετός, ένας σπασμένος λαιμός, σαν εκείνη την Υγεία που ντρέπεται πάνω στην σκηνή. Η Κάρεν Στόουν ζει κιόλας βαθιά μες στα νερά, είναι κιόλας σπασμένη, ένας θρόνος διαλυμένος, μια παλιά φιγούρα κάτω από τον ήλιο.

Οι φίλοι της τραγουδούν για εκείνη. Της ζητούν δέκα εκατομύρια λιρέτες μα εκείνη δεν νοιάζεται αφού γεννήθηκε για να ζει σε μια ατμόσφαιρα βοντβίλ με ξαφνικά κρεσέντο, – θέ μου πόσα χρόνια ξοδεύτηκαν κάτω από τα φώτα, μες σε αγωνίες, χωρισμούς, ανακατατάξεις. Η Κάρεν στο όνειρό της περπατά σε μια αχανή, πανάρχαια αμμουδιά, ω κύριε Φώκνερ πώς ζωγραφίζετε έτσι τα παλιά πράγματα. Και εσείς κύριε Μίλερ όταν ταξιδεύετε σ΄αρχαίες γειτονιές εσείς κύριε Μίλερ στ΄αλήθεια είχατε αυτήν την Κάρεν στο νου σας όταν χαράζατε τις αγάπες πάνω στα χαρτιά. Σαν ισημερινοί οι άνθρωποι κύριε Μίλερ διαγράφουν έξαλλες τροχιές γύρω από τις αγάπες και τα φεγγάρια. Τώρα νιώθω και ξέρω.

Η Κάρεν σην σκηνή. Χρόνια μετά. Η Κάρεν ανάμεσα στους τέσσερεις, πομπηιανούς ρυθμούς, με όλες τις γενιές στο βλέμα της. Σε μια τρυφερή καρτ ποστάλ στο πλάι του Πάολο στην Νέα Υόρκη ή σε μια μικρή σκηνή κάπου βαθιά  μες στο ταξίδι ή τ΄όνειρο. Η Κάρεν αφήνεται να συντριβεί κάτω από το τρομακτικό άθροισμα των ανθρώπινων δεινών, μα τέτοιο άθροισμα δεν υπήρξε ποτέ, μόνον ο Πάολο, εκείνη στην Via Contiti σε ένα παζολινικό σκηνικό, ανάμεσα σε πράγματα νεκρά και ιερογλυφικά, έξω και πέρα από τις χαραυγές.

Μα τίποτε από όλα αυτά δεν έχει σημασία. Η Κάρεν στ΄αήθεια ίσως σωθεί από την φθορά, ίσως μες στις ηλικίες της να περιέχεται όλη εκείνη η αγάπη που μπορεί να την γλιτώσει. Η Κάρεν ίσως να μην υπήρξε ποτέ. Και όλα αυτά, η Ρώμη, ο Πάολο, οι ομίχλες να είναι ένα ψέμμα. Ίσως άλλη ζωή να μην υπάρχει για εκείνη από την μικρή και απέραντη σκηνή του Studio Κυψέλης.Ίσως το θέατρο και οι έρωτες και εκείνοι οι φίλοι οι προικισμένοι με την πατίνα του καιρού που μιλούν άλλες, μυστηριώδεις γλώσσες, ίσως αυτοί να κρατούν την Κάρεν ζωντανή . Την Κάρεν που απόψε περιφρονεί την μοντέρνα ζωή, την δίχως αγάπη.

Καληνύχτα κυρία Στόουν. Είστε για μας κάτι από εκείνα τα πράγματα που αντικρίζουν μόνον οι ποιητές. Καληνύχτα κυρία Στόουν από την καρδιά μιας Αθήνας που παλιώνει κυρία Στόουν. Εσείς κερδίσατε στα σημεία τον χρόνο, εσείς μπορείτε να ζήσετε σε κάθε γωνιά αυτού του κόσμου. Εσείς κυρία Στόουν θα ζείτε πάντα ευτυχισμένη αφού μπορείτε να χάνεστε πίσω από έναν θαυμαστό, πραγματικό κόσμο με ξαφνικές αποκαλύψεις και την μαρτυρία ενός μυστηρίου που μεταμορφώνεται σε θαύμα. Εσείς κυρία Στόουν, κατά κόσμον κυρία Ιμπροχώρη, μπορείτε πάντα να ταξιδεύετε, αυτή είναι η μοίρα του δικού σας ρόλου. Να ταξιδεύετε στο Ντένβερ, να πεθαίνετε από αγάπη στο Ντένβερ, να επιστρέφετε. Πάντα στο Ντένβερ, όπως ακριβώς το είπε στο Ουρλιαχτό του ο Άλεν, κυρία Στόουν.

Χρόνια μετά, είπαν η δις Στόουν καταβρόχθισε ολόκλη την ζωή μας με την φαντασία της.  Χρόνια μετά έφεραν στην μνήμη τους την δίδα Κάρεν, αγέραστη, μοναδική να σηματοδοτεί την αίσθηση μιας ανάμνησης προικισμένης  πάντα με μια άλλη ανίκητη ποιότητα. Η δις Στόουν, δίχως αμφιβολία ανήκει στους θεράποντες των τεχνών. Το φέρσιμό της, το μέτρο στις κινήσεις και τα αισθήματα ανασύρουν στο φως τους όρους μιας τόσο ανθρώπινης επιστήμης, όπως η πτυχολογία. Η εποχή της Κάρεν δεν έληξε ποτέ, τα λόγια της παραμένουν νέα, σαν στίχοι, σαν στίχοι.

Απόστολος Θηβαίος