[Ρουβίκωνας]
Το ‘ξερε καλά ο Καίσαρας πως θα τον αναγόρευαν εχθρό της πατρίδας. Μα ήξερε ακόμα κι αυτό που η Σύγκλητος αγνοούσε: πως η πατρίδα είναι κοχύλι που δίχως τους νικητές μένει κούφιο· πως όχι μόνο πολίτευμα, αλλά και γλώσσα και λαό μπορεί ν’ αλλάξει αυτό το καβούκι που λέγεται Ρώμη.
[Ο πατριώτης]
Ο σοφός Άτταλος δεν ξεγελιόταν απ’ τις μικρές νησίδες σύνεσης στην απέραντη θάλασσα της βλακείας που έπνιγε το βασίλειο· ήξερε πως ο όποιος διάδοχος, ακόμα κι αν ήταν πιο πρακτικός, σίγουρα θα βούλιαζε στην παρακμή της αυλής και των συμβούλων του. Κι άλλον τρόπο δεν έβρισκε να σωθεί η πατρίδα, που θα κατέληγε στο εξής παίγνιο της Ρώμης, απ’ το να γίνει κομμάτι της.
[Σχέδιο πόλεως]
Δεν υπήρχε στον κόσμο πόλη πιο ξακουστή για την αρχιτεκτονική της απ’ την Αθήνα. Οι αρχαίοι της πρόγονοι κι οι Ρωμαίοι ευεργέτες της την είχαν σκεπάσει με μνημεία απ’ άκρη σ’ άκρη, σε σημείο που δεν υπήρχε χώρος για κάτι καινούργιο. Άλλωστε, κανείς δε θα τολμούσε ν’ αλλάξει τίποτα σ’ αυτούς τους άγιους τόπους· εκτός από τους Ερούλους. Κι όταν οι βάρβαροι φύγανε αφήνοντας πίσω τους στάχτη, τότε θυμήθηκαν κι οι έντρομοι Αθηναίοι πως είχαν ξεχάσει πια να κτίζουν.
[Βρικόλακες]
Όταν ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αποφάσισε να μεταφέρει την καρδιά της πολιτείας στην ανατολή, οι Λάρητες, σε αντίθεση με τους Πενάτες που τον ακολούθησαν, προτίμησαν να παραμείνουν πιστοί στον τόπο τους. Είδαν από κοντά την εγκατάλειψη των παλιών θεών, τις λεηλασίες των Γότθων και των Ούννων, την εκθρόνιση του Αυγουστύλου. Αποφάσισαν πεισματικά να παραμείνουν θαμμένοι εκεί, ούτως ώστε να ξυπνήσουν μόλις η Ρώμη όρθωνε πάλι ανάστημα.
Δεν ξανασηκώθηκαν ποτέ, ούτε όταν ο Βελισάριος γύρισε πίσω τα διωγμένα λάβαρα, και σβήστηκαν πια δια παντός απ’ τα κατάστιχα των θεοτήτων. Τα όνειρά τους όμως ακόμα στοιχειώνουν τον ύπνο των θνητών.
Ο Αργύρης Κόσκορος γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα και μεγάλωσε στο Μαρούσι. Από το 2006 ζει στη Ρόδο όπου εργάζεται ως βιβλιοθηκονόμος στο Διεθνές Κέντρο Συγγραφέων και Μεταφραστών Ρόδου. Είναι μέλος της ομάδας δημιουργικής γραφής «Αγέρι Γραφής» του Δ.Κ.Σ.Μ.Ρ.