Απόστολος Θηβαίος | Οι Ευαγγελιστές

© Jacques Henri Lartigue

Ωραίοι σαν παιδιά
λαθραίοι και
ιδανικοί

 

  Σωσμένες οδηγίες απ’ την σκηνοθεσία του Μαγεμένου Τσίρκου, που διέπρεψε στην Αμβέρσα και αλλού. Βρέθηκαν σκόρπιες σε διάσπαρτα αρχεία. Καμιά φορά συνοδεύονται από ένα σκίτσο με πενάκι. Το βέβαιο είναι πως το μπουλούκι υπήρξε στ’ αλήθεια, καθώς οι γηραιότεροι, παιδιά τότε ανακαλούν στην μνήμη τους τον πάταγο που έκανε η άφιξη του τσίρκου Μοντερνάτζιο.

Άρνολντ πιο ψηλά, κρατήσου γερά από τους ιμάντες. Μην φοβάσαι, αν φοβάσαι τότε όλα πάνε στράφι. Οι κάτοικοι που θα έρθουν το απόγευμα έδωσαν στην άφιξή μας τον χαρακτήρα της ιδιαίτερης περίστασης. Δεν πρέπει να τους απογοητεύσουμε, έτσι δεν είναι; Φαντάσου την κρίσιμη στιγμή της εναλλαγής, καθώς αλλάζουμε την φορά του ενός σώματός μας εσύ να χάσεις την συγκέντρωσή σου. Δίχως Άρνολντ, δίχως δίχτυ σου είπα την πρώτη μέρα, θυμάσαι; Και έπειτα έκανα μια γενναία αύξηση στις αποδοχές σου επειδή προερχόσουν από την φημισμένη σχολή της Βαρσοβίας και τα λοιπά. Λοιπόν, μην φοβάσαι, άσε τον εαυτό σου σε μένα, μονάχα θυμήσου έρχεται μια στιγμή που τα χέρια σου πρέπει να σφαλίσουν. Αλλιώς χάθηκες Άρνολντ και μαζί σου μια ολόκληρη επιχείρηση που άφησε εποχή στην Βιέννα και το Βελιγράδι πριν ακόμη γεννηθείς..Στα λέω με αγάπη όλα τούτα και γιατί πιστεύω σε σένα. Ας πούμε πως δεν έχω χάσει την πίστη μου και πως νιώθω ό,τι μπορείς να μου αποφέρεις μια καλή πρόσοδο. Το όνομά σου δεν χρειάζεται πολλά λόγια, οι ικανότητές σου δεν απαιτούν περιγραφές. Άλλωστε έχεις ξεχωρίσει στο θέατρο του δρόμου. Ο σακάτης, ο παλιομοδίτης, ο κατά φαντασίαν, ο αρχηγός. Ειδικώς για αυτόν τον τελευταίο έγραψαν κριτικές μερικές φυλλάδες των προαστίων. Έξοχος ο νεαρός στο ολιγόλεπτο πέρασμά του. Αλλού, έφερε μια ανανέωση στην μάλλον κακοπαιγμένη παράσταση. Ας είναι λοιπόν τούτο το κέρδος των πραγμάτων.

Το μυστικό Άρνολντ είναι να λησμονήσεις για πάντα τον φόβο σου. Εσύ σταθερός στην τροχιά σου, πειθαρχημένος, δίχως να χάνεις την ψυχραιμία σου. Μην κοιτάς τα φώτα χαμηλά. Ο Ματθαίος τα ονομάζει προδοτικά φώτα και ποτέ δεν λησμονεί να  προσευχηθεί στον παράξενο άγιο του ερειπωμένου εργοστασίου. Τι τύχη, τι ναός μεγαλοπρεπής σε αυτόν τον μοναχικό άγιο. Μα το βλέπω πως είσαι έτοιμος Άρνολντ, αν μια φορά βγάλεις το πρόγραμμα, τότε για πάντα θα τα ‘χεις καταφέρει. Φαντάσου τον ήχο που κάνουν τα σώματα όταν περνούν απ’ την πλατεία, χρόνια και χρόνια φυσούν πάνω απ’ τα κεφάλια των μικρών παιδιών. Άρνολντ, φρόντισε το απόγευμα να είσαι έτοιμος. Δεν θέλω φόβους, ειδάλλως θα σε παρατήσω σε αυτόν τον βρομότοπο. Το ξέρω και το διακρίνω πως εσύ είσαι πλασμένος απ’ την πάστα των ηρώων. Ας μην ξέρεις όλα τούτα τι σημαίνουν Άρνολντ, όμως εσύ είσαι αυτά και τόσα περισσότερα.

 Άρνολντ σειρά σου. Όπως είπαμε, γύρω απ’ τον εαυτό σου και ξανά τα χέρια, ψηλότερα απ’ τους καρπούς με στυλ ευχάριστο, το χαμόγελό σου να φαίνεται, ένας προβολέας θα σε ακολουθεί. Κάτω θα χειροκροτούν και τότε όλες σου οι αναστολές θα εξανεμιστούν. Σου αρέσουν οι λέξεις Άρνολντ; Δεν μιλάς πολύ, φαίνεται η ανάσα σου κόπηκε. Μικροί θάνατοι λένε και πως δεν σαλεύει η ψυχή δίχως οράματα φίλε μου Άρνολντ. Αυτό σας το μάθανε στην σχολή της Βαρσοβίας;

Πάμε ξανά! Καλύτερα, βάδισε περήφανα, πέρνα με ελαφρές υποκλίσεις, μην πιέζεσαι, αέρινος, όλα σου τα βήματα να ‘ναι σχεδιασμένα απ’ τα πριν Άρνολντ. Όσο το πιάνο θα παίζει εκεί κάτω εμείς θα αλλάζουμε κατευθύνσεις και εμπιστοσύνη δεκάδες μέτρα πάνω απ’ αυτόν τον κόσμο. Αυτό δεν σου αρκεί Άρνολντ; Ξέρεις πόσο μου στοίχισες; Όμως η φαντασία μου είναι αριστοτελική και έχει εντός μου οριστεί της δόξας πηγή.  Επιμένω πως μια μέρα θα δικαιώσεις όλο το χρυσάφι που διέθεσα για χάρη σου.  Πως μια μέρα Άρνολντ, μια μέρα θα κερδίσεις το παιχνίδι της ζωής.

 §  

Κάπου αλλού γράφει για μια άλλη περίπτωση φαινομενικά ασύνδετη με όσα έχουν προηγηθεί. Πρόκειται για το εαρινό ημερολόγιο ή αλλιώς τον σπασμό του Ιούδα.Μοιάζει με ιστορία σωσμένη για τον κλονισμό που γέννησε, άσχετη με το ωραίο τσίρκο Μοντερνάτζιο του περασμένου αιώνα. Είναι εμπνευσμένη από τα σκοτεινά χρόνια. Οι μητέρες του Μπουένος Άιρες γνωρίζουν. 

Τον είδαν στην λεωφόρο. Φορούσε το σακάκι του και προσπαθούσε να διασχίσει το ποτάμι μαζί με χιλιάδες άλλους. Όλοι τους κρατούσαν μια πρόχειρη βαλίτσα ή χειρότερα μια συσκευασία στιγμιαίου καφέ. η πολιτεία άχνιζε, μα η καρδιά του  ήταν κιόλας αλλού. Ήταν για την ακρίβεια τ’ απομεινάρια ενός αντεστραμμένου κήπου. Πέρασε και τα λεωφορεία, αδειανοί μου σταθμοί, νύχτες στο Αμύνταιο, αναμονές σ’ αρχαίες προκυμαίες. Χρόνια και χρόνια θα γυρίζει στα χαμένα. Όσοι τον αντίκρισαν, είπαν κοιτάξτε, αυτός είναι κιόλας νεκρός. Χτυπούσαν τα μαλάματα στον κόρφο του και η πολιτεία χανόταν μες στα χρόνια περιστύλια. Κάτω στις αλυκές είπε να πεθάνει. Μα δεν γνώριζε πώς πνίγονται όσοι δηλώνουν μισοί οράματα, μισοί πλάσματα θαλασσινά. Το στοιχειό του είναι ο αέρας και έτσι πλανάται, πάνω απ’ τις πλαγιές με τους μανδραγόρες. Το εκκρεμές του κόσμου και η γλυκιά, η απατηλή φωνή του παγονιού. Τον βρήκαν μετά τα λεωφορεία, σε μια απερίγραπτη κατάσταση. Ειδοποίησαν το σπίτι του. Κρεμάστηκε κυρία μου, βλέπετε όλους μας κατέχουν τα σώματα. Συγνώμη για την σκληρότητα, συγχωρέστε με κυρία. Μα πρέπει να συνέλθετε. Το θύμα είπαν εξάντλησε την ηθική του κόσμου αυτού. Μα είναι καλύτερα σε τέτοιες περιπτώσεις οι δράστες να δίνουν μόνοι τους ένα τέλος. Για τον Θεό κυρία ησυχάστε. Συμμαζέψτε ό,τι σας απέμεινε και περάστε να παραλάβετε την αποζημίωση του άτυχου άνδρα. Τριάντα αργύρια, κυρία. Τίποτε περισσότερο.

 

Απόστολος Θηβαίος