Εκλιπαρώ για λίγο φως απ’τους διάττοντες
πυρακτωμένα σώματα
που ακτινοβολούν κατά την πτώση τους
…όποια κι αν είναι αυτή.
Μια ψυχή θολή φιγούρα,
στέκεται αόρατη αιώνες τώρα,
στο κατώφλι του φεγγαριού.
Χαμένη μέσα σε πρέπει
μικροαστικά κι εφήμερα.
Σμιλεμένη απ’το καλέμι
του λιθοξόου χρόνου,
υποταγμένη στις τάξεις της λογικής.
Μια ψυχή παγιδευμένη
στα ερείπια ονείρων απατηλών
που κάθε νύχτα
τις κρύες κι ασάλευτες ώρες των σκέψεων
αγωνίζεται να ζωντανέψει
αντικρίζοντας το φως κάποιου
διάττοντα που αρνείται επίμονα
…να σβήσει!
***
Η Ύπαρξή μας τρύπωσε σε φυλλωσιές ελπίδας
νύχτες απόγνωσης που ο ήχος τους έγινε θρήνος
και ο θρήνος κύμα που άφησε τα ίχνη του ανεξίτηλα
στις διαδρομές της ψυχής μας.
Φωνές απ’ το βάθος του χρόνου
τις κρατώ σφιχτά με τα πλοκάμια μου.
Στο βάθος μια πόρτα που στο άνοιγμά της
μας οδηγεί σε δαιδαλώδεις διαδρομές άναρχων συναισθημάτων.
Οι αντοχές μας λιποτάχτησαν στα τόσα αδηφάγα χρόνια που πέρασαν.
Βουτιά στο μόχθο της ζωής μια ψυχή που ακόμα περιμένει.
Ανάσα χαράς που μας δροσίζει η ελπίδα,
που ξεπηδά απ’ τη σκιά των βράχων
ντυμένη με χρώματα ερεθιστικά ,δε συμβιβάζεται.
Οι Υπάρξεις μας ανταμώνουν στη δημιουργία,
στην ατέρμονη παράσταση που αντανακλάται στην άχνα της ζωής.
***
Ανοχή που αναθρέφει ψυχές βασανισμένες
αναμοχλεύει ζωές μέσα στα βάλτο της παρακμής
και σφυρίζει αδιάφορα με άδειο βλέμμα,
οδηγώντας μας ολοένα και περισσότερο
σε μια κρίση που σκοτεινιάζει τα άπαντα.
Μια σιωπή γαντζωμένη στα βήματα ενός χρόνου
που σιγά σιγά εξανεμίζεται.
Ανοχή που σακατεύει τις καρδιές
έρμαια στα αμείλικτα χέρια των ανέμων
που ακολουθούν.
Στόματα κλειστά που ανακατεύουν το σάλιο
με στάλες αίματος,
στόματα που ξέχασαν τις λέξεις της ζωής
και ανοίγουν μόνο για να δεχτούν τροφή
μισοσβήνοντας την πείνα τους.
Ανοχή σε σκέψεις ζαρωμένες
και στο φόβο που αγναντεύει
της καρδιάς τα όνειρα.
Μια ανοχή που εκμεταλλεύεται
τους φοβισμένους ήχους των υποτελών
και μας οδηγεί αλυσοδεμένους
μέσα στη λαίλαπα,
ενός παράλογου κόσμου.
Αθετώντας τις προσδοκίες
που έχουν πια κατρακυλήσει
τρυπωμένες και πληγωμένες
σε μέρη θολά και απόσκια
αναμένοντας το χέρι που θα τους λούσει
με τον ήλιο της καινούριας ημέρας
αψηφώντας φόβους, συντριβές και ανοχές…!
Ο Δημήτρης Καρπέτης γεννήθηκε στην Ορμύλια Χαλκιδικής το 1969. Από το 2000 δουλεύει σε Δημόσια Υπηρεσία. Έχει ταξιδέψει σε Ευρώπη και Αμερική. Γραπτά του έχουν δημοσιευθεί σε πολλούς λογοτεχνικούς ιστότοπους. Πάντα θα προσπαθεί και θα αγωνίζεται για μια κοινωνία με κέντρο πραγματικά τον άνθρωπο.