15
Ἀθήνα, Δευτέρα πρωί [17.8.1959]
Λενούλα, λατρεία μου,
Σ’ ἀγαπῶ τόσο πολύ, ἀγάπη μου. Καί σοῦ γράφω τώρα δυό λόγια στά βιαστικά ἐλπίζοντας νά τά θέλεις καί νά μή σ’ ἐνοχλοῦν. Σέ σκέφτομαι συνεχῶς. Κι ἄν πρός στιγμή ἀφαιρεθῶ σέ κάτι ἄλλο, ὅταν ἐπιστρέφω στή λατρεία σου διερωτιέμαι πάντα: «μά εἶναι δυνατό;». Χτες βράδυ εἴμαστε ὅλοι στήν Κηφισιά. Κι ἡ Σούλα, κι ὁ Κριεζῆς μαζί.1 Και μιλούσανε φυσικά μέ πολλήν ἀγάπη γιά σένα. Οἱ Ἀργυρόπουλοι λέγανε γιά τήν κάρτα πού τούς ἔστειλες, ἡ Σούλα ὑπελόγιζε τή διάρκεια τῶν διαμονῶν σου, καί κατόπι τά γνωστά περί «ντόν Μιγκουέλ»2 καί «νά δεῖτε θά μᾶς τήν κρατήσουν ἐκεῖ» κλπ. Δίχως ἄλλο, ἄν προσέχαν ποτέ, δέν θά τούς διέφευγε ἡ ἀπόχρωσις τοῦ γέλιου μου: κίτρινη. Ἡ τρομάρα μάνιαζε μέσα μου. Εἴτανε σάν νά μέ χωρίζανε ἀπό σένα, σά νά μπαίνανε ἄκαρδα, βάναυσα, ἀνάμεσα σέ σένα καί σέ μένα. Προχτές εἴμουνα μέ μιάν ἄλλη συντροφιά κοντά στή θάλασσα. Ἀνία. Τραβήχτηκα μόνος, γιά νά βρεθῶ πολύ κοντά σου, πολύ μακριά σου, καί σκεφτόμουνα πώς ἐσύ εἶσαι ἡ πιό ὄμορφή μου θάλασσα, ἡ πιό ὄμορφή μου ἀκτή, τό πιό ὄμορφό μου καλοκαίρι, ἡ μόνη μου θάλασσα, ἡ μόνη μου ἀκτή τό μόνο μου καλοκαίρι. Τήν ἀγαπούσα κάποτε τή Φλορεντία. Τώρα τήν ἀγαπῶ μόνο γιατί βρίσκεσαι ἐκεῖ. Γιατί τώρα ἀγαπῶ μόνο ἐσένα: τώρα καί πάντα. Δέν πρέπει να μ’ ἀφήσεις ποτέ. (Αὐτό το «πρέπει»!). Φιλῶ τό στοματάκι σου, φιλῶ τά πόδια σου, ἀγάπη μου.
Νῖκος
- Σούλα Τζάκου: Ἀρχριτέκτων. Μετέπειτα καθηγήτρια στό Πολυτεχνεῖο. Ἀντώνης Κριεζῆς: Ἀρχιτέκτων, καθηγητής στό Πολυτεχνεῖο. Καί οἱ δύο ἀναφέρονται καί σέ ἑπόμενες ἐπιστολές.
- «Ντόν Μιγκουέλ»: Συνθηματική ἀναφορά στόν τύπο τοῦ ἱσπανοῦ «καρδιοκατακτητῆ». Ἡ φράση ἐπαναλαμβάνεται στήν ἐπιστολή ὑπ’ἀριθ.21.
Νίκος Εγγονόπουλος - ...καὶ σ' ἀγαπῶ παράφορα: γράμματα στή Λένα 1959-1967 – Ίκαρος, 1994