Durs Grünbein | Του χιονιού ή Ο Ντεκάρτ στη Γερμανία

Τριακόσια ογδόντα τέσσερα χρόνια μετά το χειμώνα του 1619, το 2003, ο Γερμανός ποιητής Ντουρς Γκρύνμπαϊν δημοσιεύει το αφηγηματικό ποίημα “Του χιονιού ή Ο Ντεκάρτ στη Γερμανία”, καταγράφοντας τις μέρες εκείνες που υπήρξαν σημαντικότατες για τον Γάλλο φιλόσοφο, καθότι διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στις μετέπειτα φιλοσοφικές τοποθετήσεις του. Η πένα του Γκρύνμπαϊν διεισδύει καίρια στον ακριβοθώρητο κόσμο του Ντεκάρτ, συνθέτοντας τη δική της ποιητική μυθολογική εκδοχή που, ενώ βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα, τα καταχράται για ν’ ανασκευάσει την Ιστορία μέσα από το πρίσμα της ποιητικής ευκρίνειας.
[Από την εισαγωγή των μεταφραστών]


 

  1. Το χιόνι του σήμερα [Απόσπασμα]

Κύριε, ξυπνήστε. Χιόνιζε όλη τη νύχτα. Μέχρι εκεί όπου φτάνει το μάτι, πάνω σε μια λευκή έκταση, στολίζεται η χώρα με λευκούς κώνους. Είναι τα δέντρα, που στόλισε ο μεγάλος διοργανωτής με το χειμωνιάτικο χέρι του. Λέγεται ότι την εκτιμάτε τη διάθεσή του για παιχνίδι, καθώς βάζει σκουφιά πάνω στους πύργους και τις σκεπές με κρύα πούπουλα καλύπτει.
Η κρυστάλλινη φανέλα του, πλεγμένη από νιφάδες, σκεπάζει αρυτίδωτα τους διαδρόμους, μέχρι να μαζέψει και να γεμίσει χιόνι όλο τον κόσμο – ένα μεγάλο βιβλίο με κατάλευκες σελίδες, που μόνον Αυτός γράφει.

[Σελ. 19]

 

 

  1. Περί οράσεως [Απόσπασμα]

«Σ’ όλη του τη ζωή ο Ντεκάρτ παρέμενε
στο κρεβάτι μέχρι το μεσημέρι».

  
Μια καινούργια μέρα. Το φως έρπει δισταχτικά στον τοίχο προς τα κάτω, όπως το νερό ανεβαίνει αντιστρόφως σ’ ένα γυάλινο δοχείο.
Σύντομα το δώμα θα είναι λουσμένο στο ηλιόφως.
Έξω η γη, όπως άλλωστε και χθες, κείτεται άκαμπτη στο χέρι του χειμώνα.
Το ψυχρός είναι τώρα απλώς ένα επίθετο, όπως το γέρος, ώριμος
ακριβής. Λουλούδια από πάγο δημιουργούσαν στα τζάμια ένα μπουκέτο κρυστάλλινης ομορφιάς και μικρής διάρκειας.
Το αγριοκάτσικο οργώνει με τα κέρατά του το φρέσκο χιόνι.
Τα Χριστούγεννα έχουν περάσει. Στο ράφι το λαρδί έχει ταγκιάσει.
Πλησιάζει προς το τέλος. Σύντομα γράφεται το έτος 1620.   

[Σελ.77]

 

 

  1. Υποψία, υποψία [Απόσπασμα]

Τώρα ήταν άρρωστος. Κι από το χαρούμενο ντουέτο
απέμεινε μόνο βογκητό στο κρεβάτι. Κατόπιν δε σηκώθηκε.
Οι μέρες περνούσαν. Κανένας δεν του φώναξε: σε χρειαζόμαστε.
Και αντί να γράφει, έπαιζε με τις μανσέτες της ρόμπας του.
Ιδρωμένος, με το μαύρο μαλλί ανάκατο, έμενε ξαπλωμένος,
εδώ και μέρες άπλυτος, μπρούμυτα. Τα μαξιλάρια νωπά –
είχε πυρετό, και καταβεβλημένος από το συνάχι έτριβε
με αναφιλητά το μικρό δάχτυλο του ποδιού του.
Ήταν μόνος. Πολύ αδύναμος, κατάκοπος, για να ξεκαθαρίσει
λογαριασμούς μ’ αυτόν τον άθλιο, το Gillot. Κι έξω χιόνι.

[Σελ.128]


Durs Grünbein - Του χιονιού ή Ο Ντεκάρτ στη Γερμανία – Κέδρος, 2007
Εισαγωγή – Μετάφραση – Σημειώσεις: Γιώργος Λίλλης – Θωμάς Πούτας