1.
Δεν είναι του Μάη τέτοιος αέρας, ρυπαρός
που κάνει πιο σκοτεινό ακόμη
τον σκοτεινό ξένο κήπο: αυτός
που με τυφλές ξαστεριές τον θαμπώνει…
σαλιάρης, κιτρινωπός ο ουρανός απ’ τις σοφίτες
σκεπάζει τις καμπύλες του Τίβερη, ζυγώνει
στις σκουρογάλαζες του Λάτσιο βουνοκορφές.
Νεκρική στάζει μια ειρήνη, ψυχρή
και ξένη απ’ των γηραιών τοίχων τις οπές
ο Μάης. Εδώ ο κόσμος τελειώνει: σκληρή
η περασμένη δεκαετία∙ προβάλλει απ’ τα συντρίμμια
η άδολη ανάγκη της ζωής. Η σιωπή στείρα και υγρή.
Νέος, εσύ, σ’ εκείνου του Μάη τη ζέση, που η γύμνια
φώτιζε… τότε που το λάθος ήταν σημάδι ζωής
ακόμη, εσύ, με το λεπτό σου χέρι και διόλου ίδια
με τον πατέρα (λιγότερο άμυαλος και πιο υγιής)
σχεδίαζες το περίγραμμα της ιδεολογίας που ξυπνάει
(όχι, όμως, για εμάς˙ νεκρός εσύ, κι εμείς
νεκροί μαζί σου ∙στον υγρό ξένο κήπο δεν περνάει
κανείς) αυτή τη σιωπή. Δεν μπορείς παρά εξόριστος
να αράξεις στον τόπο αυτό: πατρικία η πλήξη σου μιλάει.
Μαραμένο και μόνο σε πλησιάζει (εσύ βουβός)
ένα χτύπημα αμονιού απ’ του Τεστάτσιο τα συνεργεία.
Δειλινό. Στα θλιβερά υπόστεγα τενεκεδόκουτα, χαμολαός,
παλιατσαρία. Ένα παιδί, μουρμουρίζοντας
του τόπου του μια γνωστή μελωδία,
κλείνει τη μέρα του. Ορίζοντας.
Τριγύρω σταματά να βρέχει.
Πιερ Πάολο Παζολίνι - Οι στάχτες του Γκράμσι – Οροπέδιο, 2016
Μετάφραση: Ελένη Κοσμά