Απ’ το πρωί λαχταρούσε να γευτεί φρέσκο ζεστό ψωμί, είχε κλείσει δύο μέρες νηστικός. Αυτός ο φούρνος, σκεφτόνταν, αυτή η αναθεματισμένη μυρωδιά, τον είχε χτυπήσει σαν σφαίρα στο στέρνο, απ’ το πρωί αιμορραγούσε. Μια φέτα ή δύο θα ήταν αρκετές, αρκεί να ‘ναι ζεστό. Η μέρα φαινόταν σκάρτη, όπως η χθεσινή, έπρεπε να αλλάξει πόστο, είχε πολλά χέρια αυτός ο πεζόδρομος.
Αποφάσισε να πάει παρακάτω. Κυριακή σήμερα, οι άνθρωποι είναι πιο καλοί τις Κυριακές, με τα πρώτα κέρματα θα αγόραζε μια φραντζόλα ψωμί, να φάει να σταματήσει να πονάει η πληγή. Στάθηκε έξω από ένα κατάστημα, δύο γυναίκες έβγαιναν απ’ την πόρτα, έκανε να απλώσει το χέρι.
– Αυτό το σετ μαχαιριών είναι καταπληκτικό, το ‘χω κι εγώ.
– Δεν ξέρεις, πόσο καιρό το έψαχνα.
– Θα τρελαθείς, μόλις χρησιμοποιήσεις το μαχαίρι για το ψωμί, είπε αγγίζοντας κατά λάθος το απλωμένο χέρι.
Η Φανή Καλαμπόκη γεννήθηκε το 1985. Είναι απόφοιτος του τμήματος φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας της Φιλοσοφικής σχολής Αθηνών. Ζει και εργάζεται στη Σάμο. Γράφει ποιήματα και πεζά.