Γράφει ο Κωστής Αργυριάδης
1
Άπασα η ζωή των κοινωνιών στις οποίες κυριαρχούν οι σύγχρονες συνθήκες παραγωγής προαναγγέλλεται ως μια απέραντη συσσώρευση θεαμάτων. Ό,τι υπήρξε άμεσο βίωμα έχει απομακρυνθεί σε μια παράσταση.
2
Οι εικόνες που αποσπάσθηκαν από κάθε όψη της ζωής, συγχωνεύονται σε μια κοινή πορεία όπου η ενότητα αυτής της ζωής δεν είναι δυνατό πλέον να αποκατασταθεί. Η αποσπασματικά θεωρημένη πραγματικότητα εκτυλίσσεται εντός της ίδιας της γενικής ενότητας ως ένας κεχωρισμένος ψευδόκοσμος, αντικείμενο της μοναδικής παρατήρησης. Η εξειδίκευση των εικόνων του κόσμου επανευρίσκεται ολοκληρωμένη, εντός του κόσμου της αυτονομημένης εικόνας, όπου το ψευδές εξαπάτησε τον ίδιο του τον εαυτό. Το θέαμα, γενικά, ως συγκεκριμένη αντιστροφή της ζωής, είναι η αυτόνομη κίνηση του μη-ζώντος.
3
Το θέαμα παρουσιάζεται ταυτοχρόνως ως η ίδια η κοινωνία, ως ένα μέρος της κοινωνίας και ως όργανο ενοποίησης. Ως μέρος της κοινωνίας είναι ρητά ο τομέας ο συγκεντρώνων παν βλέμμα και πάσα συνείδηση. Επειδή ακριβώς αυτός ο τομέας είναι διαχωρισμένος, είναι ο τόπος του εξαπατηθέντος βλέμματος και της ψευδής συνείδησης. Και η ενοποίηση που επιτελεί δεν είναι τίποτε άλλο από την επίσημη γλώσσα του γενικευμένου διαχωρισμού.
4
Το θέαμα δεν είναι σύνολο εικόνων αλλά μια κοινωνική σχέση ατόμων διαμεσολαβούμενη από τις εικόνες.
Αυτές είναι οι πρώτες τέσσερις θέσεις Η κοινωνία του θεάματος, του Γκυ Ντεμπόρ
Το ύφος του Μενέλαου Πειστικού σε μεταφέρει σε μια φυλακή, ανοιχτή και κλειστή μαζί. Ο Μενέλαος δημιουργεί ένα δικό του Σύμπαν και σε καλεί, αν τολμάς να το εξερευνήσεις. Ο κύριος Μ είμαστε όλοι μας. Οι προβληματισμοί του, τα θαυμαστικά του, οι αναζητήσεις του είναι εμείς μεταμφιεσμένοι σε λέξεις, νεολογισμούς και εικόνες.
Ως φωτογράφος οφείλω να ομολογήσω ότι το βιβλίο βρίθει από συνταρακτικές, συμπαγείς εικόνες προσεκτικά δομημένες που όμως, η μαγεία της λογοτεχνίας κάνει την καθεμιά από αυτές προσωπικά δική μας. Στον κόσμο της φωτογραφίας η κάθε εικόνα που θεωρείται άξια αναφοράς αποτελείται από δύο στοιχεία: το ‘’studium’’ δηλαδή το γενικό πλαίσιο της εικόνας, από τι αποτελείται η εικόνα, ποια είναι τα στοιχεία και τα μέρη της και το ‘’punctum’’ δηλαδή το σημείο αυτό της φωτογραφίας που την απογειώνει και την καθιστά ανεπανάληπτη για κάθε θεατή με διαφορετικό τρόπο. Στους μακάριους θεατές το studium είναι η σύγχρονη πραγματικότητα και το punctum είναι ο κύριος Μ και ο προσωπικός αγώνας του να μείνει όρθιος και αληθινός προσεγγίζοντας την ατόφια άβυσσο, ένας αγώνας που μας μεταφέρει έξω από το βιβλίο και μας επιστρέφει στην καθημερινή μας ζωή και τα προβλήματα που αρχίζουν να παίρνουν ένα νέο σχήμα, κλείνοντας πια το βιβλίο.
Δική μας λοιπόν είναι η κάθοδος του κύριου Μ σε ένα κοινωνικό-πολιτικό φαντασιακό όπου ο ίδιος καλείται να ερμηνεύσει μια πληθώρα καταστασιακών μοτίβων βγαλμένα μέσα από μία σκοτεινή αλλά όχι και τόσο απίθανη πραγματικότητα η οποία προσπαθεί να κατατάξει όπως, όπως τον κύριο Μ στα λημέρια της, με σκοπό την αφομοίωσή του και εν τέλη τη σιωπή του. Όπως κάθε σύστημα, έτσι και αυτό στους μακάριους θεατές, μοιάζει ανίκητο , έτοιμο να καταβροχθίσει και να χρησιμοποιήσει υπέρ του ακόμη και αυτή την ύστατη καφκική αντίδραση στα δεδομένα και στη φύση αυτού του συστήματος. Είναι όμως έτσι;
Όλα τα λάθη του κόσμου, όλα τα παραπροϊόντα της υπερκατανάλωσης και της κοινωνίας του θεάματος μας παρουσιάζονται εδώ κάτω από τον φανταστικό παθητικοεπιθετικό μεγεθυντήρα του κύριου Μ ο οποίος έκπληκτος ανακαλύπτει τον δικό του (;) ιδιωτικό καινούργιο θαυμαστό κόσμο. Έναν κόσμο όπου ο θρίαμβος της κατανάλωσης είναι γεγονός, έναν κόσμο όπου η απουσία πραγματικού νοήματος είναι εκκωφαντική, έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από μια κρίση και έναν σκεπτικισμό όσον αφορά την αξία της τεχνολογικής προόδου στη ζωή μας.
Οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες είναι μοτίβα ρόλων που εξυπηρετούν την φανταστική δυστοπία που διέπει όλο το έργο: άνθρωποι μαριονέτες με εργαλειακό ορθολογισμό, άνθρωποι αποξενωμένοι από την ουσία της ζωής, άνθρωποι γοητευμένοι από μια υποτιθέμενη ‘’κυριαρχία’’ του ανθρώπου πάνω στη φύση. Μέσα σε αυτή τη δυστοπία δεν θα διστάσει να συγκρουστεί με τις Μεγάλες Ιδέες καθώς και με την τελολογική και
ολοκληρωτική πλευρά αυτών, θα φοβηθεί, θα κάνει σωστές και λάθος επιλογές που ίσως επηρεάσουν (από πολύ έως καθόλου) τη ροή αυτής της κατάβασης στην άβυσσο που ονομάζουμε σύγχρονη κοινωνία και θα διατελέσει εν τέλει οποιοδήποτε ρόλο μπορεί να κάνει και μη ένας άνθρωπος αντιμέτωπος με τον Κόσμο: θα ζήσει, κάνοντας εχθρούς και φίλους, μέντορες και συνοδοιπόρους στο Χάος. Μέσα σε έναν κυκεώνα απάθειας και ιδιωτικοποίησης του Όλου θα πορευτεί προς μια αναζήτηση Αλήθειας πολύ μεγαλύτερης και πολύ διαφορετικής από την ισχύουσα. Ο αγώνας, όπως όλοι οι ηρωικοί αγώνες, είναι άνισος και ρομαντικός. Σαν ένας νέος Δον Κιχώτης λοιπόν ρίχνεται με φόρα στους ανεμόμυλους του παρόντος και η πορεία του είναι συναρπαστική.