Μαριαλένα Ηλία | Δύο ποιήματα

© Manuel Alvarez Bravo

Το Ανατρίχιασμα

Μεγάλος ανοιχτός διάδρομος (ενός παλατιού).
Άνθρωποι περπατάνε βιαστικά
και αστόχαστα
πάνω στα μάρμαρα
και στις στιγμές που πέφτουν
στο κενό-
ανάμεσα στις φυλλωσιές μια συκιάς με ήλιο φθινοπωρινό
και στα καινούρια μοκασίν (και αθόρυβα) παπούτσια τους.
Εγώ, κάπου στην άκρη της εικόνας
στέκομαι στη μέση και
προσπαθώ να καταλάβω –
οι σκιές από τα θολά πρόσωπα τρεμοπαίζουν πάνω μου.
Στην άλλη άκρη
ξεχωρίζω κάποιους γνωστούς-
κοντινούς μου κάποτε ανθρώπους.
Κανείς δεν μου χαμογελά.
Στα μάτια τους λάμπει ένας βούρκος
με πίκρα, θυσίες θεαματικές που στάζουν απ’ τα ακριβά τους ρούχα –
και κάτι μαχαίρια μικρά
μα μυτερά
που αστράφτουν χωμένα καλά στα χέρια τους.
Δεν το περίμενα.
Νόμιζα πως τουλάχιστον κάτι θα λέγαμε.
Εδώ είναι τόσο μεγάλες οι αποστάσεις
που με σκεπάζει το λευκό φως της μέρας μες το κενό τους.
Νόμιζα,
πως έστω θα θυμόμασταν τα στάχυα του Ιούνη που βλέπαμε από μακρυά
κλεισμένοι στα αυτοκίνητα μας
και μες τις σκέψεις που μας χώριζαν πάντα.
Πως θα δείχναμε με αφέλεια υποκριτική
την πανσέληνο που κολυμπά στον ουρανό-
κάπως να κρύψουμε το άγνωστο αναμεσά μας.
Κι όμως τίποτα.
Κάθονται στις πλαστικές καρέκλες τους και βλέπουν ασάλευτα προς το μέρος μου,
με μια ματιά που κάνει τις τρίχες στο σώμα μου να αναπηδήσουν.

 


Φθινοπωρινό

Μια κομμένη φέτα φεγγάρι
στον ουρανό.
Ένα ηλιοβασίλεμα
καμωμένο λιωμένη λεβάντα
και φλούδες πορτοκαλιού.
Ένας Σεπτέμβρης
με άδειες καρέκλες διάσπαρτες σε ένα χωράφι
περιμένοντας το νέο να φτάσει.
Ζεστός καφές
που υγραίνει τα ποτήρια,
ανοιχτά παράθυρα
και κουρτίνες λευκές-
πλέουν πάνω σε γυρισμένα πρόσωπα.
Κάτι περιμένουν.
Ποιο (να) είναι το νόημα;
Πολλή η φασαρία.
Ξεκολλώ απ’ τις οθόνες και τρέχω.
Για που δεν θα ξερά να πω.

 


Η Μαριαλένα Ηλία έχει σπουδάσει Αγγλική Γλωσσολογία και Φιλολογία στην Αγγλία. Ασχολείται με την συγγραφή τόσο στα ελληνικά όσο και στα αγγλικά. Ποιήματα της και δοκίμια, έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα ελληνικά, λογοτεχνικά περιοδικά. Παράλληλα, καταπιάνεται με τη ζωγραφική και την εικονογράφηση που αγαπά ιδιαιτέρως.