Γιώργος Αραμπατζής | Κραμ ή στην υπηρεσία του γενικού καλού

© Ferdinando Scianna

Ο Κραμ στριφογύριζε στο ντιβάνι όπου είχε πέσει πρόχειρα να κοιμηθεί όταν ένιωσε το κάλεσμα του νεκρού πατέρα του. Στη στιγμή σηκώθηκε και διέσχισε την απόσταση μέχρι την άκρη του δάσους όπου τον περίμενε το φάντασμα. Ο μπαμπάς του Κραμ ήταν γνωστός υπερασπιστής της χώρας. Τώρα, ωστόσο, σαν πνεύμα, ζήτησε από τον υπάκουο γιό του να πολεμήσει τη χώρα γιατί μόνο έτσι αυτή θα γινόταν δυνατή, όταν δηλαδή θα είχε να αντιμετωπίσει έναν ισχυρό αντίπαλο. Καθώς ο μπαμπάς δεν δεχόταν αντιρρήσεις, ο Κραμ γονάτισε και ορκίσθηκε στο φάντασμα του γεννήτορά του ότι θα μαχόταν τη χώρα μέχρι αυτή να αποκτήσει πλήρη παντοδυναμία. Τότε το φάντασμα χάιδεψε τα μαλλιά του, κάτι που ο νέος άνδρας αισθάνθηκε σαν παγωμένο ρεύμα στο κεφάλι του και ανατρίχιασε.

Την επόμενη μέρα αποφάσισε πως ο καλύτερος τρόπος να επιτεθεί στη χώρα ήταν να αφανίσει τη ζωή της Λαίδης Βικτώριας. Δεν ήταν άραγε η Λαίδη το δροσερό και κεφάτο πνεύμα του βασιλείου με το οποίο ήταν όλοι ερωτευμένοι, ακόμη και ο ίδιος ο Κραμ; Ήταν βέβαιο λοιπόν ότι αν της αφαιρούσε την ύπαρξη, η χώρα θα πλήττονταν θανάσιμα και η γενική αντίδραση θα της προσέδιδε μια νέα, μεγαλύτερη ισχύ.

Όταν η Λαίδη Βικτώρια είδε τον Κραμ κατάλαβε ότι δεν είχε έρθει για καλό. Τη βοήθησε να εννοήσει τις κακές προθέσεις του το γεγονός ότι αυτός πατούσε στο ταβάνι και το κεφάλι από το ανεστραμμένο κορμί του την άγγιζε σχεδόν στο πρόσωπο. Αμέσως συνέλαβε ένα σχέδιο για να σώσει τη ζωή της. Θα έμπλεκε τον Κραμ σε φιλοσοφικές συζητήσεις και έτσι θα καθυστερούσε το μοιραίο μήπως και βρει τρόπο να του ξεφύγει.

-Τώρα τελευταία, ξεκίνησε να λέει στον Κραμ, ορισμένοι αναθεωρητές πιστεύουν ότι η ζωή της χώρας μπορεί να ρυθμιστεί σαν μια παρτίδα σκάκι. Αρκεί να μοιραστεί σε μαύρα και άσπρα τετράγωνα, όχι τόσο μικρά βέβαια αλλά τέτοια που να καλύπτουν πολλά τετραγωνικά χιλιόμετρα το καθένα. Μετά, κινώντας τους πολίτες με τάξη και ισονομία, από τετράγωνο σε τετράγωνο, θα έχουμε μια δίκαιη πολιτεία. Αυτή όπως λένε είναι η στρατηγική τους. Τι γνώμη έχετε;

Η Λαίδη Βικτώρια χρησιμοποίησε τη λέξη «στρατηγική» ηθελημένα γιατί ήξερε ότι αυτή τσιγκλούσε τους άνδρες να αρχίζουν ατελείωτες συζητήσεις. Αυτό το είχε μάθει από έναν ταγματάρχη των Δραγόνων που κάποτε τη φλέρταρε. Με το λέγε-λέγε ίσως ο Κραμ να ξεχνούσε τη φοβερή αποστολή του.

-Έχω ακούσει κι εγώ, απάντησε ο Κραμ, αυτή την ιστορία με τους αναθεωρητές. Η γνώμη μου, όμως, είναι ότι από το σκάκι δυο πιόνια μόνο έχουν σημασία, η λευκή βασίλισσα και το μαύρο άλογο.

Η Λαίδη Βικτώρια κατάλαβε ότι το κόλπο της δεν είχε πιάσει. Η αναφορά στα δυο πιόνια ήταν απολύτως ξεκάθαρη. Ο Κραμ είχε έρθει να της πάρει τη ζωή. Η λαίδη ήταν γενναία γυναίκα και δεν επρόκειτο ούτε να κλάψει ούτε να ικετέψει. Τέντωσε τον υπέροχο λαιμό της, έστρεψε το πρόσωπο της έτσι που να πλησιάζει περισσότερο το πρόσωπο του ανεστραμμένου άνδρα και αφέθηκε στη μοίρα της.

Κάτι όμως είχε αλλάξει στον Κραμ. Έτσι που του προσφέρθηκε το πρόσωπο της Λαίδης, τεντώθηκε και τη φίλησε τρυφερά στο στόμα. Από εκεί και ύστερα τα πράγματα πήγαν πολύ γρήγορα. Σε λίγο καιρό ήταν παντρεμένοι και εννιά μήνες αργότερα η Λαίδη Βικτώρια γέννησε τον γιό τους, τον Κραμ τον Νεότερο. Ο Κραμ που είχε τύψεις επειδή παράκουσε την εντολή του φαντάσματος-πατέρα του, δεν περίμενε να πεθάνει για να καθοδηγήσει τον δικό του γιό. Όταν ο Νεότερος έγινε δεκαοχτώ ο Κραμ τον πήρε παράμερα και του εξήγησε περί της ανάγκης να προστατευθεί αντιθετικώς η χώρα. Με έκπληξη ωστόσο άκουσε τον γιό του να τον αμφισβητεί.

-Η διαλεκτική της ιστορίας πατέρα, είπε ο Νεότερος, είναι πια ξεπερασμένη. Η ιδέα ότι μέσω της αντίθεσης θα επιτύχει κανείς μια ευτυχή ολοκλήρωση πολύ απλά δεν ισχύει. Όχι, αυτό που πρέπει να γίνει είναι να ενισχύσουμε θετικά, με κάθε τρόπο, την ευγενή τάξη που θα υπερασπιστεί τη χώρα.

Ο Κραμ θύμωσε λίγο αλλά ένιωσε περήφανος που είχε έναν γιό με τόσο ισχυρές και φωτισμένες απόψεις. 

Λίγο αργότερα ο Κραμ ο Νεότερος αναχώρησε με έναν φίλο του, τον Λόρδο Χιουμ για τις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου. Εκεί, ο Λόρδος και ο ίδιος ανακατεύθηκαν σε κάθε λογής επιχειρήσεις για να αυξήσουν τον πλούτο τους, ακολουθώντας τη μέθοδο που τους είχε υποδείξει ένας άλλος φίλος, ένας ταγματάρχης των Γρεναδιέρων. Δεν απείχαν πολύ από τον οικονομικό στόχο τους όταν στο καζίνο του Ίγκελσταντ, ο Κραμ ο Νεότερος γνώρισε τη διεθνή σταρ του κινηματογράφου Ούρσουλα και την ερωτεύθηκε. ¨Ένα δειλινό πήρε παράμερα την όμορφη γυναίκα και της εξομολογήθηκε:

-Ούρσουλα, θα μπορούσα να σου πω παχιά λόγια όπως κάνουν άλλοι. Εγώ όμως είμαι έντιμος και ειλικρινής άνδρας. Ούρσουλα, σε αγαπώ. Γίνε γυναίκα μου!

Συγκινημένη η διεθνής σταρ δέχθηκε. Λίγο καιρό αργότερα γεννήθηκε ο Κραμ ο Τρίτος. Όχι πολύ πιο μετά, η Ούρσουλα έφυγε για να γυρίσει μια ταινία. Θα έπαιζε την εξερευνήτρια που, χαμένη στη ζούγκλα, θα έπεφτε στα χέρια μιας φυλής κανιβάλων και θα υπέφερε τα πάνδεινα. Στο εξής, η σταρ θα απουσίαζε συχνά και ο Κραμ ο Νεότερος θα μεγάλωνε στην ουσία μόνος τον γιό τους. Όταν ο τελευταίος έγινε δεκαοχτώ ετών, τον φώναξε ο πατέρας του για να εξηγήσει τα περί της σωτηρίας της χώρας.

-Αχ, πατέρα, έκανε ο γιός. Και περίμενες με το θετικό πνεύμα σου να επιτύχεις κάτι ουσιαστικό. Στην πραγματικότητα δεν μπορούμε να σώσουμε τη χώρα χωρίς ισχυρή οικονομία. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να ενταχθούμε σε μια μεγάλη διεθνή οικονομική ένωση και με τη στήριξή της να φτιάξουμε μια μεσαία τάξη που θα υπερασπιστεί τη χώρα.

Ο Κραμ ο Νεότερος θύμωσε λιγουλάκι αλλά και θαύμασε τις απόψεις του γιού του.

Αργότερα, ο Κραμ ο Τρίτος γνώρισε την πάμπλουτη Αμερικανίδα κυρία V. Παντρεύθηκαν και μαζί της ο νέος άνδρας έζησε τη ζωή του αργόσχολου, τρέχοντας από σαλόνια σε καζίνα και από θέρετρα σε υπερπόντιους προορισμούς. Καθώς η κυρία V. δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά, υιοθέτησαν ένα αγόρι από την Μαλαισία ονόματι Σουμπρανιάμ και τον βάφτισαν Κραμ ο Τέταρτος. 

Όπως και με τις παλαιότερες γενιές, όταν έγινε δεκαοχτώ ετών ο Τέταρτος, τον φώναξε ο πατέρας του να συζητήσουν για τη χώρα. Τυχαία εκείνον τον καιρό η οικογένεια βρισκόταν στο παλαιό αρχοντικό της οικογένειας των Κραμ και ο Τρίτος τράβηξε τον γιό του στην άκρη του δάσους, όπου κάποτε ο πατέρας-φάντασμα είχε προφέρει τη φοβερή προσταγή του. Ήταν η ώρα που έδυε ο ήλιος και η κυρία V., από τη βεράντα του αρχοντικού, τους έβλεπε να χάνονται μέσα στο γλυκό πορτοκαλί φως.

 

 


Γιώργος Αραμπατζής. Αναπληρωτής καθηγητής Βυζαντινής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών· γεννήθηκε στην Αθήνα, µεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη και σπούδασε φιλοσοφία στο Παρίσι. Από το 1998 έως το 2012 εργάσθηκε ως Ερευνητής στο Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Φιλοσοφίας της Ακαδηµίας Αθηνών. Το 2010 εκλέχθηκε στο Πανεπιστήµιο Αθηνών. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στη Βυζαντινή φιλοσοφία, τις αρχαίες πηγές της και τις νεωτερικές προσλήψεις της. Έχει δημοσιεύσει τη νουβέλα Μπροστά στο Διοικητήριο (Σμίλη 2018), έχει μεταφράσει Όρσον Ουέλς (Mr Arcadin, Αιγόκερως) και Γκυ ντε Μωπασάν (Λόγια του Έρωτα, Ροές), ενώ έχει γράψει μελέτες για τον κινηματογράφο (Λαϊκισμός και Κινηματογράφος, Ροές) κ.ά.