Αλέξανδρος Αδαμόπουλος | Εκείνος

© André Kertész

-Δεν…
Τον αγκάλιαζα γερμένος πάνω του και τον χάιδευα σεργιανώντας τα δάχτυλα πάνω στον ώμο και στο σβέρκο του. Δεν σταμάτησα το χάδι για ν’ αρχίσει κι αυτός να μου λέει τα δικά του.
-Τι δεν;
-Χθες· από χθες το πρωί δεν μπορώ να βγω έξω
-Εντάξει· βρέχει, κάνει κρύο
-Είναι πολλές μέρες έτσι
-Το ξέρω
-Δεν μπορώ να πάω να κάνω πιπί
-Δεν πειράζει
-Μ’ έσπρωξες χθες…
-Εγώ· όχι
-Μ’ έσπρωξες πολύ δυνατά
-Δεν το κατάλαβα
-Με πόνεσες
-Λυπάμαι· αλήθεια δεν το ήθελα
-Δε μ’ αγαπούσες χθες
-Σ’ αγαπάω
-Το νοιώθω

Τον χάιδευα και με τα δυο χέρια τώρα γύρω απ’ το σβέρκο του Με κοίταζε επίμονα. Μού έδωσ’ ένα χέρι μια στιγμή κι αφέθηκε ακουμπώντας το κεφάλι στις παλάμες μου. Με κοίταζε συνέχεια. Δεν σταμάτησα στιγμή να τον χαϊδεύω.

-Ποιος είναι αυτός πίσω μου· δεν μπορώ να τον δω
-Ένας φίλος
-Ποιος;
-Δεν τον ξέρεις, θέλει να σε γνωρίσει
-Και γιατί δεν μου μιλάει;

Βιαστικά έκανα ‘Όχι’ μ’ ένα βλέμμα στον γιατρό λίγο πιο μέσα, που είχε βγάλει απ’ την τσάντα όλα τα σύνεργά του πάνω στο τραπέζι. Στεκόταν όρθιος τόσην ώρα εκεί, αμήχανος σαν πετρωμένη σκιά, ακούγοντάς μας εντελώς απορημένος και μην ξέροντας τι να πει και τι να κάνει. «Έπρεπε να ’σουν εδώ χθες γιατρέ, ψιθύρισα μες απ’ τα δόντια, ν’ άκουγες που του έλεγα πόσο είμαι τυχερός γιατί δεν είναι μόνο φίλος μα και δάσκαλός μου. Απ’ τη μέρα που τον γνώρισα και τι δεν τού χρωστάω: Μου ’δειξε πράγματα που ως τα σαράντα μου δεν είχα καν υποψιαστεί. Θα σου πω άλλη φορά· σώπαινε τώρα».

Ήταν χαράματα, πολύ νωρίς· χειμώνας, σκοτάδι ακόμα και η μικρή λάμπα που είχα ανάψει στο βάθος μόλις που φώτιζε αχνά το μισό δωμάτιο.

-Σου έχω ετοιμάσει κοτόπουλο που σ’ αρέσει
-Δεν…
-Έχω και σοκολάτα
-Καλά, δώσε μου

Σηκώθηκα· πήρα τη σοκολάτα από ένα ράφι, απ’ το φουρνάκι το ψητό και δήθεν μονολογώντας ψιθύρισα πάλι στον γιατρό να ’χει το νου του: Να μας προσέχει όσο θα τον ταΐζω· να ’ναι έτοιμος μόλις του πω κι ύστερα να φύγει αμέσως, δίχως λέξη. Γύρισα στη γωνιά όπου ήταν πλαγιασμένος κι έγειρα δίπλα του. Μύρισε το φαΐ. Με κοίταξε. Μου ’δωσε ξανά το χέρι. Ξεχώρισα και του ’δωσα μία μικρή μπουκιά.

-Και γιατί δεν μου μιλάει;
-Φάε τώρα· μμμ…
-Σοκολάτα;
-Ναι σοκολάτα· μμμ…

Κούνησε αναιμικά δυο φορές την τεράστια ουρά του που κυμάτισε αργά κι έσκασε βαριά πάνω στο πάτωμα. Ένοιωσα την κομμένη ανάσα του γιατρού στο βάθος. Μάσησα εγώ λίγο πριν και του ’δωσα ένα κομμάτι ακόμα. Με κοίταγε συνέχεια κουνώντας άλλες δυο φορές αργά την ουρά. Τα μάτια του· Θεέ μου, τα μάτια του· πόσο πονούν έτσι· ολόκληρα χωμένα μέσα μου. Έτρεμα. Δεν το αντέχω άλλο. Η ανάσα μου έτρεμε, υγρή, με δάκρυα βουβά πάνω στη μουσούδα του. Σφούγγισα τα μάτια μου πάνω στην ξερή μαύρη μύτη του.

-Μετά θα πάμε στη θθάλλασσσα…
-Θθάλλασσσα… Μου αρέσει
-Θθάλλασσα… Κι εμένα μου αρέσει η θθάλλασσσα
-Μαζί
-Ναι, μαζί

Ολόψυχα, στιγμή δεν άφηνα απ’ τις παλάμες το κεφάλι του, μουσκεύοντάς το μες στο κλάμα. Τα μάτια μου στα μάτια του, η ανάσα μου ένα με τη δική του, η ύπαρξή του όλη ολότελ’ αφημένη σ’ εμένα, χαιρετώντας με αργά και σταθερά με την ουρά που ηχούσε πένθιμα κάθε φορά πάνω στο πάτωμα.

-Τώρα!’ φώναξα ψυχρά στον γιατρό.

Γερμένος στο πάτωμα, αγκαλιασμένοι στην ίδια στάση· ένα κι οι δυο, είδα το χέρι μόνο του γιατρού με τη σύριγγα. Και τη βελόνα μετά· να μπήγεται σε μια φλέβα μέσα στο χέρι του. Αυτό ήταν. Η ανάσα του βάρυνε. Η ουρά του σείστηκε μετέωρη κι έσκασε άνευρη στις σανίδες. Ήρεμα άρχισε να χάνεται. Χαμήλωσε τα βλέφαρα, χαλάρωσε το κεφάλι κι αφέθηκε εντελώς στις παλάμες μου, κάνοντας να βγάλει έξω λίγο τη γλώσσα να μου δώσει έν’ ακόμα φιλί. Και τότε χωρίσαμε· έφυγε πια. Κι εγώ απόμεινα μόνος εκεί, πάνω του· πασκίζοντας να ζεσταθώ μες απ’ τ’ αναφιλητά μου, όσο εκείνος άρχισε σιγά-σιγά να παγώνει ξέπνοος.


Αθήνα 24 Σεπτεμβρίου 2024

© Αλέξανδρος Αδαμόπουλος
alexadam48@hotmail. com

 

 Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο ΕΚΠ, σκηνοθεσία, κλασική κιθάρα στην Αθήνα και παρακολούθησε μεταπτυχιακά –Sociologie Politique– στη Σορβόννη. Υπήρξε ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος τής μη κερδοσκοπικής ‘Εταιρείας Φίλων Μουσικής Γιάννη Χρήστου’. Διετέλεσε μέλος και γενικός γραμματέας τού δ.σ τού Εθνικού Θεάτρου.
Οι συλλογές διηγημάτων του «Δώδεκα και ένα ψέματα» και «Ψέματα πάλι» κυκλοφόρησαν στη Γαλλία Γερμανία Ολλανδία Τουρκία Ινδία. Το θεατρικό «Ο Σιμιγδαλένιος» παρουσιάστηκε αγγλικά στο Wesley College τής Μελβούρνης, τουρκικά στο Κρατικό Şehir Tiyatro τής Κωνσταντινούπολης, ενώ εδώ έχει ανέβει σε πάνω από 85 διαφορετικές παραγωγές (Εθνικό Θέατρο, Κ.Θ.Β.Ε, πολλά ΔΗΠΕΘΕ κ.α.)
Άλλα έργα: «Το τσιγάρο και η γιόγκα», «Οχιναιλέγοντας», «Ίναχος ο γιός τού Ωκεανού», «Τα όχι τού ΝΑΙ», «Οι Δαιμονισμένοι», «Auguste Rodin Διαθήκη», «Ο Αδάμ και το μήλο», «Ο κύκλος που δεν κλείνει», «Χύμα», «Για τον Γιάννη Χρήστου».