Γράφει η Πέμη Γκανά
Για τον τρόπο που παρουσιάζει ο Κωνσταντίνος Μανίκας τα ζητήματα του ήθους, της διάνοιας και του τέλματος στο βιβλίο του, τα οποία αποτελούν την ουσία και την ποιότητα ενός έργου τέχνης, θα πω δυο λόγια.
Θα παρακάμψω την ανάλυση των εξωτερικών στοιχείων που αφορούν τη φιλολογική οπτική και κουράζουν, λέγοντας μόνο ότι το συγκεκριμένο αφήγημα είναι ένα μνημείο. Ένα μνημείο του περάσματος επιφανειακά ασήμαντων ανθρώπων που πολεμούν να σημαδέψουν με έργα τους ένα διαρκώς ανανεούμενο και ανατροφοδοτούμενο γίγνεσθαι.
Η μεταπολεμική Αθήνα. Η μεσαία τάξη που συνθλίβεται. Η πολυκατοικία που αναγείρεται στη θέση του μεσοαστικού σπιτιού με τον κήπο γεμάτο λεμονιές. Η νοσταλγία για τη ζωή που φεύγει, προχωρά και χάνεται, η νοσταλγία για την εποχή που χάνεται. Κι έπειτα, δίχως κουραστικά χρονικά άλματα βρισκόμαστε στη σύγχρονη Αθήνα της κρίσης.
Παρακολουθούμε την άνοδο και την πτώση τριών ανθρώπων με μόνο συνδετικό κρίκο ένα διαμέρισμα στο τρίτο όροφο μιας πολυκατοικίας, που κάποιος κυρ-Μιχάλης έδωσε αντιπαροχή χρόνια πριν.
Αφήγηση λογοτεχνικά άρτια, άψογα και έξοχα ελληνικά, γλώσσα που ρέει γεμάτη συμβολισμούς, αψεγάδιαστη πένα.
Ο Κωνσταντίνος Μανίκας γνωρίζει πως όλα έχουν πια ειπωθεί· ο τρόπος, όμως, που ο καθένας μας διηγείται την ιστορία είναι αυτό που κάνει την διαφορά. Και ο τρόπος αφήγησης του Κωνσταντίνου είναι αυτός που θα τον κατατάξει στα υψηλότερα επίπεδα της ελληνικής διανόησης, καθώς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι από λογοτεχνικής άποψης ο κ. Μανίκας στέκεται πάνω από το μέσο όρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Δε θα σταθώ στην πλοκή της ιστορίας, παρά μόνο θα αναφέρω πως στην πορεία της αφήγησης ο αναγνώστης θα καταλάβει τη σχέση που υπάρχει μεταξύ των προσώπων. Οι συμπεριφορές και οι διάλογοι που καταγράφονται αγγίζουν με τρόπο διαχρονικά κλασικό ζητήματα που μιλούν είτε ανάμεσα στις γραμμές, μέσα από αναφορές, είτε καταγράφονται εμφανώς.
Στο «Τρίτο λάθος» ο Κωνσταντίνος χρησιμοποιεί το ατού του, αυτό της δημιουργίας άρτιων και ολοκληρωμένων ηρώων,
χαρακτήρες με υπόσταση, που σε καμία περίπτωση δε τους χαρακτηρίζεις ως «χάρτινους».
Ανεξάρτητοι, αυτόνομοι, αινιγματικοί, σκοτεινοί, τσαλακώνονται, κουρελιάζουν την ψυχή τους αντιδρώντας άλλοτε στις κοινωνικές νόρμες και άλλοτε στον ίδιο τους τον εαυτό, καθώς δεν μπορούν να αντικρίσουν το είδωλό τους στον διόλου παραμορφωτικό καθρέπτη της ζωής,
Ο Κωνσταντίνος δεν χρειάζεται συγγραφικά τερτίπια για να παρασύρει τον αναγνώστη σε δαιδαλώδεις δακρύβρεχτους προορισμούς. Τα ζητήματα που θίγει σε συνδυασμό με την άψογη χρήση της γλώσσας μας, έρχονται να καταδείξουν την αξία, τη διαχρονική αξία της ανθρώπινης υπόστασης.
Ποια είναι άραγε εκείνη η δύναμη που κάνει τον άνθρωπο να στέκει όρθιος ακόμα και στο πιο βαθύ του σκοτάδι;
Ποιο είναι το τρίτο λάθος που συμπαρασύρει ζωές;
Αυτό θα το βρείτε μόνοι σας ακολουθώντας το δύσβατο μονοπάτι που έχει διαλέξει ο Κωνσταντίνος.
Από εμένα, από καρδιάς, μια μόνο ευχή: Καλόδρομο!