Το ανθρώπινο στοιχείο είναι πάντα παρόν στα έργα του. Ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του έναν ημι-παραστατικό ζωγράφο. Παρότι, όπως λέει, αγαπά την εντελώς ανεικονική αφαίρεση, δεν έχει ακόμη κατορθώσει να φτιάξει ένα πραγματικά αφηρημένο έργο…
Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1999-2005) και συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Massachusetts College of Art and Design, στις ΗΠΑ, με υποτροφία του ιδρύματος Fulbright. (2007-2009). Έργα του έχουν παρουσιαστεί σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. Ο ίδιος μιλάει στο Μονόκλ για την ειλικρίνεια μίας εσωτερικής ανάγκης, η οποία τον οδηγεί στην αναζήτηση του δικού του εικαστικού αποτυπώματος. Ακόμη, αναφέρεται στις εμπειρίες που αποκόμισε από τα χρόνια των σπουδών του στη Βοστώνη και στην Ελλάδα, αλλά και στην αγάπη που πήρε από τον σπουδαίο δάσκαλό του, Χρόνη Μπότσογλου.
H πρώτη επαφή με τη ζωγραφική και τα σχέδιά σου μου έφερε στο μυαλό τις μορφές του Francis Bacon· παραμορφωμένα πρόσωπα και σώματα που παραπέμπουν σε δυστοπίες, σε καιρούς όχι τόσο ανέμελους. Είναι τα έργα σου ένα «σχόλιο» αναφορικά με την παγκόσμια κρίση που βιώνουμε σε πολλαπλά επίπεδα (υγεία, ηθική, περιβάλλον, οικονομία);
Καταρχάς, χαίρομαι για την αναφορά σου στον Bacon. Αυτό που, κυρίως, με συνδέει παράλληλα με το οραματικό έργο του είναι η δύναμη της σκεπτικής του. Οι ιστορικές συνεντεύξεις του στον David Sylvester έχουν επηρεάσει/διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό τη δική μου αντίληψη για τη ζωγραφική.
Επίσης, είναι αλήθεια ότι διανύουμε μία εποχή παρατεταμένης κρίσης σε πολλαπλά επίπεδα. Τα κοσμοϊστορικά γεγονότα ιδιαίτερα των τελευταίων ετών και οι ραγδαίες εξελίξεις σε πολιτική, οικονομία, κοινωνία, τεχνολογία κλπ., φαίνεται να δοκιμάζουν και να απειλούν τον πλανήτη ως βιώσιμο πλέον περιβάλλον. Παράλληλα, η νόθευση αξιών και εννοιών πλάθει μία νέα ηθική/κοινωνική/πολιτισμική ταυτότητα, έναν νέο, ουσιαστικά «μεταλλαγμένο» άνθρωπο, αποκομμένο και αποστασιοποιημένο από την ίδια του τη φύση.
Υπό αυτές τις τρομαχτικές συνθήκες που διαμορφώνουν μία εφιαλτικού τύπου νέα πραγματικότητα, το έργο μου φιλοδοξεί να είναι όχι μόνο ένα «σχόλιο» αλλά μία ουσιαστική, κατ ’εμέ, αντίδραση και κατάθεση-μαρτυρία. Μια αντίδραση υπαρξιακού χαρακτήρα, πρωτίστως απέναντι στο ίδιο μου το καλλιτεχνικό ερέθισμα που προκύπτει ως ανάγκη έκφρασης, και μαρτυρία δευτερευόντως απέναντι στην κοινωνία, η οποία σαφώς πυροδοτεί το ερέθισμα αυτό.
Δεν ξεκινώ όμως έχοντας ως πρόθεση να «καταγγείλω» ή να «σχολιάσω» καταστάσεις και πράγματα. Η αφετηρία και ο προορισμός μου υπακούν πάντα στην ειλικρίνεια μίας εσωτερικής ανάγκης, η οποία αποσκοπεί σε ένα συγκεκριμένο εικαστικό αποτύπωμα. Αυτή η ανάγκη οδηγεί και οδηγείται, μέσω της ζωγραφικής διαδικασίας, προς τη διατύπωση ενός λόγου και τη διερεύνηση ενός νοήματος. Το όλο εγχείρημα κατευθύνεται παράλληλα και από την διαίσθηση μου, η οποία ενδέχεται – μέσω του τυχαίου – να αποκαλύψει κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο από οτιδήποτε μπορεί αρχικά εγώ ο ίδιος να ήλπιζα. Ταυτόχρονα, η διαδικασία αυτή υπακούει στις καθαρά ζωγραφικές αξίες της φόρμας και του χρώματος ενώ η δράση ακολουθεί πάντα το σχέδιο όπως αυτό εξελίσσεται και αναπτύσσεται. Έτσι, επιτρέπω στην εικόνα να φανερωθεί εκ των έσω, αποκαλύπτοντας μία φύση πιο αληθινή προς εμένα, διότι δεν έχει «προγραμματιστεί» αλλά είναι αποτέλεσμα που έχει προκύψει με έναν τρόπο οργανικό και σχεδόν μεταφυσικό.
- Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έρχεται να μας υπενθυμίσει, για ακόμα μια φορά, πως η διαφύλαξη της ειρήνης στον πλανήτη δεν είναι δεδομένη. Πιστεύεις ότι ένας καλλιτέχνης οφείλει -μέσω και του έργου του- να παίρνει θέση απέναντι στις συμφορές, στις αδικίες σε βάρος του ανθρώπου;
Σαφώς. Καταρχάς, η δύναμη της ενσυναίσθησης είναι βασικό στοιχείο της τέχνης και δεν μπορεί να λείπει από εκείνη. Ιδιαίτερα ο καλλιτέχνης, δεν νοείται να μένει απαθής και ασυγκίνητος αναφορικά με τα ανθρώπινα δεινά. Ο πόνος, εξάλλου, αποτελεί πάντα πηγή τεράστιας έμπνευσης στην τέχνη. Είτε πρόκειται για ατομικά είτε για συλλογικά βάσανα, αυτά αφορούν στον πυρήνα της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Ακριβώς λοιπόν επειδή το θέμα της ανθρώπινης δυστυχίας έχει παραχθεί και αναπαραχθεί αμέτρητες φορές μέσα στους αιώνες, χρειάζεται από πλευράς του μεγάλη εσωτερική προσπάθεια, ώστε να βρει το απόλυτα δικό του εκφραστικό ύφος/χαρακτήρα, τη δική του «φωνή» που θα είναι ειλικρινής πρωτίστως απέναντι στον ίδιον και όχι στις όποιες προθέσεις του, που μπορεί να μην αφορούν κανέναν.
- Ο διαισθητικός καλλιτέχνης μπορεί -ενδεχομένως- να ενεργήσει και ως «προφήτης» αποτυπώνοντας, στον καμβά εν προκειμένω, πιθανά επερχόμενα δεινά;
Θα μπορούσε, ενδεχομένως, αλλά κάτι τέτοιο υπάγεται περισσότερο νομίζω στη σφαίρα του μεταφυσικού. Έχουν υπάρξει καλλιτέχνες που το έργο τους έχει προφητικό χαρακτήρα. Στο μυαλό μου έρχονται κυρίως συγγραφείς όπως ο George Orwell ή ο Philip Dick, οι οποίοι έχουν «προφητέψει» σημερινά δεινά της κοινωνίας και του κόσμου. Το μυστικιστικό σύμπαν του William Blake χαρακτηρίζεται από άλλου είδους οράματα ακόμη πιο τρομαχτικά.
Η διορατικότητα όπως και η διαίσθηση είναι χαρίσματα που, αν αξιοποιηθούν, μπορούν να μιλήσουν ενδεχομένως για πράγματα που έρχονται. Το αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι, όταν η τέχνη αναφέρεται στο μέλλον, εκείνο σχεδόν πάντα διαγράφεται ζοφερό.
- Με τη ζωγραφική σου συνθέτεις ένα ονειρικό (ή εφιαλτικό, ανάλογα με την ερμηνεία του καθενός) τοπίο. Βήμα βήμα, από το ξεκίνημά σου ως τώρα, ταξιδεύεις από τον κυβισμό του Braque ως την αφαίρεση του Kandinsky και από εκεί στον αφηρημένο εξπρεσιονισμό. Πιστεύεις ότι η αφαίρεση είναι, τελικά, σκοπός για τον καλλιτέχνη που εξελίσσεται; Μια προσπάθεια απελευθέρωσης από φόρμες και σχήματα;
Είναι αλήθεια ότι η δουλειά μου έχει περάσει από διαφορετικές φάσεις και στάδια. Ανήκω στους καλλιτέχνες εκείνους που έχουν μια σχετική εικαστική/πλαστική ευελιξία μεταξύ διαφόρων τεχνοτροπιών. Το έργο μου έχει αντλήσει και αντλεί επιρροές που κυμαίνονται από ζωγράφους όπως ο Picasso ή ο Braque και ο Kandinsky που αναφέρεις, αλλά και πάρα πολλούς άλλους, παλαιότερους και σύγχρονους, ρεύματα και κινήματα του περασμένου αιώνα. Στην προσπάθεια μου να μάθω, δοκίμασα και δοκιμάστηκα πάνω σε ό,τι με ενδιέφερε, σε ό,τι με προκαλούσε και με συγκινούσε την εκάστοτε περίοδο: από τις σπουδές/μελέτες μου πάνω στη φύση και τις αυτοπροσωπογραφίες μου, μέχρι τους «Καθαρτηριανούς» -μία σειρά έργων σκοτεινού εξπρεσιονισμού- των μετα-φοιτητικών μου ετών, από ένα ψυχεδελικό σουρεαλισμό της περιόδου της Βοστώνης, μέχρι μια δουλειά γεωμετρικής ημιαφαίρεσης που ακολούθησε, και πάλι πίσω σε έναν πιο «άγριο» εξπρεσιονισμό, τον οποίο ποτέ δεν εγκατέλειψα.
Για κάθε καλλιτέχνη όμως η εξέλιξη είναι υποκειμενική και απόλυτα προσωπική υπόθεση. Δεν είναι απαραίτητο πιστεύω να υπάρχει μία γραμμική εξέλιξη στο καλλιτεχνικό έργο προς την αφαίρεση. Προσωπικά, δεν θεωρώ ότι έχω ακόμη κατορθώσει να φτιάξω ένα πραγματικά αφηρημένο έργο. Πάντα στοχεύω στην απομάκρυνση/αποβολή του περιττού, του ανούσιου, του «φλύαρου». Αυτό όμως δεν εξελίσσεται προς την εντελώς ανεικονική αφαίρεση, την οποία αγαπώ αλλά φαίνεται να μην μπορώ να φτάσω.
Αυτό πιστεύω ότι οφείλεται στη δύναμη που έχει η φαντασία μου. Εκείνη, μέσω των συνειρμών, μοιάζει να καθοδηγεί πάντα
την εικόνα προς κάτι γνώριμο και οικείο. Παράλληλα με τη διαίσθηση, η φαντασία είναι αυτή που «ξεκλειδώνει» πολλές φορές τις φόρμες και το νόημα, που – εν κατακλείδι πιστεύω ότι επικρατεί επί των καθαρών αξιών του κάθε εκφραστικού μέσου. Κατά τη γνώμη μου, όλα στο τέλος επιστρέφουν σε εκείνη, διότι η Εικόνα πηγαίνει πάντα βαθύτερα από την αφαίρεση. Αν και ίσως όλα ξεκινούν από αυτή, στο τέλος την ξεπερνούν.
- Όσον αφορά τις μορφές στα έργα σου (ανθρωπόμορφα τέρατα ή τερατόμορφοι άνθρωποι) διακρίνει κάποιος μια πορεία, από τη σαφήνεια προς την υπόνοια· στα πρώτα έργα η παρουσία της μορφής είναι ξεκάθαρη, όσο περνάνε τα χρόνια όμως χρειάζεται κανείς να αναζητά παρουσίες πλασμάτων στους πίνακές σου, σαν αυτές να υπονοούνται αντί να δηλώνονται ευκρινώς. Είναι έτσι;
Ναι, θα μπορούσε να πει κανείς πως όσο εξελίσσεται η δουλειά μου, τόσο πιο «υπαινικτική» γίνεται. Τα πράγματα αποκτούν μία πολυσημία και το έργο, πολλές φορές, μοιάζει, θα έλεγε κανείς «ημιτελές». Μαθαίνει όμως κανείς πότε να αφήνει και να αποδέχεται πράγματα όπως αυτά προκύπτουν, διότι πολλές φορές εκεί ακριβώς βρίσκεται η πραγματική τους δύναμη: στην αβίαστη, «άγρια» φύση τους. Το θέμα επίσης έτσι αποκτά μια πυκνότερη αίσθηση και ένα ειλικρινέστερο νόημα, διότι μπορεί να τεθεί υπό πολλαπλές αναγνώσεις και να «διαβαστεί» σε περισσότερα επίπεδα.
Αυτή η εξέλιξη αφορά -σε μεγάλο βαθμό- στο τυχαίο το οποίο παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην όλη διαδικασία από παλιότερα. Παράλληλα, η ζωγραφική μου χειρονομία η οποία έχει γίνει πιο δυνατή με τα χρόνια, «πλάθεται» πιο οργανικά μέσα σε αυτή την ισορροπία ανάμεσα στο ελεγχόμενο και στο ανεξέλεγκτο, στο βέβαιο και στο άδηλο. Το ανθρώπινο στοιχείο όμως είναι πάντα εκεί. Η φιγούρα δεν τεμαχίζεται όπως παλιότερα ίσως, αλλά «διαβάζεται» ενιαία μέσα στο χώρο, πότε αναδυόμενη, πότε κρυπτόμενη, πότε λειτουργώντας η ίδια ως χώρος και ως αφήγηση.
- Αλλά, σημαντική θέση στη δουλειά σου έχουν επίσης οι υφές των υλικών και τα έντονα χρώματα. Μήπως η μορφή και το θέμα δεν έχουν, τελικά, τον κυρίαρχο ρόλο στη σύγχρονη ζωγραφική;
Δουλεύω με ένα τρόπο που βασίζεται τόσο στη διαίσθηση, όσο και στην λογική. Τα έργα είναι «χτισμένα» πολλές φορές σχεδόν «γλυπτικά» καθώς το χρώμα αποκτά φυσικό όγκο. Χρησιμοποιώ καθαρά χρώματα τα οποία πολλές φορές επεξεργάζομαι ή τα απλώνω κατευθείαν επάνω στο μουσαμά, προκειμένου να πάρω όση ένταση μπορούν να μου δώσουν. Η όλη διαδικασία δεν έχει κανένα «δίχτυ ασφαλείας» και όλα είναι ρευστά και υπό διαρκή αναμόχλευση. Ορισμένα έργα τα ξαναπιάνω μετά από χρόνια ενώ ήδη έχουν περάσει από αμέτρητα στάδια. Έχω καταστρέψει επίσης πολλά έργα.
Όλα αυτά, στη δική μου ζωγραφική γίνονται για να σώσω ό,τι μπορώ από το θέμα που είναι ο άνθρωπος. Θεωρώ τον εαυτό μου ημι-παραστατικό ως ζωγράφο. Η μορφή, η φιγούρα είναι πάντα στον πυρήνα της δουλειάς μου. Αν αυτή έχει κυρίαρχο ρόλο στη σύγχρονη τέχνη ή όχι σήμερα δεν μπορώ να πω ότι με αφορά. Πιστεύω ότι το «μήνυμα» όμως δεν αρκεί να ταυτίζεται απλά με το εκφραστικό του μέσο αλλά να το ξεπερνάει. Ένα θέμα πολλές φορές εξάλλου είναι απλά μια αφορμή για κάτι άλλο πιο ουσιαστικό. Είναι πολύ εύκολο όμως το θέμα ως θέμα, σήμερα, να παρουσιαστεί και να γίνει δεκτό ως οτιδήποτε, αλλά δύσκολο να αντέξει στον χρόνο, εάν δεν έχει ένα βάθος, πρωτίστως, ανθρώπινο και συναισθηματικό. Και το ανθρώπινο στοιχείο στην σύγχρονη τέχνη σήμερα νομίζω είναι αρκετά επιφανειακό.
- Κατά η διάρκεια των σπουδών σου στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών μαθήτευσες κοντά στον σπουδαίο Χρόνη Μπότσογλου∙ τι κρατάς από αυτή τη μαθητεία;
Λυπήθηκα αφάνταστα με τον θάνατο του Χρόνη Μπότσογλου. Τον εκτιμούσα βαθύτατα ως δάσκαλο και ζωγράφο. Αν και είχαμε τις διαφωνίες μας κατά τις πρώτες μας συζητήσεις, στην πορεία κατορθώσαμε να βρούμε μια ουσιαστική κοινή επαφή. Υποστήριζε έντονα τη δουλειά μου, πράγμα που μου έδινε πολύ κουράγιο και πολλά από αυτά που μου είχε πει, τα βρήκα μπροστά μου μετά από χρόνια.
Μου είχε εμπιστοσύνη και δεν με «ζόριζε». Επειδή η σχολή ως χώρος/μέρος δεν με ενέπνεε, είχα από τα πρώτα μου φοιτητικά μου χρόνια νοικιάσει ένα δικό μου εργαστήριο. Ως καθηγητής, μου είχε δώσει την ελευθερία απλά να πηγαίνω και να του δείχνω δουλειά, όποτε ήθελα. Η εξαιρετική του συστατική επιστολή με βοήθησε στην αίτηση μου για την υποτροφία από το Fulbright. Επιστρέφοντας από την Αμερική, τον ξαναβρήκα και πάλι χάρη στη δική του διαμεσολάβηση έκανα την πρώτη μου ατομική έκθεση. Κράτησα πολλά από όσα μου είπε μα κυρίως την αγάπη του για εμένα, που πάντα μου έδινε θάρρος και ελπίδα.
- Συνέχισες με μεταπτυχιακές σπουδές στη Βοστώνη, στο Massachusetts College of Art and Design, με υποτροφία του ιδρύματος Fulbright. Ποια είναι τα εφόδια που αποκόμισες από αυτήν την εμπειρία;
Η Αμερική για μένα και ιδιαίτερα η Βοστώνη, μου έδωσαν πολύτιμα πράγματα. Τα δυο χρόνια που έζησα στις ΗΠΑ έχουν υπάρξει μέχρι τώρα τα καλύτερα της ζωής μου. Η δυνατότητα του να ζήσει κάποιος για μεγάλο διάστημα σε μία άλλη χώρα είναι μία αναντικατάστατη εμπειρία.
Πολλώ δε μάλλον όταν αυτή η χώρα τυγχάνει να είναι -καλώς ή κακώς- η υπερδύναμη του πλανήτη.
Ως άνθρωπος, βίωσα καταστάσεις και είδα πράγματα που θα κουβαλάω για πάντα στην καρδιά και στη σκέψη μου. Ως καλλιτέχνης, εξελίχθηκα και η δουλειά μου έκτοτε πήρε μία εντελώς διαφορετική πορεία.
Δεν ήταν φυσικά μόνο το Massart ως σχολή, της οποίας οι αληθινοί δάσκαλοι μου άνοιξαν νέους ορίζοντες. Ήταν η ζύμωση σε ένα περιβάλλον μαζί με ανθρώπους κάθε λογής ταυτότητας, ιδεολογίας, ψυχοσύνθεσης, προέλευσης κλπ. Ήταν το να ζεις πραγματικά μέσα σε μία εντελώς διαφορετική κοινωνία, μίας άλλης πολιτισμικής ποιότητας και κουλτούρας με πολλά «στραβά» αλλά και πολλά καλά. Ήταν τέλος η φοβερή ενέργεια που είχαν τα πράγματα, που κουβαλούσε η ίδια η πόλη και που μου άλλαξε όλη τη ζωή.
- Υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφορές, ως προς την προσέγγιση και διδασκαλία της ζωγραφικής εντός του ακαδημαϊκού πλαισίου, μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ;
Ναι υπάρχουν διαφορές στη διδασκαλία μεταξύ των δύο, οι οποίες όμως θεωρώ ότι -καλώς ή κακώς- όσο πάει και αμβλύνονται, εν μέρει λόγω της παγκοσμιοποίησης. Το ακαδημαϊκό πλαίσιο ωστόσο δεν διαφέρει σημαντικά. Η εξέταση και η πραγμάτευση των θεμάτων επιχειρούνται υπό το ίδιο σύγχρονο πρίσμα της εποχής μας και το αναλυτικό/θεωρητικό υπόβαθρο είναι ουσιαστικά το ίδιο.
Παράλληλα, το σχέδιο είναι κάτι που διδάσκεται εντός των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και όχι σε προπαρασκευαστικές σχολές σχεδίου όπως στην Ελλάδα. Αυτό βοηθά μεν περαιτέρω στη στήριξη του υποκειμενικού χαρακτήρα της έκφρασης αλλά από την άλλη αφήνει ένα σημαντικό κενό στην πρακτική/τεχνική εξάσκηση του καλλιτέχνη.
Γενικότερα, η Αμερική ως νεότερο έθνος και ως άλλη ήπειρος, δεν κουβαλάει το βάρος της παράδοσης της ευρωπαϊκής τέχνης
και της ιστορίας που έχει στις πλάτες της η Δύση. Αυτό κυρίως είναι που διαφοροποιεί νομίζω και την προσέγγιση της διδασκαλίας στη ζωγραφική.
- Αρκούν οι ακαδημαϊκές γνώσεις και το ταλέντο για να επιβιώσει (καλλιτεχνικά και βιοποριστικά) ένας ζωγράφος στη χώρα μας, σήμερα;
Η απάντηση είναι κατηγορηματικά «όχι». Η χώρα μας στερείται ίσων ευκαιριών σε όλους τους τομείς. Δεν είμαι ο πρώτος που αναφέρεται στην έλλειψη αξιοκρατίας στην Ελλάδα. Επίσης η αγορά της τέχνης είναι πολύ μικρή αναλογικά με το καλλιτεχνικό δυναμικό της. Λίγοι είναι εκείνοι οι οποίοι έχουν κατορθώσει να βιοπορίζονται αποκλειστικά μέσω της τέχνης τους. Επιπλέον, η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών επιδείνωσε τις ήδη δυσμενείς αυτές συνθήκες ακόμη περισσότερο. Οι γκαλερί από μέρους τους, πλέον θέλουν να συνεργαστούν μόνο με καλλιτέχνες που χαίρουν ήδη μίας εκτίμησης, επιτυχίας και αναγνώρισης. Δεν είναι διατεθειμένες να δουλέψουν όπως παλιότερα και να «δημιουργήσουν» ένα καλλιτέχνη.
- Τι ετοιμάζεις αυτήν την εποχή; Υπάρχει η προοπτική κάποιας έκθεσης;
Θα λάβω μέρος σε μία ομαδική έκθεση που θα γίνει στην Αθήνα, στο Αμφιθέατρο της Βιβλιοθήκης της Φιλοσοφικής Σχολής του
ΕΚΠΑ. Πρόκειται για μια διοργάνωση της γκαλερί Θεώρημα με την Κοσμητεία της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ, του ΠΜΣ «Φιλοσοφία» Τμήμα Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ, και του Εργαστηρίου Μελέτης Θεσμικού Λόγου, Τμήμα Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ και έχει τίτλο «Καταστροφές, με αφορμή το 1922». Η έκθεση περιλαμβάνει εικαστικά έργα της ζωγράφου Μαρίας Γιαννακάκη, του χαράκτη Χριστόφορου Κατσαδιώτη, του ζωγράφου Ιωάννη Μουχασίρη. Τα εγκαίνια θα γίνουν την Παρασκευή 6 Μαΐου 2022 στις 18.00 και θα διαρκέσει έως τις 27 Μαΐου 2022.
Επισκεφτείτε εδώ την ιστοσελίδα με τα έργα και το βιογραφικό του καλλιτέχνη.