«που ακούστηκε ο Άλκης να πεθαίνει»
[Η θανάσιμη μοναξιά
Του Αλέξη Ασλάνη
Δ. Σαββόπουλος]
Αφού τίποτε άλλο
Δεν μπόρεσα να κάνω
Γαλαζωπή λεπτομέρεια
Από παλιό χαρακτικό
Με την μορφή
Του Στέφανου Δαίδαλου
Μάρτυς μου ο Θεός κάθε ανθρώπου, ο τύπος ήταν φτυστός ο Στήβεν του Οδυσσέα. Κάπως περιφρονητικός, μια έκφραση αντίθετη της ζωής. Τριγύρω τα χαμίνια και η κάπνα και υπάρξεις που σέρνονται στην πιο φριχτή κατάσταση όσο εκείνος περνάει με στυλ και ας είναι εντός του κομμάτια. Όπως το θρυμματισμένο γυαλί που συγκολλούν κέλτικες συντομογραφίες. Δεν έχουμε βρει τίποτε εμπρός μας, καμιά απόδειξη. Μα όσο φέρνει αυτός εδώ ο τύπος στον Στήβεν, άλλο τόσο υπάρχει η βεβαιότητα πως κάπου άλλου έχει χαραχτεί το όνομα ενός φιλοσόφου, ενός ήρωα, ενός προδότη, ενός εφιάλτη. Όλα έχουν συμβεί σε ένα παράξενο αλφάβητο που κρατά από την αρχή της γένεσης του κόσμου και κάθε μέρα ξεφυλλίζεται στα χέρια μας, σαν όνειρο. Ο Τζόυς αφήνει την υπογραφή του μες στους αιώνες με μια μεγάλη σύνοψη της ιστορίας του κόσμου. Στο πρόσωπο του όταν βυθίζεται στην λήθη της αργίλου φέγγουν όλες οι σημασίες. Σε έναν και μόνο άνθρωπο χωρά το σύμπαν, το χρονικό του κόσμου είναι γραμμένο πάνω στο μέτωπό του. Όλα συμβαίνουν μες στα κανάλια που αφήνουν οι ραγισματιές του καθρέφτη. Εκείνος στο βάθος δεν είναι ο Στήβεν, είναι ο καθένας μας, ένα μεγάλο βιβλίο να χωρά τον κόσμο, το τρέμουλο του κεριού και το απαλό των ματιών φτερούγισμα.
Σαραβαλιασμένες αυτή είναι η λέξη που επιστρατεύει ο Οδυσσέας για τις αγάπες. Έτσι τις αντικρίζει, μια απαίσια παλιατσαρία γεμάτη στοχασμούς και ανθρώπους στοχαστικούς, στέμματα και λονδρέζικα κοστούμια, Ρώμη, Καρχηδόνα, Αθήνα, ακλόνητοι φρουροί αδειανοί από σώματα στο όνομα της παλιάς αυτοκρατορίας. Η βάρδια του Στήβεν είναι μια σκληρή υπόθεση, σαν κάθε άλλη. Μέλος γρηγοριανό που είχε σιγήσει εδώ και αιώνες μα τώρα βρίσκει την φωνή του. Στα αβαεία όλου του κόσμου από το Μερσέδ ως το Μόντε Κασίνο του Πάτρικ Λη Φέρμορ μπορεί κανείς να ακούσει τις αντηχήσεις από την ιστορία του Στήβεν. Δάσος θαμπό, πολυνησιακό, τοπίο του Γκωγκέν, ή καλύτερα ξεθωριασμένο πράσινο γυαλί το χρώμα του. Μια ζωοφόρος κατάμεστη από μυθολογία, ηθική, ιστορία και πίστη ξεδιπλώνονται πάνω στο κορμί της μητέρας Ιρλανδίας. Η ξεχασμένη φιλία του κόσμου με το πεπρωμένο του, το μοιραίο ενδόμυχο που καθοδηγεί το μεγάλο καράβι του κόσμου, όλα αντηχούν από το ηχείο της καρδιάς αυτού του Στήβεν, σε εκείνους τους ίδιους δρόμους, τους γεμάτους εμπόρους και ναυτικούς και κατεστραμμένα χτίσματα και κούραση και φθορά.
Σας λέω πως ήταν ίδιος ο Στήβεν, μάρτυς μου ο Θεός κάθε ανθρώπου. Κατά τα άλλα ένας ανώνυμος που προσεύχεται για το καλό αυτού εδώ του κόσμου, κάποιος που υπηρέτησε κάτι περισσότερο από την ματαιότητά του την ίδια. Τίποτε άλλο. Μα τώρα έφυγε, πάει και άλλωστε έχουν γραφτεί τόσα πολλά για αυτόν που δεν αξίζει τον κόπο. Η ανάλυση όλα τα έχει ερμηνεύσει, ο τραγικός του ρόλος έχει καθοριστεί, η πολιτεία του τον κατάπιε. Σουμπρέτες, αιματόβρεχτα επεισόδια, ίντριγκες και κλοουνερί, αυτό είναι όλη του η ζωή, μια πικρή ειρωνεία ψιθυρίζει στο βάθος του μεγάλου έργου. Ειρωνεία και φάρσα, μαγγανείες και η Εκάτη που καραδοκεί στον δρόμο. Βωμοί και μεγάλες ιδέες και σύμβολα από λέξεις. Επιγράμματα και χρόνος, όλο συγκοπές και εντάσεις η μαρτυρία που μας άφησε ο Τζόυς, δίχως απάντηση σε εκείνο το πόθεν πλείτε του κόσμου. Μονάχα χρονικά και τίποτε και μεγάλες στιγμές.
Το γαλάζιο μου στενό ησυχάζει, είναι η ώρα. Τα καταστήματα που κλείνουν σφραγίζουν την συμφωνία της σιωπής τριγύρω. Μα στ΄απέναντι του δρόμου έχει πάλι φασαρία. Ακούγονται βρισιές, φωνές, τα αμάξια σταματούν και οι οδηγοί με καλοκαιρινά, ελληνοπρεπή πουκαμισάκια ρίχνονται στην ιδέα. Έχουν πιάσει τον Στήβεν στο όνομα της καθημερινής πρακτικής και του ανθρώπινου συμφέροντος και τον χτυπούν ώσπου να ξεράσει από μέσα του όλη την ιστορία.
Ώστε αυτός ήταν λέω και κρατώ τούτο το σημείωμα μικρό από σεβασμό για το μεγάλο έργο του Τζόυς. Μα και επειδή δεν έχω τίποτε άλλο να πω για τον Στήβεν. Για την ακρίβεια ίσως σε μια ώρα από τούτη την στιγμή όλα αυτά να έχουν σβηστεί και άλλο να είναι το πρόσωπο του που σήμερα ομόρφυνε, σαν θύμηση ετούτο το στενό.
Καπέλο, μύτη, γραβάτα, παλτό, ένας άλλος εγώ όπως λέει ο συγγραφέας στην αφετηρία της μεγάλης του ελεγείας, την στιγμή που η ιστορία εξακολουθεί.
Απόστολος Θηβαίος