Η ενδεικτική ανάλυση των τριών ποιημάτων των ποιητών Δώρου Γεωργίου, Αλέξανδρου Χρονίδη και Παύλου Ανδρέου γίνεται με σκοπό να καταδειχθεί ο κοινός τους κεντρικός άξονας. Ένας άξονας αποκλειστικά πολιτικός και συγκεκριμένα ένας άξονας ο οποίος περιπλέκεται φλερτάροντας μ’ ένα εθνικιστικού τύπου περιεχόμενο. Τρία ποιήματα τα οποία δικαιωματικά κάποιος θα μπορούσε να τα προσεγγίσει ως τέκνα μιας παραδοσιακού τύπου εθνικιστικής ποιητικής παραγωγής.
Αρχικά, στο ποίημα του Δώρου Γεωργίου με τίτλο Εκείνη την ημέρα έσπαγα καρύδια (Δώρος Γεωργίου, Ουμάμι, Εκδόσεις Τεχνοδρόμιον, 2020) εξυμνείται ο Σολωμός Σολωμού. Ο κ. Γεωργίου συσχετίζει τον θάνατο του Σολωμού με την χαμένη παιδική αθωότητα και την πλαισιώνει παράλληλα με μια ταχυδακτυλουργική μυστικότητα εκφρασμένη με τον στίχο «Για ένα απ’ τα δύο υπάρχει κόλπο». Έχω την πεποίθηση ότι ολόκληρο το ποίημα έχει ως πυρήνα τους δύο παρακάτω στίχους:
«Ανάβοντας το τσιγάρο του,
ένιωθα πως άναβα πυρσό».
Τόσο ο πυρσός όσο και η φωτιά συνιστούν τη λειτουργία της μεταφοράς της εκδίκησης η οποία γίνεται ένα:
«Μονοθέσιο, επανδρωμένο διαστημόπλοιο
φτιαγμένο από σάρκα, οστά και αίμα».
Ένα λοιπόν «επανδρωμένο διαστημόπλοιο» ή με άλλα λόγια σαν ένα πολεμικό άρμα έτοιμο από καιρό για τη μάχη που επίκειται. Στον ίδιο άξονα μιας σοβινιστικής γραφής είναι και το ποίημα του κ. Αλέξανδρου Χρονίδη με τίτλο Πενταδάκτυλες Καλοκαιρινές νύχτες (Οι Νεότεροι – Κύπριοι ποιητές και ποιήτριες 1981 – 2001, Εκδόσεις Αρμίδα 2020), όπου η λέξη «μιλιούνια» συνδέεται προφανώς με τους Τούρκους. Αυτά τα «μιλιούνια» αγκαλιάζουν κατά τον κ. Χρονίδη απειλητικά τόσο τον ουρανό όσο φυσικά κι εμάς τους Ελληνοκυπρίους. Ο κ. Χρονίδης φοβάται γι’ αυτό και επικαλείται τον Θεό για μια σωτήρια κίνηση:
«Τζιαι φοούμαι, Θεέ μου
(…) Έναν έναν, μιλιούνια
Έναν έναν, μιλιούνια
Έναν έναν
(…) δίπλα τους
Η ημισέληνος.»
Στη συνέχεια, το ποίημα Μαχαίραν Έδωσες; (Οι Νεότεροι – Κύπριοι ποιητές και ποιήτριες 1981 – 2001, Εκδόσεις Αρμίδα 2020) του ίδιου ποιητή εντοπίζουμε τον «Γληόρη» – δηλαδή τον Γρηγόρη Αυξεντίου – να μας λούζει με «πεζίναν» στον ύπνο μας. Γιατί άραγε το κάνει αυτό ο «Γληόρης», γιατί μας λούζει «πεζίναν»; Μας λούζει «πεζίναν» επειδή μάλλον έχουμε απολέσει ως Ελληνοκύπριοι και κυρίαρχοι του νησιού τον εθνικό μας στόχο για την Ένωση:
«Πως εν ο Γληόρης
Τζιαι κάθε νύχτα
Λούζει μας με πεζίναν,
Με το σταγονόμετρον.»
Ένα ποίημα το οποίο είναι βαφτισμένο κι αυτό με το πνεύμα της φωτιάς του ποιητή του Παντελή Μηχανικού – «ποιητή της φωτιάς» – ενός ποιητή που βλέπει «ν’ ανεμίζει μια πυροκαμμένη κορυφή» (Παντελής Μηχανικός, Τα δύο βουνά 1963, «Πήραν την πόλη»). Με την «πεζίναν» ο κ. Χρονίδης επιθυμεί, αν και δεν το εκφράζει ευθαρσώς, ν’ «ανάψει το κυπαρίσσι» ή να «πυρπολήσει το κυπαρίσσι» (Παντελής Μηχανικός, Τα δύο βουνά 1963, «Ημιχρόνιο»), αυτό δηλαδή που έχει ήδη πυρπολήσει ο Παντελής Μηχανικός για να έρθει το τέλος σαν ένα γιορτινό φεστιβάλ.
Τέλος, το ποίημα Παλιό Λεωφορείο (Φρέαρ, 11 Μαΐου, 2020) του Παύλου Ανδρέου ακολουθεί πιστά τη σοβινιστική ρητορική τοποθετώντας ένα «δάκρυ» σε μια «παρέλαση». Στο ποίημα, το δάκρυ μετασχηματίζεται σ’ ένα στρατιωτικό βήμα: «με ανυπόκριτο το βήμα». Γεμάτο από πόνο και πίκρα, το δάκρυ αυτό γεμίζει την ατμόσφαιρα με πυρά κατά του εχθρού και μ’ ένα στρατιωτικό «εν-δυο-εν»:
«Μπαίνει το δάκρυ στην παρέλαση
με ανυπόκριτο το βήμα
παντού «εν-δυο-εν».»
Ο Αναστάσης Πισσούριος γεννήθηκε στην Κύπρο το 1980. Σπούδασε Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας και μεταπτυχιακό στη Μοντέρνα Ευρωπαϊκή Φιλοσοφία στο Kingston University στο Λονδίνο. Το 2019 έχει μεταφράσει την ποιητική συλλογή Στην Αιχμή του Πάθους του Παλαιστίνιου ποιητή και πρόσφυγα Mahmood Alsersawiαπό τις εκδόσεις Πορεία. Επίσης, εξέδωσε το βιβλίο Μαθθαίννω Κυπριακά από τις εκδόσεις Αρμίδα. Έχει δημοσιεύσει βιβλιοκριτικές και διηγήματα σε ηλεκτρονικά και έντυπα λογοτεχνικά περιοδικά.