
Ο δυόσμος
Κάθε πρωί
μετράω τα φύλλα του
κανα δυό ξερά
τα πετάω γρήγορα
για να μην τα δει.
Το σίδερο
Η πέτρα
Το νερό.
Τα δάχτυλά μου στο χώμα
κι εκείνος δεν παραπονιέται.
Πράσινο
Κίτρινο
Λευκό
Εκείνος
ο Ήλιος
η Γλάστρα
κι Εγώ.
Τα δάχτυλά μου στις ρίζες
κι εκείνος δυσανασχετεί.
Είναι άδικο-
αφού αυτός ξέρει
ενώ εγώ
ακόμα ψάχνω για ρίζες.
Οι ουλές ποτέ δεν φεύγουν
Όταν ήσουν τεσσάρων
έπεσες από τη μανταρινιά.
Πάντα κρατιόσουν
από το σωστό κλαδί.
Μα, να, τώρα, έπεσες.
Η πληγή
Το σαγόνι
Το κάτω χείλος
Το άνω χείλος
Το αίμα στο χώμα
Τα μανταρίνια στη λάσπη.
Η μαμά μέσα στο παράθυρο να σε κοιτά.
Τα δάχτυλά της μουλιάζουν στο δέρμα σου.
Μέχρι να παντρευτείς
Το αίμα στο χώμα.
Και τώρα,
λίγο πριν το γάμο
βλέπεις στον καθρέφτη
τη μικρή ουλή στο άνω χείλος
και της βάζεις χρώμα για να μην φαίνεται.
