Commentatio De Vita Et Morte ή Παρόραμα σ’ ένα ξένο ποίημα
Η ΜακΚάλερς δεν έσβησε εν πλω
Όπως ωραία και ποιητικά τα είπε ο Buk• αλλά
Μέρες πολλές μετά το ξαφνικό
Που αρκετοί το λένε
Μοίρα ριζικό ή πεπρωμένο
Μέσα απ’ τά χέρια των γιατρών
Την άρπαξε ο θάνατος• θάφτηκε
Ένα θλιμμένο μεσημέρι
Στο κοιμητήριο τού Oak Hill στο Νάιακ
Κοντά στις δασωμένες όχθες
Τού Χάντσον με τις μεγάλες διακυμάνσεις
Με τη βροχή να πέφτει σα σιωπή πάνω στα δέντρα
Αφήνοντας πίσω της για πάντα
Τα βαρετά τής κάθε μέρας
Τα ίδια και τα ίδια
Σκατά κι απόσκατα τής ματαιότητας• μάλλον
Δεν πρέπει να γράφτηκε ποτέ
Αλλά θα ήταν
Ρομαντικό να διαδοθεί ως φήμη
Ότι πάνω από τη σορό της δάκρυσαν
Ο Τένεσση και ο Τρούμαν
Έχοντας πιει την *Πράσινη Νεράιδα *με τις χούφτες
Ώστε ν’ αντέξουν τον κακό χαμό της• μακάρι
Κάποτε κι εμείς
Αν βέβαια σκορπιστούμε κάπως έτσι
Σκόνη των άστρων στα λιβάδια
Και γύρη των ανθών στ’ αστέρια
Σα λίγοι στίχοι κρεμασμένοι στα ψηλά κλαδιά
Που δε θα γίνουν
Στο στόμα των παιδιών τραγούδι•