Και σε αυτή τη στιγμή, που δρώντας πάλι εναντιωθήκαμε στον εαυτό μας, που ποτίσαμε συμφέρον κάθε υλική μας πράξη, που υιοθετήσαμε μηρικαστικώς ιδέες που δεν μας ανήκαν, που προφέραμε φράσεις που δεν πλάσαμε αλλά πριν λίγο ακούσει ή διαβάσει, σε αυτήν την στιγμή, αναζητάμε λέξεις αξιοπρεπείς για να προσδώσουν ορισμό της ζωής μας.
Στην επιστροφή, καθώς περιμαζεύεις τα κομμάτια, καταλαβαίνεις, αδικημένε εαυτέ, πόσο μα πόσο είχες γελαστεί. Δεν ωφελεί η προσαρμογή στο ανθρώπινο δυνατό. Αξίζει η ενόραση του αφύσικου αδυνάτου. Μην ‘’ διασκεδάσεις’’ έτσι τον εαυτό σου, πρόσεχε, μέσα στο πλήθος. Έχουμε υπάρξει άλλωστε όλοι ηθοποιοί. Να δοκιμάσεις να υποδιαιρεθείς στην εξατομικευμένη σου γενίκευση· να τρυπήσεις με σφαίρα όλα τα υποστρώματα, τα στέρεα αυτά επίπεδα που περιενδύουν την ψυχή με προστασία. Να σταματήσεις την σφαίρα, μην αγγίξει την ψυχή· να την γνωρίσεις διαφανώς χωρίς προσχήματα.
Κι έτσι όπως βύθισες τον νου σου σε δαιδαλώδεις υπεκφυγές και αδιεξόδους, ξεκίνα τώρα να ξαναζώνεις την ψυχή με νέα υφάσματα. Τύλιγε τρυφερά και φρόντιζε να μην υπάρξουν ανοίγματα, κράτα την ζεστή και άφηνε ελεύθερη μονάχα την ρωγμή που θα’ ναι το άγγιγμα του κόσμου. Τόσο όσο να δέχεται η ψυχή μονάχα φώς και να μπορεί να αποπνέει η έμπνευση. Μα φρούρησε την και σωστά με μάτια που να κρίνουν την αλήθεια. Μην γίνει αλλιώς αυτή η ρωγμή σχισμή που χάσκει μέσα στο κενό από κλοπιμαία. Μην επιτρέψεις να ληστέψουν την ψυχή σου. Γιατί η ληστεία προϋποθέτει βία. Βία που δεν θα αντέξει το κορμί να κουβαλάει αιώνια.
Και έτσι τρωτός μα φυλαγμένος, τόλμησε να μείνεις αδιάσπαστος. Τόλμησε στην μοναδικότητα, στην τελική εικόνα αδιαίρετου συνόλου. Στο τέλος, απηύθυνε λόγο στον εαυτό σου: Είμαστε εγώ, λοιπόν. Εγώ και εγώ στο άπειρο. Απόψε, εγώ με τα απέραντα, αδιατάραχτα εγώ μου, τα ίδια και απαράλλαχτα με το δικό μου εγώ, ως ένα, υποκλινόμαστε στην παντοδυναμία της φύσης και την αποχαιρετάμε σιωπηλά. Απόψε, όλοι εγώ, ανασυγκροτημένος και αδιαπέραστος, στρέφω το βλέμμα στους διαιρεμένους ανθρώπους. Απόψε, για αυτή τη στιγμή, της φευγαλέας διαύγειας, σηκώνω το κεφάλι εμπρός στο φεγγάρι και φωνάζω. Απόψε μπορώ να είμαι εγώ ενωμένος, σταθερός πάνω στα γλιστερά απομεινάρια της ανθρώπινης ύπαρξης που άτσαλα σκορπίστηκε σπασμένη.
Η Αρσινόη Τρύφωνος γεννήθηκε το 2001 και είναι φοιτήτρια της νομικής σχολής του ΑΠΘ. Η καταγραφή σκέψεων και ιδεών, ως μορφή έκφρασης και παρηγοριάς, αποτελεί για εκείνη μέχρι σήμερα καταφύγιο μέσα σε μία χαώδη ανθρωπότητα.