Gauguin, 1897
Ρεμβάζοντας πάνω στης ζωής μου το ταξίδι
εδώ στο ακρογιάλι που με έριξε η μοίρα
βλέπω τρεις γυναίκες όμορφες
με ένα ‘ξωτικό παιδάκι να χορεύουν
και μια γριά ανεπρόκοπη να κλαίει
να οδύρεται, στα πόδια της άσπρο πουλί
στέκονταν, λαλιά είχε, φτερά δεν είχε
κι απ’ τον βυθό της θάλασσας
γαλάζιο είδωλο αναδυόταν
σαν φάσμα, σαν απόκοσμο
που έμοιαζε στο Ε π έ κ ε ι ν α
Ρωτάω την αλλόκοτη παρέα:
Από που ερχόσαστε; τι είδατε; που πάτε;
Κι εκείνη αποκρίθηκε:
Καλά φτάσαμε ως εδώ και είμαστε
ότι είδαμε Γέννα, Λάμψη, Πτώση
αλλά από εκεί που ήρθαμε Ύπνος με άγρια όνειρα!