Η Αγάπη είναι ένας Σκύλος στον Παράδεισο
Όχι, δεν τα βάφουμε μαύρα — ακόμα και σε συνθήκες αντίξοες, προτιμάμε να ποντάρουμε επίμονα στο κόκκινο, να τα βάφουμε κόκκινα, και όταν ξεμένουμε από μπογιά, no problemo, παίζουμε με τις βιβλιοθήκες και με τις ράχες των βιβλίων. Και αφηνόμαστε σε σκέψεις για την Αγάπη, με κόκκινο άλφα κεφαλαίο.
Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι διατεινόταν, και τα Διάφανα Κρίνα με τον τροβαδούρο Θάνο Ανεστόπουλο τραγουδούσαν: ῾῾Η Αγάπη είναι ένας Σκύλος απ᾽ την Κόλαση᾽᾽. Άλλες εποχές, άλλα ήθη, άλλες αξίες. Τότες που, τότες, με σίγμα, όπως έλεγε ο Σάμιουελ Μπέκετ, ναι, τότες που όλα ήσαν αθώα και άκακα και αβλαβή, και όχι γιατί έτσι το βλέπαμε και έτσι το θέλαμε αλλά γιατί έτσι ήταν, ναι, ναι, ναι, τότες που όλα ήσαν ηδύτητα και θάλπος, μας άρεσε να παίζουμε το παιχνίδι της σκληρής αμφισβήτησης, να αναιρούμε και να καταργούμε, να υπερβαίνουμε και να αντιδρούμε. Μας περίσσευε η αγάπη, την είχαμε στο τσεπάκι την αγάπη, και έτσι μπορούσαμε, μας έπαιρνε, να παίζουμε τους σκληροτράχηλους μάγκες στους μαχαλάδες του ουρανού, και να λέμε, χέστηκα για την αγάπη, δεν μας παρατάς με την αγάπη, άντε από δω με την αγάπη, στέγνωσε τα δάκρυά σου, τα δάκρυα είναι για τους αδύναμους, για τους μαλθακούς, για τους αιθεροβάμονες, για τους φλούφληδες, δώσε πόνο, φέρσου απότομα, χτύπα πριν σε χτυπήσουν, λες και σε χτύπαγε κανείς, όχι, κανείς δεν σε χτύπαγε τότε, ήμασταν όλοι κατά φαντασίαν χτυπημένοι, κατά φαντασίαν σκληρά καρύδια, κατά φαντασίαν τσογλαναρία επηρμένη.
Μας έπαιρνε τότες, τότες που, μας έπαιρνε να είμαστε έτσι, γιατί ούτως ή άλλως κανείς δεν μας πίστευε, και γιατί ήτανε τέτοια η εποχή. Ο σουγιάς ήταν χαμόγελο, και το μειδίαμα ήταν τσεκούρι. Αλλά στ᾽ αστεία, στα ψέματα. Γιατί, στ᾽ αλήθεια, όλα ήσαν τρυφερότητα και ζεστασιά, όλα διαδραματίζονταν στα ωραία μας στέκια, στα καταγώγια της καταγωγής, και όλα γίνονταν ευλογία, και γονιμοποιούνταν, στης γλύκας, και όχι στης κλίκας, τα φιλόξενα πανδοχεία, στα κονάκια μας.
Τώρα, όχι. Τώρα δεν μας παίρνει να παίζουμε με τις λέξεις και να καμωνόμαστε τα μπάσταρδα αλάνια. Έγιναν τώρα όλα μια αλάνα, κι οι μπάσταρδοι είναι επικίνδυνοι. Ένας από δαύτους κοπάνησε με βία παγερή, υβριστική, κτηνώδη και ανευλαβέστατη προς το ιερό δώρο που είναι η ζωή, ένα σκυλάκι και το σκότωσε κοπανώντας το, γιατί, λέει, ούρησε το χαλάκι του. Ο ίδιος ανεγκέφαλος χτυπούσε και το παιδάκι του, γιατί, λέει, τον εκνεύριζε. Ο ίδιος αμβλύνους και αναίσθητος κανάγιας μπορεί αύριο μεθαύριο να σε βαρέσει ανελέητα, φίλη και φίλε, γιατί ακούς Χειμερινούς Κολυμβητές, ας πούμε, ή γιατί ξέρεις τι θα πει να μαγειρεύεις τα ξημερώματα για τον άνθρωπό σου.
Όποιος τα βάζει με ό,τι είναι απροστάτευτο είναι βδέλυγμα, είναι κατακάθι της κοινωνίας, είναι θρασύδειλος. Και έχουμε πήξει στα βδελύγματα, στα κατακάθια της κοινωνίας, στους θρασύδειλους. Γιατί; Διότι οι αξίες μας γέρασαν — ή μάλλον γέρασε ο τρόπος με τον οποίο υπερασπιζόμαστε τις αξίες μας, οι λέξεις με τις οποίες εκθειάζουμε τις αξίες μας, ο τρόπος με τον οποίο είμαστε περήφανοι για τις αξίες μας.
Οι λέξεις; Ναι, οι λέξεις! Ο άνθρωπος συνεννοείται με τις λέξεις, και οφείλει να είναι πάντα έτοιμος να αλλάξει λέξεις, να προσαρμόσει έτσι τις λέξεις ούτως ώστε να λάμψουν και πάλι οι αξίες, να πάψουν να είναι γαμημένες οι αξίες, τσακισμένες απαυτωμένες διαλυμένες σκεβρωμένες, ανάξιες εντέλει, οι αξίες. Αρνούμαι πια να λέω ότι η Αγάπη Είναι Ένας Σκύλος Απ᾽ Την Κόλαση, και λέω πια η Αγάπη Είναι Ένας Σκύλος Στον Παράδεισο. Κι έτσι, αναλαμβάνω το καθήκον να φτιάξω έναν παράδεισο για τον σκύλο μου, έναν παράδεισο για τον άνθρωπο που αγαπώ, έναν παράδεισο για μένα, ώστε εκεί να μπορώ να στεγάζω και να φιλοξενώ ό,τι μου κάνει την υπέροχη τιμή να μου επιτρέπει να το αγαπώ: σκύλος, γυναίκα, παιδί, φίλος, συνεργάτης. Δεν προτάσσουμε έτσι την ιδιωτεία της ιδιωτικότητας, ή την ιδιωτικότητα της ιδιωτείας, αλλά, απεναντίας, τη μέριμνα και τη φροντίδα και την ευθύνη απέναντι στον Άλλον και σ᾽ εμάς. Έτσι αλλάζει ο κόσμος, έτσι παύουν οι αξίες να είναι γαμημένες και να τις βαριόμαστε και να κραυγάζουμε ῾῾Βαρέθηκα να μιλάω για αξίες γαμημένες᾽᾽, διότι ώρα την ώρα, μέρα τη μέρα, δευτερόλεπτο το δευτερόλεπτο, οι αξίες ξαναβρίσκουν την αξία τους, ακόμα και με μια καίρια αλλαγή σε μια φράση περιλάλητη.
Όταν χτίζεις, με συνέπεια και μεράκι και νουνέχεια το οχυρό σου, δεν σημαίνει ότι αμύνεσαι, σημαίνει ότι γίνεσαι άξιος των αξιών σου, σημαίνει ότι καταλαβαίνεις πια την ποίηση που σπαρταράει, θετικά και θελκτικά, και βαθύτατα ανθρώπινα, στο να ποτίζεις τη γλάστρα σου, να βγάζεις βόλτα τον σκύλο σου, να φέρνεις, με τον τίμιο μόχθο σου, ψωμί και τυρί στο κονάκι και στον άνθρωπο που αγαπάς.
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Αδούλωτη Κυψέλη, 10.06.2020
Ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης (Απρίλιος 1960) είναι συγγραφέας και σιτυασιονιστής.