Με ιδιότητες
αμιγούς αγωνιστή
Ο Άντι χρειάζεται κάτι να ξεχαστεί. Ο Άντι έχει την συνήθεια αυτή εδώ και αρκετά χρόνια. Στο υπερυψωμένο διαμερισματάκι του ταξιδεύει συχνά πάνω από τα εργαστήρια της πόλης. Σπουδαίες τραγωδίες να ξέρετε πως παίζονται στα σκαρφαλωμένα σπίτια τις νύχτες. Ακόμη, πρέπει να σας ότι ο Άντι διαθέτει το θειαφένιο χρώμα του κεριού. Τριγυρνά ανάμεσα στα κόπκιτ των αεροπλάνων του, η πυξίδα του χάνει εύκολα τον βορρά της, ο Άντι το γνωρίζει καλά και λυπάται. Οι τεχνίτες στα εργαστήρια βγάζουν τα κασκέτα τους και τον χαιρετούν. Τα πρόσωπά τους μουδιασμένα βυθίζονται στον παλιό, καλό μύθο που αναβιώνει, εκεί, εμπρός τους, τότε και τώρα, φτερά που έλιωσαν. Αλουμινένια βλέμματα και απαλοί καπνοί καθώς ο Άντι διαγράφει παράξενα σχήματα, σκυμμένος ευλαβικά πάνω από το καραμελένιο κορίτσι του. Ωστόσο, την χρειάζεται πια κάθε μέρα και έτσι και εκείνη έπαψε να είναι συναρπαστική. Το φέρσιμό της απώλεσε εκείνη την μυστικοπάθεια, ο Άντι ποτέ δεν θα μπορούσε πια να της γυρίσει την πλάτη.
Αυτό είναι μια αρρώστια, φωνάζει ο Άντι στο μικρό του διαμερισματάκι την ώρα που το πρόγραμμα στο ραδιόφωνο διακόπτεται και μια έκτακτη ανακοίνωση φέρνει την καταστροφή. Απαγόρευση κυκλοφορίας και τα νεύρα του πάνε να σπάσουν, γυρεύει τα κλειδιά του, ο Άντι θα βγει μυστικά στους δρόμους και θα ρωτήσει τους περαστικούς αν γνωρίζουν την τύχη της.
Φίλε, δεν θα έπρεπε να βρίσκεσαι εδώ έξω, ετούτη η ιστορία μεταμορφώθηκε σε ένα άγριο παραμύθι. Η Αλίκη των θανάτων τριγυρνά με το πανέρι της γεμάτο άρρωστα μυστικά, καλύτερα γύρνα πίσω, φίλε. Απόψε κιόλας.
Ο Άντι δεν φοβάται, το δέρμα του έχει πάρει φωτιά, το δέρμα του Άντι σκίζεται ώρα με την ώρα, άγγιγμα το άγγιγμα, ως το τέλος της νύχτας θα έχει αποκτήσει μια άλλη επιδερμίδα και έτσι θα αντέξει τις άσχημες τροπές της μοίρας του. Και επιτέλους θα βρει τον εαυτό του.
Ωστόσο, απόψε κιόλας πρέπει να φθάσει κοντά της. Γελά, ξαφνικά θυμάται το παιχνίδι του χαμένου θησαυρού που έπαιζε μικρός, χαμένος μες στην ομίχλη που μεταμορφώνει τα πράγματα. Κάποιος σφυρίζει, κάποιος φωνάζει, γρήγορα βήματα, ένα παράξενο κοπάδι τρέχει κατά κει. Από τα μεγάφωνα ακούγεται η σκληρή φωνή της πόλης. Όποιος παραβεί τον κανονισμό θα έχει σοβαρές κυρώσεις.
Ο Άντι τώρα δεν παίρνει καμιά προφύλαξη, περνά εμπρός από βιτρίνες, κορνίζες, ελαστικά, μπαλκόνια, διακοσμήσεις, φεγγάρια, η Μπιάνκα του γνέφει από τα δεκαοχτώ της χρόνια, ανύποπτη, ξαφνική ομορφιά στην γωνιά των δρόμων. Οι προφητείες και οι πιο ντελικάτοι κομπάρσοι έχουν να λένε για τον βόμβο του σώματός της. Ο άγγελος του με κίτρινα φτερά ένα κίτρινο σούρουπο μεταμορφώνεται στις ζωγραφιές του αιώνα, ο Άντι που περνά τις διασταυρώσεις της αγωνίας, που περνά σαν άνεμος μέσα από την πλατφόρμα του σταθμού των τραίνων.
Φίλε, καλύτερα να προσέξεις, λίγο πιο κάτω στον δρόμο υπάρχει μπλόκο. Αν αγαπάς την ζωή σου άλλαξε πορεία. Το κορίτσι σου το αγαπάνε τόσοι, το κορίτσι σου δεν είναι πιστό και η ζωή σου τώρα της ανήκει.
Όμως ο Άντι δεν θα χάσει το κουράγιο του, θα παραμείνει για πάντα εκείνο το κατάμαυρο πουλί της χαράδρας, λίγο σκοτάδι ανάμεσα σε στρας και ηλεκτρικά λαμπιόνια. Όλο και πιο βαθιά στην πολιτεία που διαθέτει την σπάνια λαογραφία των ουρητηρίων, των παράξενων αγοριών, του ενεχυροδανειστηρίου West Union που φέγγει πέρα και πάνω από κάθε μοναξιά., ένας παράξενος ναός ενός παράξενου και άγνωστου θεού. Ο Άντι μες στο μπαρ γυρεύοντας τον παλιόφιλο, όλα σκοτεινά και μυστικά και ούτε κουβέντα για το κορίτσι του. Ως το τέλος θα φθάσει ο Άντι, χαράσσοντας από την αρχή τις φλέβες της πολιτείας με την βασανισμένη ιστορία του, χιλιάδες μπουκάλια, όπως εκείνος, με άδειες σημασίες μέσα τους.
(ο Άντι σταματά, ξαφνικό πλάνο στην ησυχία του αστικού ορίζοντα. Αυτός που υποδύεται τον Άντι, σκύβει το κεφάλι, τα μάτια κλειστά. Πίσω του, πάνω του, παντού απλώνεται μια ανθισμένη μουσελίνα με τρομακτικά σχήματα.)
Το κορίτσι του διαθέτει χέρια στραγγαλιστή. Εκείνη την νύχτα τα κατάφερε καλά και γύρισε χαρούμενος στο διαμερισματάκι του. Η δική του, παραμυθένια θεά τον αγαπά λίγο και εκείνον απόψε. Μπράβο Άντι, τώρα μπορείς να πετάξεις σπάζοντας το φράγμα του ήχου έτσι για πλάκα, με τα μάτια κλειστά, τα χέρια παραδομένα, την καρδιά σου πολλή ζεστή. Ο Άντι πετά πάνω από μια άγνωστη ήπειρο και αν του φθάσουν τα καύσιμα ίσως και να μην επιστρέψει ποτέ, γιατί ο νους του δεν είναι στο ταξίδι μα μονάχα σε αυτήν την παράτολμη ισορροπία που σημαίνει δόσιμο ως την απόλυτη εξασθένηση. Μπράβο Άντι, τα κατάφερες μια χαρά και μπορείς να περηφανεύεσαι πως η ζωή σου δεν είναι άλλο από μια λεπτή, φανταχτερή κλωστή. Και πως για σένα κρυφογελά το νερό σε ένα αφάνταστο μοναστήρι. Πιες Άντι, ύστερα τρέξε, τρέξε με την μοτοσικλέτα σου ως την κόψη και ως το χάραμα, το κορίτσι σου θέλει ρομάντζο και το μουσικές από μυστικά πεντάγραμμα. Και ύστερα; Ύστερα Άντι την χρειάζεσαι απεγνωσμένα, μεταλλικά τραπεζάκια έξω στους κήπους, νύχτες Dolophine και φωτισμοί που χαμηλώνουν πολύ, τόσο πολύ Άντι. Πρέπει να σωριαστείς για να σε παραδεχτεί το κορίτσι σου. Μα το όνειρο γίνεται κομμάτια, φίλε. Ύστερα, έι Άντι, τα κατάφερνες μια χαρά. Όμως εσύ από την τελική σου θέση, ξέρεις πως κάποτε ήπιες την ξενιτιά και πως με όλο το βάρος της ζωής σου ξέφυγες από όλους τους καιρούς. Στην υγειά του Άντι απόψε που τριγυρνά εκεί έξω, διακινδυνεύοντας τα πάντα για ένα κορίτσι, σωστό, σταρένιο σκιάχτρο σε ολοσκότεινες γειτονιές.
Απόστολος Θηβαίος