I – ΠΟΡΤΡΕΤΑ
[17 χρόνια μετά]
Η μοιρασιά ήταν εύκολη.
Αυτός, κράτησε τη συλλογή “Μπλεκ”,
τα πορτραίτα του Φαγιούμ,
το νούμερο του τηλεφώνου.
Εκείνος, το πικ απ
και τα βινύλια του Μάιλς.
Τα έπιπλα τα πούλησαν.
Ό,τι απέμεινε -κουζινικά, χαλιά, σεντόνια,
από το σούπερ-μάρκετ πλάι κουπόνια-
τα δώσανε στην οικογένεια στον πρώτο.
Αυτό ήταν, λοιπόν. Ή, μάλλον, τόσο.
Απέναντι,
στον κάδο,
μία γάτα ανακατεύει
κομματιασμένες φωτογραφίες
από το πρώτο τους ταξίδι.
[Σελ.16]
II– ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
[Συμβαίνει καμιά φορά]
να λέμε ψέματα.
Ας πούμε,
όταν είπα στον πατέρα
πως το μικρόβιο στην καρδούλα του έφυγε,
στη θέση του λουλούδι φύτρωσε,
και ρίζωσε, βαθιά στην αορτική βαλβίδα.
Το δείχνει καθαρά η τελευταία ακτίνα:
ανθός λεμονιάς.
Μοσχοβολάει ολόκληρος,
και δε χρειάζεται άφτερ σέιβ
να του βάζω, μα διασκεδάζω
με τους γιατρούς που γύρω του μαζεύονται,
τους φοιτητές που ακολουθούν
και μπερδεύονται (στα κλωνάρια των μαλλιών του).
Το καλύτερο, όμως, (ψέμα)
το κράτησα για ’μενα ‒διόλου μικρό πταίσμα:
είπα πως με πίστεψε.
[Σελ.28]
Μαριάννα Πλιάκου – 2017 – Κύφαντα, 2019