Πικρό, ρωμαϊκό καλοκαίρι
Το τέλος του ήταν σκληρό. Έλιωνε αργά στο βερονέζικο διαμερισματάκι του. Είναι βέβαιο πως η καρδιά του δεν είχε λησμονήσει. Πώς άλλωστε, αφού είμαστε η ίδια μας η μνήμη. Κράτησε το μυστικό του αφανέρωτο και άφησε τα χρόνια να αθροίζονται στην μικρή του κάμαρη. Κάθε πρωί, με το πρώτο φως εργαζόταν πάνω στην μισοτελειωμένη του ζωγραφιά. Μια πινελιά για τα φρύδια, λίγο σπίρτο, το κοκκινάδι στα μήλα των κοριτσιών που περνούν από την αγορά του Μάρτη, μερικές ρωμαϊκές πόζες και Παναγίες με μακριούς λαιμού, η κλειστή αυλή του φανταστικού οφθαλμιατρείου. Μα εκεί στην άκρη του κόσμου του, ξεχώριζε εκείνη. Ένα αυθεντικό κορίτσι της Αθήνας, του Μπρίστολ, της Βιέννης, του εργατικού και ηρωικού Φέγιενορντ. Ένα κορίτσι από γνήσια τερακότα, με μπρούτζινα μέλη και μια ιδέα συντριβή. Η μορφή της τον απασχόλησε τόσο καιρό. Πάντα κάτι δεν έμοιαζε με τα χαρακτηριστικά της και εκείνος έσβηνε τις λεπτομέρειες που με τόσο κόπο ολοκλήρωνε ματώνοντας τα δάχτυλά του. Όταν δεν ζωγράφιζε, έγραφε για εκείνη ένα υπέροχο γράμμα, με μακριές παύσεις, για τον γεννημένο νεκρό έρωτά τους. Το γράμμα του άρχιζε κάπως έτσι.
¥
Βερόνα, δίχως εσένα να με κυλούν οι θάλασσες,
Αργά το απόγευμα πήρα την απόφασή μου. Έξω ο Φλεβάρης έδειχνε τα δόντια του. Μα εγώ πήρα την απόφασή μου και δεν θα κάνω βήμα πίσω. Θα φτάσω ως το τέλος την απόφασή μου, κάνοντας πράξη το αποψινό μου, το παράλογο όνειρο. Και αν είμαι τυχερός και αν διαθέτεις ακόμη εκείνες τις στοχαστικές καταιγίδες πάνω στο πρόσωπό σου, τότε θα με δεις.
Πρώτα θα ντύσω το σπίτι με φωτάκια μικρά, σαν φυτά αναρριχώμενα θα ελίσσονται πάνω στους τοίχους του κάστρου μου. Το αστέρι θα το δέσω ψηλά στο μπαλκόνι, ολομόναχο να αφηγείται την πικρή του ιστορία που τελειώνει πάντα με μια ευχή.
Ελάφια και χειμωνιάτικες φιγούρες του παραμυθιού θα σκαρφαλώνουν ως τον κόσμο μου. Τόσο ψηλά μικρή μου, τόσο ψηλά. Από παντού θα παίζουν χαρούμενοι σκοποί, όλοι θα απορούν, θα αναρωτιούνται για το ψέμα ενός μακρινού ορόφου.
Και αν είμαι τυχερός με τον ίδιο τρόπο θα μου απαντήσεις και εσύ, από τον μακρινό σου πλανήτη. Η απόφασή μου σημαίνει πως θα ξεχωρίζω μες στον ιστό της πόλεως. Και εκείνη ασφαλέστερη δίχως όλα αυτά τα φώτα να δείχνουν τις πληγές της θα μεταμορφώνεται στα ωραία αμφιθέατρα του παρελθόντος που βυθίστηκαν. Λοιπόν, βάζω εμπρός την απόφασή μου και θα κάνω ότι περνά από το χέρι μου για να με ξεχωρίσεις.
¥
Όσα ακολουθούν τα διηγήθηκαν οι γυναίκες που αργά την νύχτα καπνίζουν στους εξώστες, αφήνοντας γυμνά τα πόδια τους ως ψηλά. Όσα είδαν και άκουσαν εκείνη την νύχτα, έκανε κομμάτια την κοριτσίστικη καρδιά τους.
Μες στην πιο βαθιά νύχτα, η Τζούλια φάνηκε στην γειτονιά. Ακουγόταν το βάδισμά της και από μια παράξενη αιτία γνώριζε κιόλας πως πρόκειται για εκείνη. Η ανάσα του σταμάτησε, καδραρισμένη αγωνία πίσω από τις γερμένες γρίλιες. Η Τζούλια άφησε το μαντίλι της στον άνεμο και έτσι τον χαιρέτησε καθώς χανόταν και κέρδιζε την σημασία της. Εκείνος σπρώχνοντας τις στάχτες γύρω του έφθασε με τα δάχτυλά του μια άκρη εκείνου του υφάσματος. Μετά από δυο ή τρεις προσπάθειες, ουρλιάζοντας μέσα από την ιστορία χάθηκε.
Τον εικονίζουν σε χρωμολιθογραφίες στυλ Γκουίντο Ρένι. Πίσω του καραδοκεί ένας μεγάλος ίσκιος και ποτέ, και ποτέ μα ποτέ δεν καταγράφονται τα μάτια εκείνου του Ρωμαίου από τους αρχαίους τεχνίτες της Βερόνα.
Απόστολος Θηβαίος