[Η πηγή της πληγής]
Αιμάσσον χ έ ρ ι το απρόσωπο εγκλείει:
μια πορφυρή ημισέληνος
σε ένα ακέφαλο άγαλμα ερωτιδέως
κοκκινίζει τ’ απόνερα στα λιμνασμένα πόδια της.
Όρνεα που οσμίζονται το αίμα
σκοντάφτουν στην προηγούμενη στροφή ⸱
εχέγγυο αλλοτινό της αθωότητάς της
κάτι μαδημένα α κ ά ν θ ι ν α λουλούδια.
[Σκιαγραφία]
Αντικείμενα σχεδιάζουν με τις σκιές τους
μια άυλη διατύπωση του απτού
εγκιβωτισμένη στο περίγραμμα του δωματίου.
Οι αισθήσεις ενίοτε τυπώνουν διπλότυπα
[Η φωνή της πληγής]
Σώμα που σφαδάζει
καθώς το όρισαν
οι χαίνουσες πληγές του.
Ηχοτοπίο ενός χάσκοντος στόματος
Η Δώρα ζει, σπουδάζει και εργάζεται στην Αθήνα. Μελετά ποίηση και ασκείται στην γραφή της. Ελπίζει να καταφέρει κάποτε να γράψει ένα ποίημα.