Έχουμε πειραχτεί από ένα αλλόκοτο μαύρο σύννεφο
ξελογιασμένοι διαγράφουμε με το δείκτη διαδρόμους στον ουρανό
δεν έχουμε που να πάμε
γι’ αυτό πάμε παντού
διυλίζουμε τα νέφη
βουτάμε στο κενό
πιάνουμε το τίποτα
πως θα το κάνουμε κάτι
κι είναι το τίποτα ένα κενό γυάλινο μάτι
πίσω του φαινόμαστε εμείς πιο καθαρά
η ηλιοφάνεια διαβάλλει το μπλε σαρκίο της θάλασσας
κι ό, τι να κάνουμε η νύχτα θα ‘ρθει
το νερό είναι το γαλάζιο ζελέ που συγκρατεί τα κόκκαλα του κόσμου
κι εσύ δεν ήρθες εδώ για να τρυπήσεις με τα τρεμάμενα χέρια σου τη διάφανη μεμβράνη της σιωπής του
γι αυτό σου λέω
μη γδέρνεις άλλο τα δάχτυλά σου στον τραχύ τοίχο της ελπίδας
να τα μπήγεις στο υγρό χώμα ενός τίποτα για να ανθίζουν
αυτή η μπλε γραμμή
που με κρατά στη μέση του απείρου
βυθομετρά την ομορφιά
κι εγώ χτυπάω όλο κέντρο
άγνωμη
σε μια τεθλασμένη κατάληξη
δεμένη χειροπόδαρα με το κενό
να περιφρουρώ θλίψεις
Και αυτό που προτείνω
δεν το βρήκα ακόμα
όμως σίγουρα
για προέκταση πρόκειται
του ενός χεριού έστω
όπως ένας φάρος
επιτίθεται με φως
σε άνισες πορείες
ή
μια περιστροφή γύρω από τον κεκλιμένο άξονά μας
μέχρι να τα βλέπεις όλα
από το διαυγές σημείο του τίποτα
η υπόθεση σηκώνει λευκή σημαία
όποιος αφήνεται ήσυχα
στο ρυθμό του κόσμου
έχει νικήσει και φόβο και θάνατο
Η Μαργαρίτα Παπαμίχου γεννήθηκε το 1969 και μεγάλωσε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός σε δημόσιο σχολείο και δραστηριοποιείται στο χώρο της εκπαίδευσης ως εμψυχώτρια Θεατρικού παιχνιδιού. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά. Το 2018 βραβεύτηκε με τον πρώτο έπαινο στην κατηγορία ποίηση στον 8ο Λογοτεχνικό διαγωνισμό Ποίησης και Διηγήματος «Δημήτριος Βικέλας».