Τη Μαργαρίτα Λυμπεράκη, την είχα γνωρίσει πρώτη φορά το φθινόπωρο τού 1992, στο Εθνικό Θέατρο, στις πρόβες τού έργου της «Ζωή Πορφυρογέννητη», που θα έκανε πρεμιέρα τέλη Οκτωβρίου. Τις πρόβες εκείνες τις παρακολουθούσα με τη μεγαλύτερη ευσυνειδησία, κάθε μέρα μαζί της, καθώς ήμουν το νεότερο μέλος τότε, τού Διοικητικού Συμβουλίου τού Εθνικού. Δημιουργήθηκε ένα καλό κλίμα ανάμεσά μας, γρήγορα με συμπάθησε, κι εγώ κάποια στιγμή βρήκα την ευκαιρία να τής χαρίσω το βιβλίο μου «Δώδεκα και ένα ψέματα», που είχε μόλις εκδοθεί.
Το ίδιο κιόλας απόγευμα με πήρε στο τηλέφωνο, μια εντελώς άγνωστή μου κυρία, με πολύ χαρούμενη, δυνατή φωνή, που τραύλιζε λιγάκι: Η άλλη Μαργαρίτα. Η κόρη, λέει, τής Μαργαρίτας που είχα γνωρίσει. Με πήρε για να μού πει πόσο πολύ τής άρεσαν τα «Δώδεκα και ένα ψέματα» που χάρισα στη μαμά της το πρωί: Τόσο πολύ τής άρεσαν, που ήθελε οπωσδήποτε να συναντηθούμε, να γνωριστούμε και να μού πει για ένα άρθρο που σκέφτηκε να γράψει στο ΒΗΜΑ, για το βιβλίο μου. Το συντομότερο. Και τώρα ακόμη, αν γίνεται· γιατί όχι; «Έλα, έλα τώρα!» φώναζε από μέσα η άλλη Μαργαρίτα· η Μαργαρίτα πού ήξερα. Η μαμά Μαργαρίτα. Η μαμά τής Μαργαρίτας που μού μιλούσε τώρα: «Αλήθεια· είμαστε τόσο γείτονες. Έλα τώρα! » φώναζε συνέχεια. Και πήγα έτσι· εντελώς απρογραμμάτιστα. Ήμασταν πράγματι πολύ γείτονες. Τα σπίτια μας πρέπει ν’ απείχαν μεταξύ τους κάπου διακόσια, τριακόσια μέτρα. Μού άνοιξε, αδύνατη σα χαραμάδα, η μαμά Μαργαρίτα και δυο βήματα πίσω, τροφαντή, φρέσκια σα φράπα τσουπωτή, η κόρη Μαργαρίτα· κοιτώντας ερευνητικά με τις φοβερές ματάρες της. Περιχαρείς και οι δύο. Και τότε μόνο συνειδητοποίησα, ξεκάθαρα, για πρώτη μου φορά, πως η Μαργαρίτα Λυμπεράκη ήταν η μητέρα τής Μαργαρίτας Καραπάνου. «Από ’δω και μπρος, εμένα θα με λες Ρίτα…» μού είπε η μαμά. «Κι εμένα Μαργαρίτα…» μού είπε η κόρη.
Μια κοινωνική γνωριμία που ξεκινάει έτσι άμεσα, με τόσο θετικές προϋποθέσεις σε κάθε τομέα, φυσικό είναι να βάζει σωστές βάσεις για μια ουσιαστική, φιλική ανθρώπινη σχέση. Έτσι κι έγινε: Για δέκα χρόνια αυτές οι δύο Μαργαρίτες, με διαφορετικό τρόπο η κάθε μια, ήσαν σχεδόν κάθε μέρα στη ζωή μου· ανυπόκριτα, αληθινά, δίχως κανένα μύθο, ούτε κανένα φτιασίδι.
Απ’ τη μια μεριά, η Λυμπεράκη: Με τη σιγουριά τής καταξιωμένης, τής κλασικής συγγραφέως -ποιος δεν ξέρει για ‘Τα ψάθινα καπέλα’; Με τον αέρα τής μποέμ τύπισσας που έχει φάει τη ζωή με το κουτάλι, στο μεταπολεμικό Παρίσι. Πολύ μεγάλα ονόματα πέφτανε βροχή κάθε τόσο· μάλλον όμως για να εντυπωσιάσουν παρά για να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό στην κουβέντα… Κι απ’ την άλλη η Καραπάνου: Αληθινή στόφα δημιουργού. Πραγματική συγγραφέας, με δαιμόνιο ταλέντο, που όμως δεν κατάφερε να κόψει ποτέ τον ομφάλιο λώρο, ούτε να κάνει τη μάνα της να την αγαπήσει· όσες γαλιφιές κι αν έκανε, όσες κρίσεις και αν πάθαινε. Μια φονική σχέση ανάμεσά τους, που αφού μ’ αυτήν στήθηκε αρχικά η κοινή ζωή τους στα πρώτα χρόνια, δεν ήταν δυνατό πια ν’ αλλάξει. Ούτε καφέ δεν μπορούσαν ν’ αγοράσουν στον Μισεγιάννη χωρίς να μαλώνουν! Το γεγονός μάλιστα πως δεν είχαν κανένα οικονομικό πρόβλημα και ανήκαν στην λεγόμενη ‘άρχουσα’ τάξη -εκεί, απ’ όπου αρχίζει να βρωμάει το ψάρι- αντί να λύνει τα προβλήματά τους, δυστυχώς τα επέτεινε και συσσώρευε ακόμη περισσότερα.
Σαν χαρακτήρες γενικά, σαν άτομα, ήσαν κυριολεκτικά η μέρα με τη νύχτα· ζώντας σε μια σχέση αρμονικά ασφυκτική απ’ την οποία καμιά τους δεν μπορούσε, ούτε και ήθελε πια να ξεφύγει. Ακριβώς σαν το σπίτι τους· που ήταν ένα ωραίο μεγάλο διαμέρισμα διαιρεμένο στα δύο, όπου υποτίθεται πως ζούσε καθεμιά τη ζωή της, στη δική της μεριά. Στην πραγματικότητα όμως εξασφάλιζε απλώς τον απόλυτο έλεγχο τής μαμάς πάνω στη ζωή τής κόρης· ακόμα και μετά τα πενήντα της…
Μια μαμά που ενώ δεν υπήρξε ποτέ ‘μαμά’ στα νιάτα της· τώρα στα ογδόντα της, φρόντιζε κι έκλεινε η ίδια τα ραντεβού με τους ψυχιάτρους για τη ‘μικρή’ και πρόσεχε να παίρνει όλα της τα φάρμακα -που την έκαναν πίτα. Και μια κόρη, με πολύ έντονη προσωπικότητα, επαναστατική ίσως, που ενώ δε σήκωνε μύγα στο σπαθί της, μπροστά στη μαμά της γινόταν ένα δεκάχρονο κοριτσάκι…
Άρα· μια ζωή εντελώς αρρωστημένη, από την οποία η κόρη, το κατ’ εξοχήν θύμα, δεν ξέφυγε ποτέ, παρ’ όλη την ηρωική προσπάθεια που έκανε τότε: Εκείνες τις μέρες. Ακριβώς εκείνες τις στιγμές που με κοιτά, γελώντας πονηρά, φορώντας τα γυαλιά μου, στη φωτογραφία: Το καλοκαίρι τού 1999. Τότε που, μεταφράζοντας η ίδια στα γαλλικά τα «Δώδεκα και ένα ψέματα» μου, είχε αποφασίσει να μιλήσει ανοιχτά για την αρρώστια της, γράφοντας ταυτόχρονα και το «Ναι», που τελικά, αν και δεν ήθελα να γίνει έτσι, μού αφιέρωσε. Ελπίζοντας ίσως πως έτσι θα γιατρευτεί κι αυτή· όπως γιατρεύεται και η ηρωίδα της η Λώρα. Φευ… Τρομερό καλοκαίρι! Πάνε ακριβώς είκοσι χρόνια από τότε· αν είναι δυνατόν…
©Αλέξανδρος Αδαμόπουλος
ΤΑ ΝΕΑ, 6 ΙΟΥΛΙΟΥ 2019
Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος (1953), υπήρξε Ιδρυτής και Διευθύνων Σύμβουλος τής ‘Εταιρείας Φίλων Μουσικής Γιάννη Χρήστου’ Εργάστηκε στο Μουσείο Ελληνικών Μουσικών Λαϊκών Οργάνων ως Γεν. Γραμ. και ως Πρόεδρος τού σωματείου των ‘Φίλων’. Διετέλεσε μέλος και Γεν. Γραμ. τού δ.σ τού Εθνικού Θεάτρου (1992-’94).
ΈΡΓΑ ΤΟΥ: ‘Δώδεκα και ένα ψέματα’, διηγήματα (Ίκαρος 1991, 2η έκδοση· Άγρα 2009). Γαλλική, Γερμανική, Τουρκική, Ινδική έκδοση. ‘Ψέματα πάλι’, διηγήματα (Άγρα 1999). Γερμανική έκδοση. Ή ‘Άννα’, Γαλλική μετάφραση: Μαργαρίτα Καραπάνου. ‘Οι καινούργιοι Άγιοι’, Τουρκική έκδοση: (‘Yeni Azizler’) ‘Ο Σιμιγδαλένιος’, θέατρο – ποίηση (Εστία 12η έκδοση. Έως τώρα 84 διαφορετικές θεατρικές παραγωγές). Εθνικό Θέατρο 2015-2016. Αγγλική έκδοση: (‘The Spiceman’). Τουρκική: (‘Irmikoğlan’). Κρατικό Θέατρο Τουρκίας, Şehir Tiyatro: Istanbul, 5/2012. ‘Αυτό’, διήγημα (στη συλλογή ‘Χάριν παιδιάς’, Ίκαρος 2001). ‘Οι Δαιμονισμένοι’, λιμπρέτο για όπερα, Ε.Λ.Σ. Αθήνα, 4/2001. ‘The mask in the Classical Hellenic Theatre, (Συλλογική έκδοση, Aryan books international, N. Delhi 2000.) ‘Το τσιγάρο και η γιόγκα’ Ηθιστόρημα (Άγρα 2008) Αγγλική μετάφραση. ‘Οχιναιλέγοντας’, θέατρο – ποίηση (Ίκαρος 2011). Αγγλική έκδοση: ‘Noyessaying’ ISBN 978-93-5016-7, 2013. Τουρκική: ‘Hayirevet diyerek’ (Bencekitap, Ankara 2015) ‘Ο κύκλος που δεν κλείνει’, πολιτικό αφήγημα (στο ‘Για μια επέτειο’ εκδ. Ίκαρος 2013, και ηλεκτρονικά 2018) ‘Το σεντούκι του παππού μου’, μικρό πολιτικό δοκίμιο (Stahtes κ.α. 17/11/2014) ‘Πολυβίου ιστορία ετών 2150’, ερανισμός απόδοση, Αρχαίων επικαίρων (Dimoi news 7/8/2015) ‘Von Athen lernen, oder Athen etwas aufdrängen?’ σχόλιο για Documenta 14, δίγλωσσο. (Diablog 8/7/2017) ‘Ίναχος, ο γιος του Ωκεανού’, χοροθέατρο για παιδιά (2η εκδ. Κάκτος, 2017) ‘Η Φραγκούλα’ διήγημα (Bookpress, βιβλίοnet, Μονόκλ, Cantus firmus, Τimes.news, κ.α, 9/2018) ‘Ο Μ. Χατζιδάκις και ο Γ. Χρήστου’, βιογραφική συμβολή (Bookpress, Fractalart,ΤaR, βιβλίοnet, κ.α,10/2018) ‘Για την Εταιρεία Φίλων μουσικής Γιάννη Χρήστου’ συνέντευξη (TaR, Bookpress, Μονόκλ κ.α. 12/2018) ‘Δώδεκα και ένα ψέματα πάλι’ θεατρικό. Αγγλική μετάφραση: ‘Twelve and on lies again’ 2019 ‘Το 1984, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, και το σεντούκι του παππού μου’ (Times.news 27/1/2019) ‘Επενδύσεις…’ διήγημα (‘Με ανοιχτά βιβλία’ 25/2/2019, Times,news 26/2, Μονόκλ 28/2, Fractal 5/3 κ.α). ‘Πέπη κουμπώσου!’ διήγημα (Timesnews 4/4/2019, Fractal, Μονοκλ, Bookpress, Diasporic, Ologramma.) ‘Ο επιτάφιος και ο επί πόλεως θρήνος’, πολιτική ανάλυση (Metrogreece 8/4/2015, Times.news 15/4/2019 κ.α ) ‘Οι καινούργιοι άγιοι’ διήγημα (Fractal, Μονόκλ, Ologramma, Times.news κ.α. 5/2019) ‘Pagotό’ διήγημα (Times.news 27/5, Ologramma, κ.ά. 29/5/2019) ‘ΟΓΑ’ διήγημα (Times.news 12/6, Diasporic 14/6, Stahtes 17/6 κ.α.) ‘Οι δυο Μαργαρίτες’ (Μ. Λυμπεράκη, Μ. Καραπάνου) ολιγόλογη ακτινογραφία (ΤΑ ΝΕΑ 6/7/2019)