(Από τη συλλογή ‘Ψέματα πάλι’
εκδόσεις ΑΓΡΑ, ISBN 960-325-307-3)
Όταν ξεχάστηκαν πια οι παλιοί σκυθρωποί άγιοι που γιορταζόταν άλλοτε καθένας κάθε μέρα και οι άνθρωποι δεν είχανε πια γιορτές και δεν υπήρχαν άγιοι μα χρειαζόντανε γιορτές· σκέφτηκαν, οι σοφοί τού ‘Οργανισμού για τα δικαιώματα της ζωής’, να βρούνε καινούργιους άγιους για να υπάρχουνε γιορτές.
Και κάποιος έριξε την ιδέα να γιορτάζουνε τους εαυτούς τους. «Ωραία ιδέα, μα δεν θα μας πιάνει όλους.» είπε ένας. «Καλύτερα γενικά.» είπε ένας άλλος. «Ναι, γενικά.» συμπλήρωσαν άλλοι δυο. «Ναι, ναι γενικά κι αφηρημένα.» είπαν και συμφώνησαν όλοι.
Άρχισαν λοιπόν να φτιάνουν καινούργιους άγιους για τις καινούργιες τους γιορτές: Τη μία μέρα ήταν η γιορτή των μαμάδων, την άλλη η γιορτή των πατεράδων, την τρίτη των παιδιών. Ύστερα των ερωτευμένων, των πεινασμένων, των χορτασμένων, των διψασμένων, των τυφλών, των μονόφθαλμων, των κουτσών, των παραπονεμένων, των ζαβών, των κουτών. Σαν καινούργιοι θεοί -οι σοφοί- έριχναν στη γη αγίους και σαν πρωτόπλαστοι μετά ονοματίζαν τις γιορτές τού παραδείσου τους, που θα τις γιορτάζαμε όλοι μαζί· γιατί στο μεταξύ η γη είχε πολύ μικρύνει.
Έφτιαξαν γιορτή για τα ζώα τού σπιτιού, που τ’ αγαπούσανε πολύ και για τα ζώα τ’ άγρια· όσα είχαν απομείνει. Και για τις θάλασσες. Για τις μοναχικές χελώνες, για τις φάλαινες και για τις ευαίσθητες φώκιες. Και για τα ποτάμια έβαλαν γιορτές. Και για τα δάση· όσα είχαν απομείνει.
Κάθε μέρα, από τότε που πέθαναν οι παλιοί σκυθρωποί άγιοι και βρήκαν καινούργιες γιορτές οι σοφοί του ‘Οργανισμού’, κάθε μέρα είχαν γιορτή σ’ όλη τη γη· που είχε πολύ μικρύνει. Και πριν καλά καλά νυχτώσει και τελειώσει η σημερινή γιορτή, καινούργια μέρα ερχότανε φέρνοντας τη δική της. Κάθε μέρα.
Και φτιάξανε τη μέρα τού ψωμιού και τη μέρα τού ρυζιού και τη μέρα τού λαδιού. Τού αγέρα, τού βουνού και τού τσαγιού. Και τού καφέ και τού καπνού. Τού σίδερου και τής φωτιάς και τού χρυσού. Τής νιότης και τών γηρατειών· και γιόρταζαν κι οι γέροι, κλεισμένοι μέσα στα ιδρύματα, μακριά.
Εβάλανε γιορτές για όλα τα επαγγέλματα· για τους στρατιώτες, για τους εμπόρους, για τους αθλητές, τους ποιητές, για τους κλέφτες και τους αστυνόμους. Κι όλοι γιόρταζαν.
Είχαν σχεδόν τελειώσει με τις γιορτές όταν κάποιος πολύ σοφός του ‘Οργανισμού’, εθαύμασε πολύ -δεν ξέρουμε γιατί- κι ονόμασε άγιο κάποιο φονιά· αληθινό φονιά, τής φυλακής φονιά. Ένας άλλος σοφός είπε τότε πως πρέπει να τού δώσουνε κι αυτουνού τη γιορτή του. «Μα δεν δίνουμε προσωπικές γιορτές…» «Τότε να γιορτάσουμε τον Φόνο!» «Αν μένει μέρα…» Μα και βέβαια έμενε μέρα: Ήταν η τελευταία μέρα τής χρονιάς· η πιο λαμπρή μέρα. Την έκαναν τότε· ‘Ημέρα τού Φόνου’ και τού ‘Οργανισμού’· που έπρεπε να έχει κι αυτός τη γιορτή του. Μεγάλη γιορτή· η πιο μεγάλη.
Γιορτή που μάλιστα την πρώτη χρονιά που τη γιορτάσαμε, ήτανε πολύ όμορφα: Γιατί την ώρα που έβγαζε τον πανηγυρικό της ημέρας ο πολύ σοφός, που είχε θαυμάσει τον φονιά ονομάζοντάς τον άγιο, κι όλο μιλούσε και μιλούσε κι έλεγε πλέκοντας το εγκώμιο τού Φόνου, ο φονιάς εκείνος τού όρμησε και τον σκότωσε. Μπροστά μας· γιατί η γη είχε πολύ μικρύνει. Κι όλοι μας γιορτάσαμε ακόμη πιο σωστά.
Κι έτσι ο ‘Οργανισμός’ λάτρεψε τον θάνατο, στην πιο μεγάλη του γιορτή. Και όλες οι γιορτές των αγίων συμπληρώθηκαν. Και γιορτάζουμε όλοι μαζί έτσι· ώσπου να γεννηθούν ίσως, κάποτε, καινούργιοι άγιοι.
Αθήνα 29 Απριλίου 2019
©Αλέξανδρος Αδαμόπουλος
alexadam48@hotmail.com
* * *
Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά, σκηνοθεσία, κλασική κιθάρα· συνεχίζοντας με Sociologie Politique στο Παρίσι. Υπήρξε ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος τής ‘Εταιρείας Φίλων Μουσικής Γιάννη Χρήστου’. (Μέλη: Κ. Κούν, Μ. Χατζιδάκις, Γ. Τσαρούχης, Δ. Χορν, Μ. Κακογιάννης, Ντ. Τσάτσου, Απ. Δοξιάδης, Θ. Αντωνίου κ.α.). Εργάστηκε στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, ως γενικός γραμματέας και ως πρόεδρος των ‘Φίλων του Μουσείου’. Διετέλεσε γενικός γραμματέας τού δ.σ τού Εθνικού Θεάτρου. Συνεργάστηκε με την Ε.Ρ.Τ, το Γ΄ Πρόγρ., το Θέατρο Τέχνης, το Κ.Θ.Β.Ε, τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Βόλου και Β. Αιγαίου, το Πελοπον. Λαογραφικό Ίδρυμα, το χοροθέατρο ‘Ροές’, το Φεστιβάλ Αθηνών, τo Υπ. Πολιτισμού, το Μέγαρο Μουσικής, το Ε.ΚΕ.ΒΙ, καθώς και Künstlerhaus Bethanien Berlin, Warsaw International Festival ’91, Norddeutscher Rundfunk Hamburg ’93, India National Academy of Letters, Indira Gandhi National Center for the Arts, Frankfurt International Book fair, Istanbul International Book fair, και Boğaziçi University Istanbul, όπου δίδαξε δις ως visiting Professor. Έργα του έχουν μεταφραστεί αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, τουρκικά. Η συλλογή διηγημάτων ‘Δώδεκα και ένα ψέματα’ (1η έκδ. ‘Ίκαρος’, 2η έκδ. ‘Άγρα’) παρουσιάστηκε, αγγλικά, στη National Academy of Letters, N. Delhi. Τα ‘Ψέματα πάλι’ (εκδ. Άγρα), στα γερμανικά, στην έκθεση βιβλίου τής Φραγκφούρτης το 2016. Το θεατρικό ‘Ο Σιμιγδαλένιος’ (12η έκδοση ‘Εστία’) έχει παιχτεί σχεδόν παντού στη χώρα, μα και (τουρκικά) στο Κρατικό Şehir Tiyatro τής Γείτονος, αλλά και (αγγλικά) στην Αυστραλία. Το θεατρικό του ‘οχιναιλέγοντας’ (εκδ. ‘Ίκαρος’) εξεδόθη και στα τουρκικά ‘hayirevet diyerek’ (‘Bence’ Kitap 2016), και μεταφράστηκε στα αγγλικά, ‘noyessaying’.