Δεύτερη ποιητική συλλογή για την Σοφία Πολίτου-Βερβέρη με τίτλο Λα, η οποία περιλαμβάνει και πάλι, κυρίως, ολιγόστιχα ποιήματα.
Με εμφανή εκφραστική ωριμότητα η ποιήτρια αβίαστα καιριολεκτεί και κυριολεκτεί. Πρόσωπα και καταστάσεις που, συνήθως, πικρίζουν ακροβατούν μεταξύ στοχασμού και τρυφερότητας, χωρίς όμως να υιοθετούν ευκολίες που εντυπωσιάζουν αλλά, εντέλει, δεν συγκινούν.
Η Σοφία Πολίτου – Βερβέρη γεννήθηκε στην Αθήνα, µεγάλωσε στον Πειραιά, ζει στη Ραφήνα. Σπούδασε µουσική και άλλα. Εργάζεται στον χώρο του βιβλίου. Είναι παντρεµένη κι έχει δυο παιδιά. Κειµενογραφεί και µε το ψευδώνυµο S.Equinoux.
[Κρυφά τοπία]
«Η σιωπή δεν σώζει», λες,
μέσα στης νύχτας το όνειρο.
«Έτσι είναι», απαντώ,
και βλέπω εμένα μέσα σ’ ένα ξένο σπίτι,
προσπαθώντας με κόπο το σώμα μου να ντύσω.
Άγνωστοι, ξένοι συγγενείς με κοιτούν υποτιμητικά
και με χλευάζουν. Τους κοιτώ στα μάτια,
τι έχω να φοβηθώ; Εγώ ξέρω γιατί κάνω ό,τι κάνω.
Ανεξήγητη έμεινε η εξήγηση
και η περιπλοκότητα ένας μύθος.
[Σελ.16]
[Φουγάρο]
Ξάφνου ένας καπνός, καυτός ατμός,
βγήκε από τα ρουθούνια του
και τον τύλιξε.
Φουγάρο στη στεριά.
καρέ από άλλον κόσμο.
Αυτός δεν είχε πνευμόνια
μηχανές πλοίου είχε στα στήθη.
Ήταν ο ίδιος ένα πλοίο που ταξίδευε,
ήταν ο ίδιος ένας καπετάνιος που μανουβράριζε.
Σκαρί το κορμί του, σακατεμένο,
δεν τους φοβόταν τους καιρούς.
Επιζητούσε να γίνει ναυαγός
και μετά να πιάσει πάλι το τιμόνι.
[Σελ.23]
[Καλοκαιρινοί γείτονες]
Φεύγουν οι καλοκαιρινοί γείτονες,
επιστρέφει η νοσταλγία.
Όταν είναι εδώ παριστάνουν τους φίλους,
κατά βάθος όμως είναι ξενιστές.
Η κοινωνία τους πάει κι έρχεται με τις εποχές,
η εποχική κουλτούρα τους στιγματίζει αναμνήσεις.
Θα επιστρέψουν οι γείτονες,
αυτοί είναι εκεί αλλά όχι εγώ,
εγώ είμαι αλλού αλλά όχι αυτοί,
κι αν οι καλοκαιρινοί γείτονες είμαστε εμείς;
[Σελ.39]