[Φυγή]
Έτσι όπως έφυγες
Πήρες μαζί σου
το καλοκαίρι
σκούπισες με το χέρι
το χρόνο και τη σπαργή.
Και είναι ώρες
που δεν γεμίζουν με τίποτα
και είναι χρόνοι
με κάτι εμμονές μονοσήμαντες
που σε κάνουν να ονειρεύεσαι.
Ξέρεις, τα βιβόρνα άνθισαν
τα παιδιά μεγάλωσαν
κι εγώ παρατηρητής
από απόσταση,
που ορίζουν άλλοι.
Δουλεύοντας τους στίχους
πιάνω απόηχους και ήχους
αλλοτινών εποχών.
Με ένα φακό μαγικό
άλλοτε μεγαλώνω κι άλλοτε,
μικραίνω τις διαστάσεις.
Ξεδιπλώνω χαρτάκια
που δίπλωνα μια ζωή
με σένα ή χωρίς
που δεν τα ξέρει κανείς,
μόνο η βασίλισσα του παραμυθιού!
Το φάρμακο κάθε πρωί
και μια βαθιά αναπνοή
ένας καφές, παρηγοριά
και λίγες μπουκίτσες ψωμί
στην κίσσα του δάσους
που μου κάνει συντροφιά.
[Σκιά μου]
Εκεί τριών τεσσάρων χρόνων
την ανακάλυψα
Και τη φοβόμουνα, που απρόσκλητη
στα πόδια μου μπερδεύονταν
Μια να με ακολουθεί
μια να με ξεπερνάει
μια να μου γνέφει αριστερά
μια να μου γνέφει δεξιά.
Η σκιά μου.
Καθώς το βηματισμό μου
τάχυνα στη ζωή
κατάλαβα ότι πίσω από τη σκιά
κάποιος κρύβεται καλά
Σήκωνα τα χέρια ψηλά
δοξαστικά
Έφτιαχνα μια δυνατή σκούρα σκιά
κι ύστερα κοίταζα ψηλά
τη μετατόπιζα, λευκή, τρανή
στον ουρανό της νύχτας
θαρρώντας πως τη νίκησα.
Όταν στα τρία άρχισα να περπατώ
νά τη μπροστά μου
και φοβήθηκα
μη το ραβδί μού πάρει.
Σήκωνα το μπαστούνι μου ψηλά,
να τη ραβδίσω.
Το ίδιο μου ’κάνε ξεδιάντροπα
κι αυτή.
Πότε θα απαλλαχτώ από σένα
Νεύριασα, αγανάκτησα.
Σε λίγο… μου απαντά.
Τώρα που κοιτώ από ψηλά
ξέρω Τι είναι σκιά!
……………………………
Σκιά είναι η ζωή
σαν πίσω της κρύβεται
μια φωτεινή πηγή.
[Νεκρά θάλασσα]
Νεκρά θάλασσα.
Είμαι εδώ, κοντά σου
Απάνω σου!
Οριζοντιωμένη ανάσκελα,
να βλέπω τα σύννεφα!
Νεκρά θάλασσα….όπως
Νεκρός, νεκροφόρα, νεκροταφείο,
νεκρική πομπή, νεκρώσιμοι ψαλμοί,
νεκρική σιγή…
Καταστάσεις ανεξέλεγκτες, με διάρκεια.
Είπες:
– ανάσκελα, διαβάζεις εφημερίδα.
Βουτιά να μη κάμεις.
Εφημερίδα; Αποτολμώ τη βουτιά!
Βυθίζομαι παράξενα,
στροβιλίζομαι έκκεντρα από τον άξονά μου.
Το κέντρο βάρους του σώματός μου,
σε συνεχή αχαλίνωτη μετατόπιση.
Μετεωρίζομαι.
Μετά από αλλόκοτες περιδινήσεις,
η Νεκρά θάλασσα με ξερνά…
Αναδύομαι…
Τσούζουν τα μάτια,
από την απόλυτη αρμύρα.
Τρέχουν δάκρυα!
Πρώτη φορά που είναι γλυκά,
μπροστά στην τόση αλατότητα,
αυτής της άγονης θάλασσας!
Αναδύθηκα!
Εξαγνίστηκα!
Μαλβίνα Ιωσηφίδου - Πέτρες ανθισμένες - Κοράλλι - Γκέλμπεσης Γιώργος, 2017